Ραλλίδης Φοροτεχνικό & Λογιστικό Γραφείο
ΝΟΜΟΣ 4308/ΦΕΚ Α 251/24.11.2014
Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ ΒΑΣΕΙ ΜΕΓΕΘΟΥΣ
Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής
α) Τα νομικά πρόσωπα που έχουν τη μορφή της ανώνυμης εταιρείας, της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, της ετερόρρυθμης κατά μετοχές εταιρείας και της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας.
β) Τα νομικά πρόσωπα που έχουν τη μορφή της ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας, όταν όλοι οι άμεσοι ή έμμεσοι εταίροι των προσώπων αυτών έχουν περιορισμένη ευθύνη λόγω του ότι είναι είτε νομικά πρόσωπα της περίπτωσης α’ της παρούσας παραγράφου ή άλλου νομικού τύπου συγκρίσιμου με τα νομικά πρόσωπα της περίπτωσης αυτής.
γ) Η ετερόρρυθμη εταιρεία, η ομόρρυθμη εταιρεία, η ατομική επιχείρηση και κάθε άλλη οντότητα του ιδιωτικού τομέα που υποχρεούται στην εφαρμογή αυτού του νόμου από φορολογική ή άλλη νομοθετική διάταξη.
δ) Κερδοσκοπικές ή μη κερδοσκοπικές οντότητες που ανήκουν στο δημόσιο τομέα ή ελέγχονται από το Δημόσιο ή τελούν υπό την εποπτεία του Δημοσίου, όταν δεν εμπίπτουν στην εφαρμογή του άρθρου 156 του ν. 4270/2014.
α) Οι οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος, όπως ορίζονται στο παράρτημα αυτού του νόμου.
β) Οι οντότητες που είναι εγκατεστημένες στην Ελλάδα και είναι θυγατρικής οντότητας, οι μετοχές ή άλλες κινητές αξίες της οποίας είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την έννοια της Οδηγίας 2004/39/ΕΟΚ και σύμφωνα με τις προβλέψεις του Κανονισμού 1606/2002 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον αντιπροσωπεύουν ατομικά ή αθροιστικά ποσοστό μεγαλύτερο από 5% του καθαρού κύκλου εργασιών ή του ενεργητικού ή του μέσου όρου των εργαζόμενων της μητρικής.
γ) Τα χρηματοδοτικά ιδρύματα της περίπτωσης 26 της παρ. 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 575/ 2013, εφόσον υπόκεινται σε απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας.
δ) Οι ανώνυμες εταιρείες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών του ν. 3606/2007 (Οδηγία 2004/39/ΕΚ).
ε) Οι ανώνυμες εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου του ν. 3371/2005.
στ) Οι ανώνυμες εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία του ν. 2778/1999.
ζ) Οι ανώνυμες εταιρείες κεφαλαίου επιχειρηματικών συμμετοχών του ν. 2367/1995.
η) Οι ανώνυμες εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων του ν. 4099/2012 (Οδηγία 2009/65/ΕΚ).
θ) Οι οντότητες χαρτοφυλακίου.
ι) Οι οντότητες που έχουν αυτή την υποχρέωση βάσει άλλης νομοθετικής διάταξης.
α) Επιμετρούν το ενεργητικό τους που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 59 του ν. 4009/ 2012 (παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 50 της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ) στην εύλογη αξία του. Ο προσδιορισμός των εύλογων αξιών και οι σχετικές γνωστοποιήσεις γίνονται βάσει των Δ.Π.Χ.Α..
β) Διαφορές επιμέτρησης του κατεχόμενου, στο τέλος της περιόδου, ενεργητικού του σημείου (α) αυτής της παραγράφου καταχωρούνται στα αποτελέσματα της περιόδου, στην Κατάσταση Εξέλιξης των Καθαρών Περιουσιακών Στοιχείων.
γ) Εφαρμόζουν τα άρθρα 3 έως και 15 του παρόντος νόμου, καθώς και, κατά περίπτωση, τα άρθρα 16 έως και 30 και 37 έως και 40 του παρόντος νόμου για τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία, υποχρεώσεις, έσοδα, κέρδη, έξοδα και ζημιές.
Άρθρο 2
Καθορισμός μεγέθους οντοτήτων
α) Σύνολο ενεργητικού (περιουσιακών στοιχείων): 350.000 ευρώ.
β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 700.000 ευρώ.
γ) Μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της περιόδου: 10 άτομα.
α) Σύνολο ενεργητικού: 4.000.000 ευρώ.
β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 8.000.000 ευρώ.
γ) Μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της περιόδου: 50 άτομα.
α) Σύνολο ενεργητικού: 20.000.000 ευρώ.
β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 40.000.000 ευρώ.
γ) Μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της περιόδου: 250 άτομα.
α) Σύνολο ενεργητικού: 20.000.000 ευρώ.
β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 40.000.000 ευρώ.
γ) Μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της περιόδου: 250 άτομα.
α) « Σύνολο ενεργητικού» είναι το ποσό του κονδυλίου « Σύνολο ενεργητικού» του υποδείγματος ισολογισμού Β.1.1 ή Β.1.2 ή Β.5, αναλόγως.
β) «Κύκλος εργασιών» είναι το ποσό του κονδυλίου « Κύκλος εργασιών (καθαρός)» του υποδείγματος της Κατάστασης αποτελεσμάτων Β.2.1 ή Β.2.2 ή Β.6, αναλόγως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ
Άρθρο 3
Λογιστικό σύστημα και βασικά λογιστικά αρχεία
α) Αρχείο στο οποίο καταχωρείται αναλυτικά κάθε συναλλαγή και γεγονός (ημερολόγιο).
β) Αρχείο με τις μεταβολές κάθε τηρούμενου λογαριασμού (αναλυτικό καθολικό).
γ) Σύστημα συγκέντρωσης του αθροίσματος των αυξήσεων και μειώσεων (χρεώσεων και πιστώσεων), καθώς και το υπόλοιπο κάθε τηρούμενου λογαριασμού (ισοζύγιο).
α) Τα πάσης φύσεως έσοδα διακεκριμένα σε έσοδα από πώληση εμπορευμάτων, από πώληση προϊόντων, από παροχή υπηρεσιών και λοιπά έσοδα.
β) Τα πάσης φύσεως κέρδη.
γ) Τις πάσης φύσεως αγορές περιουσιακών στοιχείων, διακεκριμένα σε αγορές εμπορευμάτων, υλικών (πρώτων ή βοηθητικών υλών), παγίων και αγορές λοιπών περιουσιακών στοιχείων.
δ) Τα πάσης φύσεως έξοδα, διακεκριμένα σε αμοιβές προσωπικού συμπεριλαμβανομένων εισφορών σε ασφαλιστικούς οργανισμούς, αποσβέσεις, έξοδα από τη λήψη λοιπών υπηρεσιών και λοιπά έξοδα.
ε) Τις πάσης φύσεως ζημίες.
στ) Τους πάσης φύσεως φόρους και τέλη, ξεχωριστά κατά είδος.
Άρθρο 4
Αλλα λογιστικά αρχεία
α) Τα ποσοτικά δεδομένα της φυσικής απογραφής (σύντομη περιγραφή είδους, μονάδα μέτρησης και ποσότητα), κατά είδος και διακεκριμένα για κάθε αποθηκευτικό
χώρο.
β) Η κατά μονάδα αξία επιμέτρησης, καθώς και η συνολική αξία επιμέτρησης του κάθε είδους.
γ) Ο προσδιορισμός της ποσότητας των αποθεμάτων δύναται να γίνεται με έμμεσες τεχνικές που είναι αξιόπιστες και κατάλληλα τεκμηριωμένες.
δ) Αναλώσιμα υλικά αγαθά που δεν είναι σημαντικά μπορούν να μην απογράφονται.
Άρθρο 5
Διασφάλιση αξιοπιστίας λογιστικού συστήματος
α) Τηρούνται με τάξη, πληρότητα και ορθότητα ως προς τον εντοπισμό, την καταγραφή και την επεξεργασία των λογιστικών δεδομένων που προκύπτουν από τις συναλλαγές και τα γεγονότα της οντότητας.
β) Συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις αυτού του νόμου.
γ) Υποστηρίζουν τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις αυτού του νόμου.
α) Τη διασφάλιση ότι υπάρχει αξιόπιστη και ελέγξιμη αλληλουχία τεκμηρίων (ελεγκτική αλυσίδα) για κάθε συναλλαγή ή γεγονός, από το χρόνο που προέκυψαν μέχρι το διακανονισμό τους.
β) Τη δημιουργία αξιόπιστης και ελέγξιμης αλληλουχίας τεκμηρίων, που διασφαλίζει την ευχερή συσχέτιση των συναλλαγών και άλλων γεγονότων με τα λογιστικά αρχεία και τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
γ) Την επίτευξη εύλογης διασφάλισης ως προς την αυθεντικότητα των παραστατικών (τεκμηρίων) της προηγούμενης παραγράφου και την ακεραιότητα του περιεχομένου τους, με σκοπό την επιβεβαίωση της προέλευσης αυτών και την τεκμηρίωση της συναλλαγής.
α) η πλήρης επωνυμία ή το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση και ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) του εμπλεκόμενου μέρους,
β) η ποσότητα και το είδος των διακινούμενων αγαθών, και
γ) η ημερομηνία που έγινε η διακίνηση.
Άρθρο 6
Χρόνος ενημέρωσης λογιστικών αρχείων
α) Όταν η οντότητα συντάσσει ισολογισμό, η ενημέρωση για τα εκδιδόμενα ή λαμβανόμενα παραστατικά του κάθε μήνα γίνεται το αργότερο μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα.
β) Όταν η οντότητα δεν συντάσσει ισολογισμό, η ενημέρωση για τα εκδιδόμενα ή λαμβανόμενα παραστατικά του κάθε ημερολογιακού τριμήνου γίνεται το αργότερο μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από τη λήξη του τριμήνου.
γ) Σε κάθε περίπτωση, η ενημέρωση γίνεται εντός του απαιτούμενου χρόνου για την έγκαιρη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
α) έξι μήνες από τη λήξη της περιόδου ή
β) το χρονικό όριο που επιτρέπει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που τίθενται από τη φορολογική ή άλλη νομοθεσία της χώρας.
Άρθρο 7
Διαφύλαξη λογιστικών αρχείων
α) Πέντε (5) έτη από τη λήξη της περιόδου.
β) Το χρόνο που ορίζεται από άλλη νομοθεσία.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΑ ΠΩΛΗΣΕΩΝ
Άρθρο 8
Τιμολόγιο πώλησης
α) Την ημερομηνία έκδοσης.
β) Την επωνυμία, τη διεύθυνση και τον αριθμό φορολογικού μητρώου του αντισυμβαλλόμενου.
γ) Την ποσότητα και το είδος των παραδιδόμενων αγαθών ή την έκταση και το είδος των παρεχόμενων υπηρεσιών.
δ) Την ημερομηνία κατά την οποία πραγματοποιήθηκε ή ολοκληρώθηκε η παράδοση αγαθών ή η παροχή υπηρεσιών.
ε) Την αξία μονάδας αγαθού ή υπηρεσίας, κατά περίπτωση, και το συνολικό ποσό της συναλλαγής.
στ) Το είδος και το ποσό τυχόν φορολογικών επιβαρύνσεων.
Άρθρο 9
Περιεχόμενο τιμολογίου
α) Την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου.
β) Τον αύξοντα αριθμό για μία ή περισσότερες σειρές τιμολογίων, ο οποίος χαρακτηρίζει το τιμολόγιο με μοναδικό τρόπο.
γ) Τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.), με βάση τον οποίο ο πωλητής πραγματοποίησε την παράδοση των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών.
δ) Τον Α. Φ. Μ. του πελάτη, με βάση τον οποίο έλαβε χώρα η παράδοση των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών.
ε) Την πλήρη επωνυμία και την πλήρη διεύθυνση του πωλητή και του πελάτη που αποκτά τα αγαθά ή λαμβάνει τις υπηρεσίες.
στ) Την ποσότητα και το είδος των παραδιδόμενων αγαθών ή την έκταση και το είδος των παρεχόμενων υπηρεσιών, εκτός εάν η έκταση και το είδος των παρεχόμενων υπηρεσιών προκύπτει από άλλα έγγραφα στα οποία παραπέμπει το τιμολόγιο.
ζ) Την ημερομηνία κατά την οποία πραγματοποιήθηκε ή ολοκληρώθηκε η παράδοση αγαθών ή η παροχή υπηρεσιών, εφόσον η ημερομηνία αυτή δεν συμπίπτει με την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου.
η) Την αξία αγαθών ή υπηρεσιών ανά συντελεστή Φ.Π.Α., την αξία που απαλλάσσεται Φ.Π.Α., την αξία μονάδας αγαθού ή υπηρεσίας χωρίς Φ.Π.Α., καθώς και την αξία κάθε έκπτωσης ή επιστροφής, εάν δεν συμπεριλαμβάνονται στην τιμή μονάδας.
θ) Το συντελεστή Φ.Π.Α. που εφαρμόζεται.
ι) Το ποσό του οφειλόμενου Φ.Π.Α., εκτός εάν εφαρμόζεται ειδικό καθεστώς, σύμφωνα με το οποίο η πληροφορία αυτή παραλείπεται.
ια) Τον όρο «Αυτο-τιμολόγηση», όταν το τιμολόγιο εκδίδεται από τον λήπτη των αγαθών ή των υπηρεσιών.
ιβ) Όταν η πράξη απαλλάσσεται από Φ.Π.Α., η διάταξη της εθνικής νομοθεσίας (ν. 2859/2000) ή η διάταξη της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ ή άλλη διάταξη, σύμφωνα με την οποία η παράδοση αγαθών ή η παροχή υπηρεσιών απαλλάσσεται από το φόρο αυτόν.
ιγ) Όταν ο λήπτης είναι υπόχρεος καταβολής του Φ.Π.Α., η αναφορά «Αντίστροφη επιβάρυνση».
ιδ) Επί ενδοκοινοτικής παράδοσης ενός καινούργιου μεταφορικού μέσου, τα στοιχεία που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία περί Φ.Π.Α., βάσει της Οδηγίας
2006/112/ΕΚ.
ιε) Όταν εφαρμόζεται το καθεστώς του περιθωρίου κέρδους των πρακτορείων ταξιδίων, η αναφορά «Καθεστώς περιθωρίου – Ταξιδιωτικά πρακτορεία».
ιστ) Ο όρος «Καθεστώς περιθωρίου – Μεταχειρισμένα αγαθά» ή «Καθεστώς περιθωρίου – Έργα τέχνης» ή «Καθεστώς περιθωρίου – Αντικείμενα συλλεκτικής και αρχαιολογικής αξίας», όταν εφαρμόζεται ένα από τα ειδικά καθεστώτα που ισχύουν στον τομέα των μεταχειρισμένων αγαθών και των αντικειμένων καλλιτεχνικής, συλλεκτικής και αρχαιολογικής αξίας, αντίστοιχα.
ιζ) Όταν ο υπόχρεος στο Φ.Π.Α. είναι φορολογικός αντιπρόσωπος κατά την έννοια της ισχύουσας νομοθεσίας περί Φ.Π.Α. και της σχετικής Οδηγίας 2006/112/ΕΚ, τα πλήρη στοιχεία του εν λόγω προσώπου, καθώς και τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) αυτού.
Άρθρο 10
Απλοποιημένο τιμολόγιο και συγκεντρωτικό τιμολόγιο
α) όταν το ποσό του τιμολογίου δεν υπερβαίνει το ποσό των 100 ευρώ, ή
β) όταν το εκδιδόμενο τιμολόγιο είναι έγγραφο της παρ. 3 του άρθρου 8.
α) Την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου.
β) Προσδιορισμό της οντότητας που πωλεί τα αγαθά ή τις υπηρεσίες.
γ) Τον προσδιορισμό των αγαθών ή των υπηρεσιών που προσφέρονται.
δ) Το ποσό του Φ.Π.Α. που οφείλεται ή τις απαιτούμενες πληροφορίες για τον υπολογισμό του.
ε) Στην περίπτωση έκδοσης τιμολογίου, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 8, αναφορά στο αρχικό τιμολόγιο και τις συγκεκριμένες ενδείξεις (δεδομένα) που τροποποιούνται.
Άρθρο 11
Χρόνος έκδοσης τιμολογίου
α) Σε περίπτωση πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα της παράδοσης ή αποστολής αγαθών ή της ολοκλήρωσης της υπηρεσίας, κατά περίπτωση.
β) Σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής αγαθών, υπηρεσίας ή κατασκευής έργου, το τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα από την περίοδο στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί.
γ) Σε περίπτωση απόκτησης δικαιώματος λήψης υπηρεσίας, με την απόκτηση του δικαιώματος αυτού.
δ) Στην περίπτωση έκδοσης συγκεντρωτικού τιμολογίου της παρ. 3 του άρθρου 10, το συγκεντρωτικό τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η του επόμενου μήνα από το μήνα εντός του οποίου πραγματοποιήθηκε το πρώτο γεγονός πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών που συμπεριλαμβάνεται στο συγκεντρωτικό τιμολόγιο.
ε) Ειδικά, όταν ο αγοραστής των αγαθών ή υπηρεσιών είναι το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, το τιμολόγιο δύναται να εκδίδεται μέχρι το τέλος της ετήσιας περιόδου μέσα στην οποία έγινε η παράδοση ή η αποστολή των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών ή η πιστοποίηση δημόσιων έργων ή η οριστικοποίηση της συναλλαγής από τον αγοραστή, κατά περίπτωση.
Άρθρο 12
Εκδιδόμενα στοιχεία για λιανική πώληση αγαθών ή υπηρεσιών
α) Την ημερομηνία έκδοσης.
β) Τον αύξοντα αριθμό για μία ή περισσότερες σειρές στοιχείων λιανικής πώλησης, ο οποίος χαρακτηρίζει το στοιχείο αυτό με μοναδικό τρόπο.
γ) Τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.), με βάση τον οποίο ο πωλητής πραγματοποίησε την παράδοση των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών.
δ) Το πλήρες όνομα και την πλήρη διεύθυνση του πωλητή των αγαθών ή υπηρεσιών.
ε) Το συντελεστή Φ.Π.Α. που εφαρμόζεται και τη μικτή αξία πώλησης που αυτός αφορά.
α) Τον τύπο και το σειριακό αριθμό (κωδικό) του κατασκευαστή του χρησιμοποιούμενου μέσου που απαιτείται για την ταυτοποίηση του εν λόγω μέσου.
β) Την ημερομηνία απόκτησης και την ημερομηνία οριστικής παύσης της χρήσης του μέσου.
Άρθρο 13
Χρόνος έκδοσης στοιχείων λιανικής πώλησης
Το στοιχείο λιανικής πώλησης (απόδειξη ή τιμολόγιο) εκδίδεται:
α) Σε περίπτωση πώλησης αγαθών, κατά το χρόνο παράδοσης ή την έναρξη της αποστολής. Όταν η παράδοση των πωλούμενων αγαθών γίνεται από τρίτο, το στοιχείο λιανικής πώλησης εκδίδεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την παράδοση.
β) Σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών, με την ολοκλήρωση της παροχής της υπηρεσίας.
γ) Σε περίπτωση απόκτησης δικαιώματος λήψης υπηρεσίας, με την απόκτηση του δικαιώματος αυτού.
δ) Σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας ή κατασκευής έργου, το παραστατικό της πώλησης εκδίδεται όταν μέρος της αμοιβής καθίσταται απαιτητό για το μέρος της υπηρεσίας ή του έργου που έχει ολοκληρωθεί και σε κάθε περίπτωση με την ολοκλήρωση της υπηρεσίας ή του έργου.
Άρθρο 14
Ηλεκτρονικό τιμολόγιο
Άρθρο 15
Αυθεντικότητα του τιμολογίου
α) Χρήση προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής που έχει δημιουργηθεί από έναν μηχανισμό δημιουργίας ασφαλών ηλεκτρονικών υπογραφών και στηρίζεται σε πιστοποιητικό εγκεκριμένου φορέα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του π.δ.150/2001 (Α 125).
β) Ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων (EDI), όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 της σύστασης 1994/820/ΕΚ της Επιτροπής, της 19ης Οκτωβρίου 1994 (Επίσημη Εφημερίδα Ε.Κ. EL 388/28.12.1994), εφόσον η συμφωνία σχετικά με αυτήν την ανταλλαγή προβλέπει τη χρησιμοποίηση διαδικασιών που εγγυώνται τη γνησιότητα της προέλευσης και την ακεραιότητα των δεδομένων.
γ) Εκκαθάριση συναλλαγών πωλήσεων μέσω ενός πα-ρόχου υπηρεσιών πληρωμών που τελεί υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με το ν. 3862/2010.
δ) Χρήση των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, σύμφωνα με τις παραγράφους 8 και 9 του άρθρου 12.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
ΑΡΧΕΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ
Άρθρο 16
Ορισμός των χρηματοοικονομικών καταστάσεων
α) Τον Ισολογισμό ή Κατάσταση Χρηματοοικονομικής Θέσης (Πίνακας).
β) Την Κατάσταση Αποτελεσμάτων (Πίνακας).
γ) Την Κατάσταση Μεταβολών Καθαρής Θέσης (Πίνακας).
δ) Την Κατάσταση Χρηματοροών (Πίνακας).
ε) Το Προσάρτημα (Σημειώσεις).
α) Τον Ισολογισμό ή Κατάσταση Χρηματοοικονομικής Θέσης (Πίνακας).
β) Την Κατάσταση Αποτελεσμάτων (Πίνακας).
γ) Την Κατάσταση Μεταβολών Καθαρής Θέσης (Πίνακας).
δ) Το Προσάρτημα (Σημειώσεις).
α) Τον Ισολογισμό ή Κατάσταση Χρηματοοικονομικής Θέσης (Πίνακας).
β) Την Κατάσταση Αποτελεσμάτων (Πίνακας).
γ) Το Προσάρτημα (Σημειώσεις).
α) Περαιτέρω ανάλυση των κονδυλίων των χρηματοοικονομικών καταστάσεων υπό τον όρο ότι θα τηρείται η διάρθρωση των υποδειγμάτων.
β) Νέα κονδύλια μπορούν να προστίθενται, υπό τον όρο ότι το περιεχόμενό τους δεν περιλαμβάνεται σε άλλο κονδύλι προβλεπόμενο στα υποδείγματα.
γ) Τα κονδύλια των χρηματοοικονομικών καταστάσεων μπορούν να συγχωνεύονται όταν:
γ1) τα ποσά τους είναι ασήμαντα σε σχέση με τους σκοπούς της εύλογης παρουσίασης της παρ. 2 του άρθρου 16 ή και
γ2) η συγχώνευση παρέχει μεγαλύτερη σαφήνεια.
Άρθρο 17
Γενικές αρχές σύνταξης χρηματοοικονομικών καταστάσεων
α) Οι λογιστικές πολιτικές χρησιμοποιούνται με συνέπεια από περίοδο σε περίοδο, ώστε να διασφαλίζεται η συγκρισιμότητα των χρηματοοικονομικών πληροφοριών. Σε περιπτώσεις αλλαγής αυτών, έχει εφαρμογή το άρθρο 28 αυτού του νόμου.
β) Όταν τα ποσά της προηγούμενης περιόδου (ή περιόδων, όταν παρουσιάζονται περισσότερες περίοδοι) δεν είναι συγκρίσιμα με τα αντίστοιχα της τρέχουσας περιόδου, τα ποσά της προηγούμενης περιόδου (περιόδων) προσαρμόζονται αναλόγως, ώστε να γίνουν συγκρίσιμα.
γ) Η αναγνώριση και η επιμέτρηση των στοιχείων του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων γίνεται με σύνεση και ξεχωριστά για κάθε στοιχείο. Συμψηφισμοί μεταξύ περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων ή μεταξύ εξόδων και εσόδων δεν επιτρέπονται, εκτός εάν τέτοιος συμψηφισμός προβλέπεται από τον παρόντα νόμο.
δ) Όλες οι αρνητικές προσαρμογές της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων αναγνωρίζονται στην περίοδο που λαμβάνουν χώρα, ανεξάρτητα από το εάν το αποτέλεσμα της περιόδου είναι κέρδος ή ζημία.
ε) Όλα τα στοιχεία του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων που προκύπτουν στην τρέχουσα περίοδο αναγνωρίζονται στην περίοδο αυτή βάσει της αρχής του δουλευμένου.
στ) Όλα τα στοιχεία του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων που προέκυψαν σε προηγούμενη περίοδο, αλλά δεν έχουν αναγνωριστεί κατάλληλα βάσει των προβλέψεων του παρόντος νόμου, αναγνωρίζονται στην τρέχουσα περίοδο, σύμφωνα με το άρθρο 28 του παρόντος νόμου.
ζ) Με την επιφύλαξη του άρθρου 28 του παρόντος νόμου, τα υπόλοιπα έναρξης του ισολογισμού σε κάθε περίοδο συμφωνούν με τα αντίστοιχα υπόλοιπα λήξης της προηγούμενης περιόδου.
η) Η παραδοχή της συνέχισης της δραστηριότητας αξιολογείται τουλάχιστον για διάστημα 12 μηνών μετά την ημερομηνία του ισολογισμού.
θ) Με την επιφύλαξη του άρθρου 24 του παρόντος νόμου, κέρδη που δεν έχουν πραγματοποιηθεί την ημερομηνία του ισολογισμού, δεν αναγνωρίζονται.
α) Τα περιουσιακά στοιχεία επιμετρώνται στις καθαρές ρευστοποιήσιμες αξίες τους.
β) Οι υποχρεώσεις, περιλαμβανομένων των προβλέψεων, επιμετρώνται στα ποσά που αναμένεται να απαιτηθούν για το διακανονισμό τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗΣ
Άρθρο 18
Ενσώματα και άυλα πάγια περιουσιακά στοιχεία
α) Η υπεραξία, ως άυλο στοιχείο.
β) Οι δαπάνες βελτίωσης παγίων.
γ) Οι δαπάνες επισκευής και συντήρησης, μόνο όταν εμπίπτουν στον ορισμό του περιουσιακού στοιχείου. Σε κάθε άλλη περίπτωση, οι σχετικές δαπάνες αναγνωρίζονται ως έξοδο, σύμφωνα με το άρθρο 25.
δ) Οι δαπάνες ανάπτυξης, οι οποίες αναγνωρίζονται ως περιουσιακό στοιχείο όταν, και μόνον όταν, πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
δ1) Υπάρχει πρόθεση και τεχνική δυνατότητα εκ μέρους της οντότητας να ολοκληρώσει τα σχετικά στοιχεία, ούτως ώστε να είναι διαθέσιμα προς χρήση ή διάθεση.
δ2) Εκτιμάται ως σφόδρα πιθανό ότι τα στοιχεία αυτά θα αποφέρουν μελλοντικά οικονομικά οφέλη.
δ3) Υπάρχει αξιόπιστο σύστημα επιμέτρησης των αποδοτέων σε αυτά ποσών κόστους.
Σε κάθε άλλη περίπτωση, η σχετική δαπάνη αναγνωρίζεται ως έξοδο, σύμφωνα με το άρθρο 25.
ε) Το κόστος αποσυναρμολόγησης, απομάκρυνσης ή αποκατάστασης ενσώματων πάγιων στοιχείων, όταν η σχετική υποχρέωση γεννάται για την επιχείρηση ως αποτέλεσμα της εγκατάστασης του παγίου ή της χρήσης του στη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου, για σκοπούς άλλους από την παραγωγή αποθεμάτων στη διάρκεια αυτής της περιόδου. Όταν το εν λόγω κόστος σχετίζεται με την παραγωγή αποθεμάτων στη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου, το κόστος αυτό επιβαρύνει τα παραχθέντα αποθέματα.
α) Το κόστος κτήσης ενός ιδιοπαραγόμενου παγίου περιλαμβάνει το σύνολο των δαπανών που απαιτούνται για να φθάσει το στοιχείο στην κατάσταση λειτουργίας για την οποία προορίζεται.
β) Το κόστος ενός ιδιοπαραγόμενου παγίου περιλαμβάνει το κόστος πρώτων υλών, αναλώσιμων υλικών, εργασίας και άλλο κόστος που σχετίζεται άμεσα με το εν λόγω πάγιο στοιχείο.
γ) Το κόστος ενός ιδιοπαραγόμενου παγίου περιλαμβάνει επίσης μια εύλογη αναλογία σταθερών και μεταβλητών εξόδων που σχετίζονται έμμεσα με το εν λόγω πάγιο στοιχείο, στο βαθμό που τα ποσά αυτά αναφέρονται στην περίοδο κατασκευής.
δ) Το κόστος ενός ιδιοπαραγόμενου παγίου μακράς περιόδου κατασκευής ή παραγωγής μπορεί να επιβαρύνεται με τόκους εντόκων υποχρεώσεων κατά το μέρος που αναλογούν σε αυτό.
ε) Ημιτελή ιδιοπαραγόμενα πάγια στοιχεία επιμετρώ-νται στο κόστος που έχουν απορροφήσει κατά την ημερομηνία του ισολογισμού.
στ) Με την εξαίρεση των δαπανών ανάπτυξης της παραγράφου 1, εσωτερικώς δημιουργούμενα άυλα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της υπεραξίας, δεν αναγνωρίζονται.
α) Αποσβέσεις
α.1) Η αξία των παγίων περιουσιακών στοιχείων που έχουν περιορισμένη ωφέλιμη ζωή υπόκειται σε απόσβεση. Η απόσβεση αρχίζει όταν το περιουσιακό στοιχείο είναι έτοιμο για τη χρήση για την οποία προορίζεται και υπολογίζεται με βάση την εκτιμώμενη ωφέλιμη οικονομική ζωή του.
α.2) Η διοίκηση της οντότητας έχει την ευθύνη επιλογής της κατάλληλης μεθόδου απόσβεσης για τη συστηματική κατανομή της αξίας του παγίου στην ωφέλιμη οικονομική ζωή του.
α.3) Η απόσβεση διενεργείται είτε με τη σταθερή μέθοδο είτε με τη φθίνουσα μέθοδο είτε με τη μέθοδο των παραγόμενων μονάδων.
α.4) Η γη δεν υπόκειται σε απόσβεση. Ωστόσο, βελτιώσεις αυτής με περιορισμένη ωφέλιμη ζωή υπόκεινται σε απόσβεση.
α.5) Έργα τέχνης, αντίκες, κοσμήματα και άλλα πάγια στοιχεία που δεν υπόκεινται σε φθορά ή αχρήστευση, δεν αποσβένονται.
α.6) Η υπεραξία και τα άυλα περιουσιακά στοιχεία με απεριόριστη ζωή δεν υπόκεινται σε απόσβεση. Στην περίπτωση αυτή τα εν λόγω στοιχεία υπόκεινται σε ετήσιο έλεγχο απομείωσης της αξίας τους.
α.7) Η υπεραξία, οι δαπάνες ανάπτυξης και τα άυλα περιουσιακά στοιχεία με ωφέλιμη ζωή που δεν μπορεί να προσδιοριστεί αξιόπιστα υπόκεινται σε απόσβεση, με περίοδο απόσβεσης τα δέκα (10) έτη.
β) Απομείωση
β.1) Τα πάγια περιουσιακά στοιχεία που επιμετρώνται στο κόστος ή στο αποσβέσιμο κόστος υπόκεινται σε έλεγχο απομείωσης της αξίας τους, όταν υπάρχουν σχετικές ενδείξεις. Ζημίες απομείωσης προκύπτουν όταν η ανακτήσιμη αξία ενός παγίου καταστεί μικρότερη από τη λογιστική του αξία. Η αναγνώριση της ζημίας απομείωσης γίνεται όταν εκτιμάται ότι η απομείωση είναι μόνιμου χαρακτήρα.
β.2) Ενδείξεις απομείωσης, μεταξύ άλλων, αποτελούν:
(i) η μείωση της αξίας ενός στοιχείου πέραν του ποσού που θα αναμενόταν ως αποτέλεσμα του χρόνου ή της κανονικής χρήσης του,
(ii) δυσμενείς μεταβολές στο τεχνολογικό, οικονομικό και νομικό περιβάλλον της οντότητας,
(iii) η αύξηση των επιτοκίων της αγοράς ή άλλων ποσοστών αποδόσεων μιας επένδυσης που είναι πιθανόν να οδηγήσει σε σημαντική μείωση της ανακτήσιμης αξίας του στοιχείου και
(iv) απαξίωση ή φυσική βλάβη ενός στοιχείου.
β.3) Οι ζημίες απομείωσης αναγνωρίζονται στα αποτελέσματα ως έξοδο.
β.4) Οι ζημίες απομείωσης αναστρέφονται στα αποτελέσματα, όταν οι συνθήκες που τις προκάλεσαν παύουν να υφίστανται.
β.5) Ειδικά, η απομείωση υπεραξίας δεν αναστρέφεται.
β.6) Η λογιστική αξία ενός παγίου μετά την αναστροφή της ζημίας απομείωσης δεν μπορεί να υπερβεί τη λογιστική αξία που θα είχε το πάγιο εάν δεν είχε αναγνωριστεί η ζημία απομείωσης.
α) Ένα πάγιο στοιχείο παύει να αναγνωρίζεται στον ισολογισμό όταν το στοιχείο αυτό διατίθεται ή όταν δεν αναμένονται πλέον μελλοντικά οικονομικά οφέλη από τη χρήση ή τη διάθεσή του.
β) Το κέρδος ή ζημία που προκύπτει από την παύση αναγνώρισης παγίου στοιχείου προσδιορίζεται ως η διαφορά μεταξύ του καθαρού προϊόντος της διάθεσης, αν υπάρχει, και της λογιστικής αξίας του στοιχείου.
γ) Το κέρδος ή η ζημία από την παύση αναγνώρισης παγίου στοιχείου περιλαμβάνεται στην κατάσταση αποτελεσμάτων στο χρόνο που το στοιχείο παύει να αναγνωρίζεται, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τον παρόντα νόμο.
α) Ένα περιουσιακό στοιχείο που περιέρχεται στην οντότητα (μισθωτής) με χρηματοδοτική μίσθωση αναγνωρίζεται ως περιουσιακό στοιχείο της οντότητας με το κόστος κτήσης που θα είχε προκύψει εάν το στοιχείο αυτό είχε αγοραστεί, με ταυτόχρονη αναγνώριση αντίστοιχης υποχρέωσης προς την εκμισθώτρια οντότητα (υποχρέωση χρηματοδοτικής μίσθωσης). Μεταγενέστερα, τα εν λόγω πάγια στοιχεία αντιμετωπίζονται λογιστικά βάσει των προβλέψεων του παρόντος νόμου για τα αντίστοιχα ιδιόκτητα στοιχεία. Η υποχρέωση χρηματοδοτικής μίσθωσης αντιμετωπίζεται ως δάνειο, το δε μίσθωμα διαχωρίζεται σε χρεολύσιο, το οποίο μειώνει το δάνειο, και σε τόκο που αναγνωρίζεται ως χρηματοοικονομικό έξοδο.
β) Από την πλευρά του εκμισθωτή, τα περιουσιακά στοιχεία που εκμισθώνονται σε τρίτους δυνάμει χρηματοδοτικής μίσθωσης εμφανίζονται αρχικά ως απαιτήσεις με ποσό ίσο με την καθαρή επένδυση στη μίσθωση. Μεταγενέστερα η απαίτηση χρηματοδοτικής μίσθωσης αντιμετωπίζεται ως χορηγηθέν δάνειο, το δε μίσθωμα διαχωρίζεται σε χρεολύσιο, το οποίο μειώνει το δάνειο, και σε τόκο που αναγνωρίζεται ως χρηματοοικονομικό έσοδο.
γ) Πώληση περιουσιακών στοιχείων που στη συνέχεια επαναμισθώνονται με χρηματοδοτική μίσθωση, λογιστικά αντιμετωπίζεται από τον πωλητή ως εγγυημένος δανεισμός. Το εισπραττόμενο από την πώληση ποσό αναγνωρίζεται ως υποχρέωση η οποία μειώνεται με τα καταβαλλόμενα χρεολύσια, ενώ οι σχετικοί τόκοι αναγνωρίζονται ως χρηματοοικονομικό έξοδο. Τα πωληθέντα στοιχεία συνεχίζουν να αναγνωρίζονται στον ισολογισμό ως περιουσιακά στοιχεία.
α) Ο εκμισθωτής παγίων παρουσιάζει στον ισολογισμό του τα εκμισθωμένα σε τρίτους περιουσιακά στοιχεία βάσει λειτουργικής μίσθωσης, σύμφωνα με τη φύση του κάθε περιουσιακού στοιχείου. Τα μισθώματα αναγνωρίζονται ως έσοδα στα αποτελέσματα με τη σταθερή μέθοδο σε ολόκληρη τη διάρκεια της μίσθωσης, εκτός εάν μία άλλη συστηματική μέθοδος είναι περισσότερο αντιπροσωπευτική για την κατανομή του εσόδου των μισθωμάτων στη διάρκεια της μίσθωσης.
β) Ο μισθωτής παγίων βάσει λειτουργικής μίσθωσης αναγνωρίζει τα μισθώματα ως έξοδα στα αποτελέσματα με τη σταθερή μέθοδο σε όλη τη διάρκεια της μίσθωσης, εκτός εάν μία άλλη συστηματική μέθοδος είναι περισσότερο αντιπροσωπευτική για την κατανομή του εξόδου των μισθωμάτων στη διάρκεια της μίσθωσης.
Άρθρο 19
Χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία
α) Υπάρχουν προφανείς, σοβαρές χρηματοοικονομικές δυσκολίες του εκδότη ή του υπόχρεου των χρηματοοικονομικών στοιχείων ή
β) η λογιστική αξία είναι σημαντικά υψηλότερη από την εύλογη αξία αυτών των στοιχείων (όταν η εύλογη αξία υπάρχει) ή
γ) δυσμενείς τοπικές, εθνικές ή διεθνείς συνθήκες αυξάνουν την πιθανότητα αθέτησης βασικών δεσμεύσεων που απορρέουν από τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία.
α) Την παρούσα αξία του ποσού που εκτιμάται ότι θα ληφθεί από το περιουσιακό στοιχείο, υπολογιζόμενη με τη χρήση του αρχικού πραγματικού επιτοκίου ή
β) την εύλογη αξία του στοιχείου, μειωμένη με το απαιτούμενο κόστος πώλησης.
α) Εκπνεύσουν τα συμβατικά δικαιώματα επί των ταμιακών ροών του στοιχείου ή
β) μεταβιβάσει όλους ουσιαστικά τους κινδύνους και τα οφέλη που προκύπτουν από την κυριότητα του στοιχείου αυτού.
Άρθρο 20
Επιμέτρηση αποθεμάτων και υπηρεσιών
α) Το κόστος πρώτων υλών, αναλώσιμων υλικών, εργασίας και άλλο κόστος που σχετίζεται άμεσα με το εν λόγω στοιχείο και
β) μία εύλογη αναλογία σταθερών και μεταβλητών εξόδων που σχετίζονται έμμεσα με το εν λόγω στοιχείο, στο βαθμό που τα έξοδα αυτά αναφέρονται στην περίοδο παραγωγής.
α) Προσδιορίζεται, σύμφωνα με τη μέθοδο «Πρώτο Εισαχθέν – Πρώτο Εξαχθέν» (FIFO) ή τη μέθοδο του μέσου σταθμικού όρου ή άλλη τεκμηριωμένα γενικά αποδεκτή μέθοδο. Η χρήση της μεθόδου «Τελευταίο Εισαχθέν – Πρώτο Εξαχθέν» (LIFO) δεν επιτρέπεται.
β) Η ίδια μέθοδος χρησιμοποιείται για όλα τα αποθέματα που έχουν παρόμοια φύση και χρήση από την οντότητα. Για αποθέματα με διαφορετική φύση ή χρήση διαφορετικές μέθοδοι μπορεί να δικαιολογούνται.
γ) Το κόστος αποθεμάτων που δεν είναι συνήθως αντικαταστατά, καθώς και των αγαθών ή υπηρεσιών που παράγονται και προορίζονται για ειδικά έργα, προσδιορίζεται με τη μέθοδο του εξατομικευμένου κόστους.
Άρθρο 21
Προκαταβολές δαπανών και λοιπά μη χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία
Άρθρο 22
Υποχρεώσεις
Άρθρο 23
Κρατικές επιχορηγήσεις και αναβαλλόμενοι φόροι
Άρθρο 24
Επιμέτρηση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων στην εύλογη αξία
α) Κέρδη (θετικές διαφορές) από την επιμέτρηση των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων στην εύλογη αξία τους αναγνωρίζονται, κατά στοιχείο ακινήτου, ως διαφορά στην καθαρή θέση στην περίοδο που προκύπτουν.
β) Ζημιές (αρνητικές διαφορές) από την επιμέτρηση των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων στην εύλογη αξία τους πρώτα συμψηφίζουν τυχόν υπάρχουσα θετική διαφορά εύλογης αξίας της καθαρής θέσης κατά περιουσιακό στοιχείο και το απομένον ποσό αναγνωρίζεται ως ζημία απομείωσης στα αποτελέσματα της περιόδου που προκύπτει.
γ) Το ποσό των θετικών διαφορών εύλογης αξίας (κέρδος) της καθαρής θέσης μπορεί να μεταφέρεται κατευθείαν στα αποτελέσματα εις νέον, στο βαθμό που το σχετικό ποσό έχει καταστεί πραγματοποιημένο. Η μεταφορά γίνεται είτε σταδιακά, καθώς το περιουσιακό στοιχείο αποσβένεται, είτε εφάπαξ κατά τη διαγραφή ή την καθ’ οιονδήποτε τρόπο διάθεση του στοιχείου από το οποίο προέρχεται η σχετική διαφορά.
δ) Η εύλογη αξία ενός στοιχείου, εφόσον έχει επιλεγεί η εν λόγω μέθοδος για την επιμέτρηση του, επανεκτιμάται τουλάχιστον ανά τετραετία και σε κάθε περίπτωση όταν οι συνθήκες της αγοράς υποδηλώνουν ότι η λογιστική αξία του στοιχείου διαφέρει σημαντικά από την εύλογη αξία του.
ε) Η εύλογη αξία ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων εκτιμάται κανονικά από επαγγελματία εκτιμητή που διαθέτει τα κατάλληλα προσόντα, λαμβάνοντας υπόψη δεδομένα της αγοράς και, σύμφωνα με τις αρχές των προτύπων του κλάδου της εκτιμητικής.
στ) Τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα που παρακολουθούνται σε εύλογες αξίες υπόκεινται σε απόσβεση όταν έχουν περιορισμένη ωφέλιμη ζωή. Η απόσβεση αυτή υπολογίζεται με βάση την αναπροσαρμοσμένη αξία.
α) Οι διαφορές από την επιμέτρηση των επενδυτικών ακινήτων στην εύλογη αξία τους αναγνωρίζονται ως κέρδη ή ζημίες στα αποτελέσματα της περιόδου που προκύπτουν.
β) Η εύλογη αξία των επενδυτικών ακινήτων προσδιορίζεται τουλάχιστον ανά διετία και σε κάθε περίπτωση όταν οι συνθήκες της αγοράς υποδηλώνουν ότι η λογιστική αξία του στοιχείου διαφέρει σημαντικά από την εύλογη αξία του.
γ) Η εύλογη αξία των επενδυτικών ακινήτων εκτιμάται κανονικά από επαγγελματία εκτιμητή που διαθέτει τα κατάλληλα προσόντα, λαμβάνοντας υπόψη δεδομένα της αγοράς και σύμφωνα με τις αρχές των προτύπων του κλάδου της εκτιμητικής.
δ) Όταν τα επενδυτικά ακίνητα επιμετρώνται στην εύλογη αξία δεν υπόκεινται σε απόσβεση.
α) Όταν εφαρμόζεται επιμέτρηση στην εύλογη αξία, τα βιολογικά περιουσιακά στοιχεία επιμετρώνται στην εύλογη αξία τους μείον το κόστος που απαιτείται για τη διάθεσή τους.
β) Τα βιολογικά περιουσιακά στοιχεία που επιμετρώ-νται στην εύλογη αξία τους δεν υπόκεινται σε απόσβεση.
γ) Διαφορές από την επιμέτρηση των βιολογικών περιουσιακών στοιχείων στην εύλογη αξία τους αναγνωρίζονται ως κέρδη ή ζημιές στα αποτελέσματα της περιόδου που προκύπτουν.
α) Εμπορεύματα οι τιμές των οποίων διαπραγματεύονται σε οργανωμένες αγορές και τα οποία προορίζονται για πώληση στα πλαίσια κερδοσκοπικών συναλλαγών, μπορούν να επιμετρώνται στην εύλογη αξία τους, μείον το κόστος που απαιτείται για τη διάθεσή τους.
β) Οι διαφορές από την επιμέτρηση των εν λόγω στοιχείων στην εύλογη αξία τους αναγνωρίζονται ως κέρδη ή ζημίες στα αποτελέσματα της περιόδου που προκύπτουν.
α) Οι διαφορές από την επιμέτρηση των διαθεσίμων για πώληση χρηματοοικονομικών στοιχείων στην εύλογη αξία τους (κέρδη ή ζημίες) αναγνωρίζονται ως στοιχείο (διαφορά) της καθαρής θέσης, στην περίοδο που προκύπτουν.
β) Το κονδύλι της καθαρής θέσης της περίπτωσης α’ μεταφέρεται στα αποτελέσματα όταν τα εν λόγω στοιχεία διαγραφούν ή όταν υπάρχουν αντικειμενικά τεκμήρια ότι τα περιουσιακά στοιχεία έχουν απομειωθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 19.
γ) Οι ζημιές απομείωσης της περίπτωσης β’ αναστρέφονται στα αποτελέσματα όταν οι λόγοι που τις προκάλεσαν παύουν να ισχύουν. Κατ’ εξαίρεση, οι ζημίες απο-μείωσης από τίτλους καθαρής θέσης (συμμετοχικούς τίτλους) αναστρέφονται κατευθείαν στην καθαρή θέση και όχι μέσω αποτελεσμάτων.
α) Οι διαφορές από την επιμέτρηση των εν λόγω στοιχείων στην εύλογη αξία τους αναγνωρίζονται ως κέρδη ή ζημιές στην περίοδο που προκύπτουν.
β) Παράγωγα χρηματοοικονομικά στοιχεία που δεν κατέχονται για σκοπούς αντιστάθμισης θεωρούνται μέρος του εμπορικού χαρτοφυλακίου.
α) Παράγωγα αντιστάθμισης εύλογης αξίας:
α1) Όταν επιλέγεται η επιμέτρηση στην εύλογη αξία, τόσο το αντισταθμισμένο στοιχείο (για τον κίνδυνο που αντισταθμίζεται) όσο και το αντίστοιχο μέσο αντιστάθμισης επιμετρώνται στην εύλογη αξία.
α2) Διαφορές από την επιμέτρηση του αντισταθμισμένου στοιχείου και του αντίστοιχου μέσου αντιστάθμισης αναγνωρίζονται ως κέρδη ή ζημίες της κατάστασης αποτελεσμάτων στην περίοδο που προκύπτουν.
β) Παράγωγα αντιστάθμισης ταμειακών ροών. Κέρδη και ζημιές από την επιμέτρηση του μέσου αντιστάθμισης αναγνωρίζονται ως στοιχείο (διαφορά) της καθαρής θέσης στην περίοδο που προκύπτουν. Αυτό το στοιχείο (διαφορά) της καθαρής θέσης μεταφέρεται στα αποτελέσματα στην ίδια περίοδο στην οποία οι αντισταθμισμένες ταμειακές ροές αναγνωρίζονται στα αποτελέσματα.
γ) Οι διαφορές από την επιμέτρηση των αντισταθμισμένων στοιχείων και των αντίστοιχων μέσων αντιστάθμισης υπό α’ ή β’ ανωτέρω, όταν αναγνωρίζονται ως κέρδη ή ζημιές στα αποτελέσματα συγχωνεύονται σε ένα κονδύλι.
δ) Η λογιστική της αντιστάθμισης της παραγράφου αυτής εφαρμόζεται εφόσον τεκμηριώνεται η ύπαρξη σχέσης αντιστάθμισης και η αντιστάθμιση αυτή είναι αποτελεσματική.
α) Η αγοραία αξία, στην περίπτωση χρηματοοικονομικών στοιχείων για τα οποία υπάρχει αγορά που δημιουργεί αξιόπιστες τιμές.
β) Εάν η αγοραία αξία δεν είναι άμεσα διαθέσιμη για ένα στοιχείο, αλλά μπορεί να εντοπιστεί για συστατικά του στοιχείου ή για ένα παρόμοιο στοιχείο, η εύλογη αξία μπορεί να προσδιοριστεί από τα συστατικά στοιχεία ή το παρόμοιο στοιχείο.
γ) Στην περίπτωση χρηματοοικονομικών στοιχείων για τα οποία δεν μπορεί να εντοπιστεί μια αξιόπιστη αγορά, η αξία που προκύπτει από γενικά αποδεκτά μοντέλα και τεχνικές μέτρησης, υπό τον όρο ότι αυτά τα μοντέλα και οι τεχνικές διασφαλίζουν μια εύλογη εκτίμηση της αγοραίας αξίας.
α) Η σύναψη της σύμβασης έγινε για να καλυφθούν οι αναμενόμενες, κατά το χρόνο της αγοράς και μεταγενέστερα, απαιτήσεις της οντότητας σε ό,τι αφορά την αγορά, χρήση ή πώληση του εμπορεύματος και η κάλυψη αυτών των απαιτήσεων εξακολουθεί να ισχύει.
β) Η σύμβαση ορίσθηκε ως σύμβαση επί εμπορευμάτων κατά τη σύναψή της και
γ) αναμένεται να διακανονιστεί με παράδοση των εμπορευμάτων.
α) Η μεταφορά χρηματοοικονομικών στοιχείων από και προς την κατηγορία «εμπορικό χαρτοφυλάκιο» δεν επιτρέπεται.
β) Η μεταφορά χρηματοοικονομικών στοιχείων από την κατηγορία «Μη παράγωγα χρηματοοικονομικά στοιχεία διακρατούμενα μέχρι τη λήξη» προς την κατηγορία «Διαθέσιμα για πώληση χρηματοοικονομικά στοιχεία» επιτρέπεται μόνον όταν η οντότητα πάψει να έχει την πρόθεση να διακρατήσει τα στοιχεία αυτά μέχρι τη λήξη τους. Στην περίπτωση αυτή, η διαφορά μεταξύ λογιστικής αξίας του μεταφερόμενου στοιχείου και εύλογης αξίας του κατά την ημερομηνία της μεταφοράς αναγνωρίζεται στην καθαρή θέση και υπόκειται στο χειρισμό της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου.
γ) Η μεταφορά χρηματοοικονομικών στοιχείων από την κατηγορία «Διαθέσιμα για πώληση χρηματοοικονομικά στοιχεία» προς την κατηγορία «Μη παράγωγα χρηματοοικονομικά στοιχεία διακρατούμενα μέχρι τη λήξη», επιτρέπεται μόνον όταν η οντότητα αποφασίσει ότι έχει εφεξής την πρόθεση να διακρατήσει τα στοιχεία αυτά μέχρι τη λήξη τους. Στην περίπτωση αυτή τυχόν διαφορές εύλογης αξίας της καθαρής θέσης από τα εν λόγω στοιχεία αποσβένεται τμηματικά μέχρι τη λήξη τους.
Άρθρο 25
Στοιχεία της κατάστασης αποτελεσμάτων
α) Μεταβιβάζονται στον αγοραστή οι ουσιαστικοί κίνδυνοι και τα οφέλη που συνδέονται με την κυριότητά τους.
β) Τα αγαθά γίνονται αποδεκτά από τον αγοραστή.
γ) Τα οικονομικά οφέλη από τη συναλλαγή μπορούν να επιμετρηθούν αξιόπιστα και θεωρείται σφόδρα πιθανή η εισροή τους στην οντότητα.
α) Οι τόκοι βάσει χρονικής αναλογίας με τη μέθοδο του πραγματικού επιτοκίου ή τη σταθερή μέθοδο.
β) Τα μερίσματα ή παρόμοιας φύσης εισόδημα από τη συμμετοχή στην καθαρή θέση άλλων οντοτήτων όταν εγκρίνονται από το αρμόδιο όργανο που αποφασίζει τη διανομή τους.
γ) Τα δικαιώματα βάσει των σχετικών συμβατικών όρων.
α) Τα έξοδα ίδρυσης.
β) Το κόστος κτήσης ή κόστος παραγωγής, κατά περίπτωση, των πωληθέντων αγαθών ή υπηρεσιών.
γ) Τις πάσης φύσεως δαπάνες μισθοδοσίας εργαζομένων, περιλαμβανομένων των προβλέψεων για μελλοντικές παροχές.
δ) Τα έξοδα έρευνας.
ε) Τα έξοδα ανάπτυξης.
στ) Τις επισκευές και συντηρήσεις.
ζ) Τις αποσβέσεις ενσώματων και άυλων πάγιων στοιχείων.
η) Τις προβλέψεις για λοιπούς κινδύνους και έξοδα.
θ) Τους τόκους και τα συναφή έξοδα.
ι) Τα έξοδα και τις ζημίες που προκύπτουν από την επιμέτρηση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
ια) Τις ζημίες που προκύπτουν από τη διαγραφή περιουσιακών στοιχείων.
ιβ) Τις λοιπές προκύπτουσες ζημίες που παρουσιάζονται με το καθαρό ποσό τους.
ιγ) Το φόρο εισοδήματος της περιόδου, τρέχοντα και αναβαλλόμενο, κατά περίπτωση.
ιδ) Κάθε άλλο έξοδο που έχει προκύψει και δεν περιλαμβάνεται στις προηγούμενες κατηγορίες.
Άρθρο 26
Στοιχεία της καθαρής θέσης
α) Το καταβληθέν από τους ιδιοκτήτες κεφάλαιο της οντότητας, συμπεριλαμβανομένου:
α.1) του υπέρ το άρτιο ποσού αυτού και
α.2) οποιασδήποτε εισφοράς των ιδιοκτητών εφόσον υπάρχει ανέκκλητη δέσμευση κεφαλαιοποίησής της και υποχρέωση της οντότητας για έκδοση μετοχών ή άλλων συμμετοχικών τίτλων προς τους συνεισφέροντες εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία της εισφοράς.
β) Τα αποθεματικά που σχηματίζονται βάσει διατάξεων της φορολογικής ή άλλης νομοθεσίας ή του καταστατικού.
γ) Τα αποτελέσματα εις νέον.
δ) Τις διαφορές από την επιμέτρηση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων στην εύλογη αξία τους, που αναγνωρίζονται κατευθείαν ως στοιχεία της καθαρής θέσης βάσει των προβλέψεων του παρόντος νόμου.
ε) Τους ιδίους τίτλους καθαρής θέσης της οντότητας, όταν συντρέχει περίπτωση που παρουσιάζονται ως ξεχωριστό στοιχείο αφαιρετικά της καθαρής θέσης.
στ) Κέρδη και ζημίες από τη διάθεση ή ακύρωση ιδίων τίτλων καθαρής θέσης, όταν συντρέχει περίπτωση, που αναγνωρίζονται κατευθείαν στην καθαρή θέση ως ξεχωριστό στοιχείο, προσθετικά ή αφαιρετικά αναλόγως.
Άρθρο 27
Συναλλαγές και στοιχεία σε ξένο νόμισμα
α) Τα νομισματικά στοιχεία μετατρέπονται με την ισοτιμία κλεισίματος της ημερομηνίας του ισολογισμού.
β) Τα μη νομισματικά στοιχεία που εκφράζονται σε ξένο νόμισμα και επιμετρώνται στο ιστορικό κόστος, μετατρέπονται με την ισοτιμία της αρχικής αναγνώρισης.
γ) Τα μη νομισματικά στοιχεία που εκφράζονται σε ξένο νόμισμα και επιμετρώνται στην εύλογη αξία, μετατρέπονται με την ισοτιμία της ημέρας στην οποία η εύλογη αξία προσδιορίστηκε. Οι διαφορές που προκύπτουν αντιμετωπίζονται λογιστικά με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζονται οι μεταβολές της εύλογης αξίας, σύμφωνα με το άρθρο 24.
Άρθρο 28
Μεταβολές λογιστικών πολιτικών και εκτιμήσεων και διόρθωση λαθών
α) Των λογιστικών αξιών των περιουσιακών στοιχείων, των υποχρεώσεων και της καθαρής θέσης, για τη σωρευτική επίδραση της μεταβολής κατά την έναρξη και λήξη της συγκριτικής και της τρέχουσας περιόδου, και
β) των εσόδων, κερδών, εξόδων και ζημιών, όσον αφορά την επίδραση επί των λογιστικών μεγεθών της συγκριτικής περιόδου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ (ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ) ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ
Άρθρο 29
Προσάρτημα (σημειώσεις) επί των χρηματοοικονομικών καταστάσεων
α) Οι οντότητες που δεν υποχρεούνται να παρέχουν τις πληροφορίες μιας παραγράφου του παρόντος άρθρου δύνανται να παρέχουν τις σχετικές πληροφορίες προαιρετικά. Στην περίπτωση αυτή, οι οντότητες παρέχουν τις εν λόγω πληροφορίες σε πλήρη συμφωνία με τα οριζόμενα στην αντίστοιχη παράγραφο αυτού του άρθρου.
β) Οι πληροφορίες επί των κονδυλίων των χρηματοοικονομικών καταστάσεων παρατίθενται με τη σειρά με την οποία τα κονδύλια αυτά παρουσιάζονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
γ) Όταν γίνεται χρήση συντομεύσεων, διαγραμμάτων ή συμβόλων στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις, δίνονται με σαφήνεια οι απαιτούμενες για την κατανόηση τους πληροφορίες. Ειδικότερα, γνωστοποιείται η μονάδα μέτρησης και το επίπεδο στρογγυλοποίησης των πα-ρατιθέμενων αριθμών.
δ) Όταν πληροφορίες του παρόντος άρθρου παρατίθενται στους πίνακες των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, οι πληροφορίες αυτές μπορεί να μην επαναλαμβάνονται στο προσάρτημα.
α) Την επωνυμία της οντότητας.
β) Το νομικό τύπο της οντότητας.
γ) Την περίοδο αναφοράς.
δ) Τη διεύθυνση της έδρας της οντότητας.
ε) Το δημόσιο μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένη η οντότητα ή αντίστοιχες πληροφορίες, κατά περίπτωση.
στ) Εάν η οντότητα λειτουργεί με την παραδοχή της συνεχιζόμενης δραστηριότητας.
ζ) Εάν η οντότητα είναι υπό εκκαθάριση.
η) Την κατηγορία της οντότητας (πολύ μικρή, μικρή, μεσαία, μεγάλη, δημοσίου συμφέροντος), σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
θ) Δήλωση ότι οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις έχουν καταρτιστεί σε πλήρη συμφωνία με τον παρόντα νόμο.
α) Το κόστος κτήσης ή το κόστος παραγωγής ή την εύλογη αξία (του άρθρου 24) σε περίπτωση που έχει εφαρμοστεί επιμέτρηση στην εύλογη αξία, στην αρχή και στο τέλος της περιόδου για κάθε κονδύλι.
β) Τις προσθήκες, τις μειώσεις και τις μεταφορές μεταξύ των κονδυλίων των παγίων κατά τη διάρκεια της περιόδου.
γ) Τις αποσβέσεις και απομειώσεις αξίας που αφορούν την περίοδο.
δ) Τις σωρευμένες αποσβέσεις και απομειώσεις στην αρχή και στο τέλος της περιόδου.
ε) Τις λοιπές μεταβολές των σωρευμένων αποσβέσεων και απομειώσεων κατά τη διάρκεια της περιόδου.
στ) Το ποσό με το οποίο προσαυξήθηκε η αξία κτήσης πάγιων περιουσιακών στοιχείων λόγω κεφαλαιοποίησης τόκων στην περίοδο, σύμφωνα με την παράγραφο 2δ του άρθρου 18.
ζ) Λοιπές μεταβολές.
α) Σαφής δήλωση ότι έχει γίνει χρήση της δυνατότητας επιμέτρησης στην εύλογη αξία, καθώς και τα κονδύλια των χρηματοοικονομικών καταστάσεων που έχουν επιμετρηθεί στην εύλογη αξία.
β) Περιγραφή των σημαντικών υποθέσεων στις οποίες βασίζονται τα υποδείγματα και οι τεχνικές επιμέτρησης.
γ) Ανά κονδύλι στοιχείων του ισολογισμού: η εύλογη αξία, οι μεταβολές της που έχουν αναγνωριστεί στα αποτελέσματα, καθώς και οι μεταβολές αυτής που έχουν αναγνωριστεί απευθείας στην καθαρή θέση (διαφορές εύλογης αξίας).
δ) Πίνακας στον οποίο παρουσιάζεται η κίνηση των διαφορών εύλογης αξίας κατά τη διάρκεια της περιόδου, με ανάλυση σε μικτό ποσό και αναβαλλόμενο φόρο εισοδήματος, όταν αναγνωρίζεται αναβαλλόμενη φορολογία.
ε) Για κάθε κατηγορία παράγωγων χρηματοοικονομικών μέσων, πληροφορίες για την έκταση και τη φύση τους, συμπεριλαμβανόμενων των όρων και των συνθηκών που μπορεί να επηρεάσουν το ποσό, το χρόνο και την πιθανότητα μελλοντικών χρηματοροών.
στ) Για πάγια στοιχεία, η λογιστική αξία των παγίων αυτών που θα αναγνωρίζονταν στον ισολογισμό, εάν τα εν λόγω στοιχεία δεν είχαν επιμετρηθεί στην εύλογη αξία τους, σύμφωνα με το άρθρο 24.
α) Για κάθε κατηγορία παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων:
α.1) η εύλογη αξία των μέσων αυτών, εάν αυτή μπορεί να προσδιοριστεί, σύμφωνα με την παράγραφο 12 του άρθρου 24 του παρόντος νόμου, και
α.2) πληροφορίες για την έκταση της χρήσης αυτών των μέσων και τη φύση τους.
β) Για τα μη κυκλοφορούντα χρηματοοικονομικά στοιχεία τα οποία εμφανίζονται με ποσό που υπερβαίνει την εύλογη αξία τους:
β.1) η λογιστική αξία και η εύλογη αξία είτε των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων είτε των κατάλληλων ομάδων των επιμέρους αυτών στοιχείων και
β.2) οι λόγοι για τη μη μείωση της λογιστικής αξίας, καθώς και η φύση των ενδείξεων που τεκμηριωμένα οδηγούν στην πεποίθηση για τη δυνατότητα ανάκτησης της λογιστικής αξίας.
α) Το κεφάλαιο που έχει εγκριθεί αλλά δεν έχει καταβληθεί.
β) Ο αριθμός και η ονομαστική αξία των τίτλων καθαρής θέσης ή, όταν δεν υπάρχει ονομαστική, η λογιστική αξία κάθε κατηγορίας τίτλων.
γ) Ο αριθμός και η ονομαστική αξία ή, όταν δεν υπάρχει ονομαστική αξία, η λογιστική αξία των τίτλων που αντιπροσωπεύουν το κεφάλαιο και εκδόθηκαν μέσα στη περίοδο, εντός των ορίων του εγκεκριμένου κεφαλαίου.
δ) Η ύπαρξη πιστοποιητικών συμμετοχής, μετατρέψιμων τίτλων, δικαιωμάτων αγοράς τίτλων, δικαιωμάτων προαίρεσης ή παρόμοιων τίτλων ή δικαιωμάτων, με μνεία του αριθμού τους, της αξίας τους και των δικαιωμάτων που παρέχουν.
ε) Ανάλυση κάθε αποθεματικού με σύντομη περιγραφή του σκοπού του και της κίνησης που παρουσίασε στην περίοδο, εφόσον η εν λόγω κίνηση δεν παρέχεται αναλυτικά στον Πίνακα Μεταβολών Καθαρής Θέσης.
στ) Ο αριθμός και η ονομαστική αξία των κατεχόμενων ιδίων τίτλων καθαρής θέσης ή, όταν δεν υπάρχει ονομαστική, η λογιστική αξία κάθε κατηγορίας τίτλων.
α) Ο μέσος όρος των απασχολούμενων.
β) Ανάλυση του μέσου όρου των απασχολούμενων ανά κατηγορία.
γ) Αν δεν αναφέρονται χωριστά στην Κατάσταση Αποτελεσμάτων οι δαπάνες για παροχές σε εργαζόμενους της περιόδου, γνωστοποιούνται αναλυτικά τα συνολικά ποσά των εξής κατηγοριών αυτών των δαπανών:
γ.1) Μισθοί και ημερομίσθια.
γ.2) Κοινωνικές επιβαρύνσεις.
γ.3) Παροχές μετά την έξοδο από την υπηρεσία.
Άρθρο 30
Απλοποιήσεις και απαλλαγές
Πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2(γ) του άρθρου 1
α) Δύνανται να μην εφαρμόζουν τις παραγράφους 8 και 9 του άρθρου 3 περί σχεδίου λογαριασμών.
β) Δύνανται να μην εφαρμόζουν τις παραγράφους 6 έως και 8 του άρθρου 4.
γ) Δεν εφαρμόζουν τις παραγράφους 11 και 12 του άρθρου 16 περί απόκλισης από τα υποδείγματα των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
δ) Δύνανται να μην εφαρμόζουν την παράγραφο 6 του άρθρου 17 περί λογιστικής παρακολούθησης και παρουσίασης των συναλλαγών και γεγονότων λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική τους ουσία.
ε) Δύνανται να μην εφαρμόζουν την παράγραφο 9 του άρθρου 17 περί δυνατότητας απόκλισης από τις διατάξεις αυτού του νόμου για την επίτευξη της εύλογης παρουσίασης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
στ) Δύνανται να μην εφαρμόζουν την παράγραφο 2γ του άρθρου 18 περί προσαύξησης, με έμμεσο κόστος, του κόστους κτήσης ιδιοπαραγόμενων πάγιων στοιχείων.
ζ) Χρησιμοποιούν τις μεθόδους απόσβεσης παγίων στοιχείων της φορολογικής νομοθεσίας και δεν εφαρμόζουν τις σχετικές ρυθμίσεις των παραγράφων 3(α)(1) έως και 3(α)(4) του άρθρου 18.
η) Δεν εφαρμόζουν την παράγραφο 3(α)(6) του άρθρου 18 περί μη απόσβεσης της υπεραξίας και άλλων άυλων στοιχείων με απεριόριστη ωφέλιμη ζωή. Τα εν λόγω στοιχεία, εφόσον υπάρχουν, αποσβένονται με τον τρόπο που ορίζει η φορολογική νομοθεσία.
θ) Δεν εφαρμόζουν την παράγραφο 3β του άρθρου 18 περί απομείωσης των ενσώματων και άυλων πάγιων στοιχείων, αλλά ακολουθούν τις εκάστοτε ισχύουσες φορολογικές ρυθμίσεις.
ι) Αντιμετωπίζουν λογιστικά όλες τις συμβάσεις μίσθωσης, σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία.
ια) Δεν εφαρμόζουν την παράγραφο 3 του άρθρου 19 περί χρήσης της μεθόδου του πραγματικού επιτοκίου ή της σταθερής μεθόδου κατά την επιμέτρηση χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων στο αποσβέσιμοκόστος.
ιβ) Αναγνωρίζουν ζημίες απομείωσης χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων με βάση τη φορολογική νομοθεσία και δεν εφαρμόζουν τις παραγράφους 4 έως και 8 του άρθρου 19.
ιγ) Δεν εφαρμόζουν τις παραγράφους 3β και 5 του άρθρου 20 περί προσαύξησης, με έμμεσο κόστος και τόκους, του κόστους παραγωγής αποθεμάτων.
ιδ) Δεν εφαρμόζουν την παράγραφο 4 του άρθρου 22 περί χρήσης της μεθόδου του πραγματικού επιτοκίου ή της σταθερής μεθόδου κατά την επιμέτρηση χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων στο αποσβέσιμο κόστος.
ιε) Αναγνωρίζουν προβλέψεις, σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία και δεν εφαρμόζουν τις παραγράφους 11 έως και 14 του άρθρου 22.
ιστ) Αναγνωρίζουν τις κρατικές επιχορηγήσεις, σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία και δεν εφαρμόζουν τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 23.
ιζ) Δεν εφαρμόζουν τις παραγράφους 3 έως και 5 του άρθρου 23 περί δυνατότητας αναγνώρισης αναβαλλόμενης φορολογίας.
ιη) Δεν εφαρμόζουν το άρθρο 24 του παρόντος νόμου περί επιμέτρησης στην εύλογη αξία.
ιθ) Δύνανται να μην εφαρμόζουν τις παραγράφους 1 έως και 3 του άρθρου 28 περί αναδρομικής διόρθωσης των επιπτώσεων από αλλαγές λογιστικών πολιτικών και αναγνώριση λαθών και αναγνωρίζουν τις σχετικές επιπτώσεις στα ποσά των χρηματοοικονομικών καταστάσεων στην περίοδο που η αλλαγή λογιστικής πολιτικής πραγματοποιείται ή το λάθος εντοπίζεται.
Πολύ μικρές οντότητες των παραγράφων 2α και 2β του άρθρου 1
α) Δεν εφαρμόζουν την παράγραφο 9 του άρθρου 17 περί δυνατότητας απόκλισης από τις διατάξεις αυτού του νόμου για την επίτευξη της εύλογης παρουσίασης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
β) Δεν εφαρμόζουν το άρθρο 24 του παρόντος νόμου περί επιμέτρησης στην εύλογη αξία.
γ) Δύνανται να μην εφαρμόζουν τις παραγράφους 1 έως και 3 του άρθρου 28 περί αναδρομικής διόρθωσης των επιπτώσεων από αλλαγές λογιστικών πολιτικών και αναγνώριση λαθών και αναγνωρίζουν τις σχετικές επιπτώσεις στα ποσά των χρηματοοικονομικών καταστάσεων στην περίοδο που η αλλαγή λογιστικής πολιτικής πραγματοποιείται ή το λάθος εντοπίζεται.
Μικρές οντότητες
Μεσαίες οντότητες
Ειδικές απλοποιήσεις και απαλλαγές
α) Οι αλλοδαπές επιχειρήσεις που εγκαθίστανται στην Ελλάδα με βάση τους νόμους 89/1967 και 378/1968.
β) Τα υποκαταστήματα των αλλοδαπών αεροπορικών επιχειρήσεων που λειτουργούν στην Ελλάδα και απαλλάσσονται φόρου εισοδήματος με τον όρο της αμοιβαιότητας.
γ) Ο εκμεταλλευτής πλοίου δεύτερης κατηγορίας του άρθρου 3 του ν. 27/1975.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ
Άρθρο 31
Κατηγοριοποίηση οντοτήτων και ομίλων για σκοπούς ενοποίησης
α) Σύνολο ενεργητικού: 4.000.000 ευρώ.
β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 8.000.000 ευρώ.
γ) Μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της περιόδου: 50 άτομα.
α) Σύνολο ενεργητικού: 20.000.000 ευρώ.
β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 40.000.000 ευρώ.
γ) Μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της περιόδου: 250 άτομα.
α) Σύνολο ενεργητικού: 20.000.000 ευρώ.
β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 40.000.000 ευρώ.
γ) Μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της περιόδου: 250 άτομα.
Άρθρο 32
Προϋποθέσεις υποχρεωτικής ενοποίησης
1) Τις ρυθμίσεις των άρθρων 32 έως 36 εφαρμόζουν οι οντότητες:
α) Οι μητρικές οντότητες των περιπτώσεων α’ και β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου.
β) Κάθε άλλη οντότητα όταν επιλέγει ή υποχρεώνεται από άλλη νομοθεσία, να συντάσει ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
2) Μια μητρική οντότητα συντάσσει ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις για την ίδια και κάθε άλλη οντότητα, εάν για την εν λόγω μητρική οντότητα ισχύει οποιοδήποτε από τα παρακάτω α’ έως στ’:
α) Έχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων, εταίρων ή μελών της άλλης οντότητας (θυγατρική οντότητα).
β) Έχει το δικαίωμα να διορίζει ή να παύει την πλειοψηφία των μελών του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου της άλλης οντότητας (θυγατρική οντότητα) και είναι ταυτόχρονα μέτοχος, εταίρος ή μέλος αυτής της οντότητας.
γ) Έχει το δικαίωμα να ασκεί κυριαρχική επιρροή στην άλλη οντότητα (θυγατρική οντότητα), της οποίας είναι μέτοχος, εταίρος ή μέλος, είτε βάσει σύμβασης που έχει συνάψει με την οντότητα αυτή είτε βάσει πρόβλεψης του ιδρυτικού εγγράφου ή του καταστατικού της.
δ) Είναι μέτοχος, εταίρος ή μέλος της άλλης οντότητας και είτε:
δ1) ελέγχει από μόνη της, δυνάμει συμφωνίας που έχει συνάψει με άλλους μετόχους, εταίρους ή μέλη της οντότητας αυτής (θυγατρική οντότητα), την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων, εταίρων ή μελών της είτε
δ2) ισχύουν αθροιστικά οι κατωτέρω προυποθέσεις:
δ2.1) Η πλειοψηφία των μελών των διοικητικών, διαχειριστικών ή εποπτικών οργάνων της οντότητας αυτής (θυγατρικής οντότητας) που είχαν τη διοίκηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας περιόδου, καθώς και κατά την προηγούμενη περίοδο και μέχρι την κατάρτιση των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, έχει διοριστεί μόνο ως αποτέλεσμα της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου αυτής.
δ2.2) Τα δικαιώματα ψήφου που κατέχονται από τη μητρική οντότητα αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 20% των συνολικών δικαιωμάτων ψήφου στη θυγατρική οντότητα.
δ2.3) Κανένα τρίτο μέρος δεν έχει τα δικαιώματα που αναφέρονται στα σημεία α’, β’ ή γ’ της παρούσας παραγράφου, αναφορικά με αυτή την οντότητα (θυγατρική οντότητα).
ε) Έχει την εξουσία να ασκεί ή πράγματι ασκεί κυριαρχική επιρροή ή έλεγχο στην άλλη οντότητα (θυγατρική οντότητα).
3) Για την εφαρμογή των στοιχείων α’, β’ και δ’ της παραγράφου 2 αυτού του άρθρου, τα δικαιώματα ψήφου, διορισμού και παύσης της πλειοψηφίας των μελών του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου κάθε θυγατρικής οντότητας, καθώς επίσης και τα δικαιώματα κάθε προσώπου που ενεργεί στο όνομά του αλλά για λογαριασμό της μητρικής οντότητας ή μιας άλλης θυγατρικής οντότητας, προστίθενται σε εκείνα της μητρικής οντότητας.
4) Για την εφαρμογή των στοιχείων α’, β’ και δ’ της παραγράφου 2 αυτού του άρθρου, από τα δικαιώματα της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, αφαιρούνται τα δικαιώματα τα οποία:
α) ενσωματώνονται σε μετοχές που κατέχονται για λογαριασμό ενός προσώπου που δεν είναι ούτε η μητρική οντότητα ούτε μια θυγατρική οντότητα αυτής της μητρικής, ή
β) ενσωματώνονται σε μετοχές οι οποίες:
β1) κατέχονται για εγγύηση, εφόσον τα δικαιώματα αυτά ασκούνται, σύμφωνα με τις οδηγίες που έχουν ληφθεί, ή
β2) κατέχονται σε σχέση με δάνεια που χορηγήθηκαν στα πλαίσια της συνήθους επιχειρηματικής δραστηριότητας, εφόσον τα δικαιώματα ψήφου ασκούνται προς όφελος του προσώπου που παρέχει την εγγύηση.
5) Για τους σκοπούς των σημείων α’ και δ’ της παραγράφου 2, το σύνολο των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων, εταίρων ή μελών στην θυγατρική οντότητα, μειώνεται με τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται στις μετοχές που κατέχονται από αυτή την ίδια την οντότητα, από μια θυγατρική αυτής της οντότητας ή από ένα πρόσωπο που ενεργεί στο όνομά του αλλά για λογαριασμό αυτών των οντοτήτων.
6) Μια μητρική οντότητα και όλες οι θυγατρικές της οντότητες ενοποιούνται ανεξαρτήτως της έδρας των θυγατρικών οντοτήτων.
7) Κάθε οντότητα που υπάγεται στην ελληνική νομοθεσία συντάσσει ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις, εάν αυτή η οντότητα και μία άλλη(ες) οντότητα(ες) με την(τις) οποία(ες) δεν συνδέεται με τις σχέσεις που ορίζονται στις παραγράφους 2 έως 5 του παρόντος άρθρου, διοικούνται σε ενιαία βάση, σύμφωνα με:
α) σύμβαση που έχει υπογραφεί με την άλλη οντότητα, ή
β) προβλέψεις στο ιδρυτικό έγγραφο ή το καταστατικό της άλλης οντότητας.
8) Οι οντότητες που αναφέρονται στις παραγράφους 6 και 7 και όλες οι θυγατρικές τους οντότητες ενοποιούνται, όταν μία ή περισσότερες από αυτές τις οντότητες εμπίπτουν στις κατηγορίες των οντοτήτων που αναφέρονται στις περιπτώσεις α’ ή β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου.
9) Η παράγραφος 6 του παρόντος άρθρου και οι παράγραφοι 1, 6 και 7 του άρθρου 33 και τα άρθρα 34 έως 36 εφαρμόζονται στις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου, με την επιφύλαξη των κατωτέρω αναφερομένων:
α) αναφορές σε μητρικές οντότητες εκλαμβάνονται ως αναφερόμενες σε όλες τις οντότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου, και
β) με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 34, τα διάφορα κονδύλια καθαρής θέσης που περιλαμβάνονται στις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις είναι τα συνολικά ποσά των αντίστοιχων κονδυλίων που αναλογούν σε καθεμία οντότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 33
Κατηγορίες οντοτήτων που απαλλάσσονται από ενοποίηση
1) Οι μικροί και οι μεσαίοι όμιλοι απαλλάσσονται από την υποχρέωση σύνταξης ενοποιημένων χρηματοοιοκονομικών καταστάσεων, εκτός και εάν κάποια από τις οντότητες του ομίλου είναι δημοσίου συμφέροντος.
2) Μια μητρική οντότητα απαλάσσεται από την υποχρέωση σύνταξης ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, εάν αυτή η μητρική οντότητα (απαλλασσόμενη οντότητα) είναι επίσης θυγατρική οντότητα μιας άλλης οντότητας η οποία υπόκειται στο δίκαιο ενός κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και:
α) η μητρική οντότητα της απαλασσόμενης οντότητας κατέχει όλες τις μετοχές της απαλασσόμενης οντότητας. Οι μετοχές στην απαλασσόμενη οντότητα που κατέχονται από μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών ή εποπτικών οργάνων βάσει νομικής δέσμευσης ή δέσμευσης στο ιδρυτικό έγγραφό της ή στο καταστατικό της, δεν λαμβάνονται υπόψη για το σκοπό της απαλλαγής, ή
β) η μητρική οντότητα της απαλασσόμενης οντότητας, κατέχει το 90% ή περισσότερο των μετοχών της απαλασσόμενης και οι υπόλοιποι μέτοχοι ή μέλη αυτής έχουν εγκρίνει την απαλλαγή.
3) Η απαλλαγή που αναφέρεται στην παράγραφο 2 πρέπει να πληροί όλες τις κατωτέρω προυποθέσεις:
α) Η απαλλασσόμενη οντότητα και, με την επιφύλαξη της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, όλες οι θυγατρικές της οντότητες ενοποιούνται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις ενός μεγαλύτερου συνόλου οντοτήτων, η μητρική οντότητα του οποίου διέπεται από το δίκαιο κράτους-μέλους.
β) Οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις που αναφέρονται στην περίπτωση α’ της παρούσας παραγράφου του μεγαλύτερου συνόλου οντοτήτων συ-ντάσσσονται από την μητρική οντότητα αυτού του συνόλου, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διέπει αυτή τη μητρική οντότητα, σύμφωνα με την Οδηγία 2013/34/ΕΕ, ή τα Δ.Π.Χ.Α. που έχουν υιοθετηθεί βάσει του Κανονισμού 1606/2002 της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
γ) Αναφορικά με την απαλλασσόμενη οντότητα, τα κατωτέρω στοιχεία δημοσιεύονται με τον τρόπο που απαιτείται από το δίκαιο της χώρας μέλους στο οποίο υπόκειται η εν λόγω οντότητα, σύμφωνα με το άρθρο 30 της Οδηγίας 2013/34/ΕΕ:
γ1) Οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις που αναφέρονται στην περίπτωση α’ της παρούσας παραγράφου.
γ2) Η έκθεση ελέγχου.
δ) Οι σημειώσεις των ετησίων χρηματοοικονομικών καταστάσεων της απαλλασσόμενης οντότητας γνωστοποιούν τα κατωτέρω:
δ1) την επωνυμία και την έδρα της μητρικής οντότητας που συντάσει τις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις που αναφέρονται στην περίπτωση α’ της παρούσας παραγράφου, και
δ2) την απαλλαγή από την υποχρέωση σύνταξης ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
4) Μια μητρική οντότητα απαλλάσσεται από την υποχρέωση σύνταξης ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, εάν η εν λόγω μητρική οντότητα (απαλασσόμενη οντότητα) είναι θυγατρική μιας άλλης μητρικής οντότητας η οποία δεν διέπεται από το δίκαιο ενός κράτους-μέλους, αν πληρούνται όλες οι κατωτέρω προυποθέσεις:
α) Η απαλλασσόμενη οντότητα και, με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, όλες οι θυγατρικές της οντότητες ενοποιούνται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις ενός μεγαλύτερου συνόλου οντοτήτων.
β) Οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις που αναφέρονται στην περίπτωση α’ της παρούσας παραγράφου, συντάσσονται:
β1) σύμφωνα με την Οδηγία 2013/34/ΕΕ ή
β2) σύμφωνα με τα Δ.Π.Χ.Α. ή
β3) με τρόπο ισοδύναμο των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων που συντάσσονται βάσει της Οδηγίας 2013/34/ΕΕ ή
β4) με τρόπο ισοδύναμο των Δ.Π.Χ.Α., όπως αυτός καθορίζεται, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης 1569/2007 της 21ης Δεκεμβρίου 2007 που καθιερώνει το μηχανισμό για τον προσδιορισμό της ισοδυναμίας των λογιστικών προτύπων που εφαρμόζονται από τρίτες χώρες που εκδίδουν τίτλους βάσει των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
γ) Οι ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις που αναφέρονται στην περίπτωση α’ ανωτέρω, έχουν ελεγχθεί από έναν ή περισσότερους νόμιμους ελεγκτές ή ελεγκτικές εταιρείες (ελεγκτικά γραφεία), που έχουναδειοδοτηθεί για να διενεργούν ελέγχους χρηματοοικονομικών καταστάσεων, βάσει της εθνικής νομοθεσίας η οποία διέπει την οντότητα που συντάσσει αυτές τις καταστάσεις.
δ) Οι περιπτώσεις γ’ και δ’ της παραγράφου 3 πρέπει να εφαρμόζονται.
5) Η απαλλαγή της προηγούμενης παραγράφου 4 δεν παρέχεται αν η προς απαλλαγή οντότητα είναι οντότητα δημοσίου συμφέροντος που εμπίπτει στην περίπτωση α’ του ορισμού των οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος του παραρτήματος Α’ .
6) Μια οντότητα, περιλαμβανομένης μιας οντότητας δημοσίου συμφέροντος, δεν απαιτείται να περιλαμβάνεται στις ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις, όταν πληρείται μία τουλάχιστον από τις κατωτέρω προϋποθέσεις:
α) σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις που οι αναγκαίες πληροφορίες για την κατάρτιση των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο δεν μπορούν να αποκτηθούν χωρίς δυσανάλογα έξοδα ή υπερβολική καθυστέρηση ή
β) οι μετοχές αυτής της οντότητας κατέχονται αποκλειστικά με σκοπό την μεταγενέστερη διάθεσή τους, ή
γ) αυστηροί μακροπρόθεσμοι περιορισμοί παρεμποδίζουν ουσιωδώς:
γ1) τη μητρική οντότητα να ασκεί τα δικαιώματά της στα περιουσιακά στοιχεία ή στη διοίκηση αυτής της οντότητας ή
γ2) την άσκηση της ενοποιημένης διοίκησης αυτής της οντότητας όταν εμπίπτει σε μια από τις σχέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 32 παράγραφος 7.
7) Κάθε μητρική οντότητα, περιλαμβανομένης μιας οντότητας δημοσίου συμφέροντος, απαλλάσσεται από την υποχρέωση που επιβάλεται από το άρθρο 32, εάν:
α) έχει μόνο θυγατρικές οντότητες που δεν είναι σημαντικές, τόσο ατομικά όσο και συνολικά, ή / και
β) όλες οι θυγατρικές της οντότητες μπορούν να εξαιρεθούν από την ενοποίηση βάσει της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 34
Κανόνες κατάρτισης ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων
α) Εκτός της περίπτωσης μετοχών στο κεφάλαιο της μητρικής οντότητας που κατέχονται είτε από την ίδια την οντότητα είτε από άλλη οντότητα που περιλαμβάνεται στην ενοποίηση, οι οποίες αντιμετωπίζονται ως ίδιες μετοχές, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, ο εν λόγω συμψηφισμός γίνεται με βάση τις λογιστικές αξίες που υπάρχουν κατά την ημερομηνία που εκείνες οι οντότητες περιελήφθησαν στην ενοποίηση για πρώτη φορά. Οι διαφορές που προκύπτουν από τον συμψηφισμό κατανέμονται, στο βαθμό που είναι δυνατόν, σε εκείνα τα στοιχεία του ενοποιημένου ισολογισμού, των οποίων οι εύλογες αξίες είναι μεγαλύτερες ή μικρότερες από τις λογιστικές αξίες τους.
β) Η διαφορά που απομένει μετά την εφαρμογή της περίπτωσης α’ αφορά υπεραξία και αντιμετωπίζεται λογιστικά ως εξής:
β1) Η θετική διαφορά εμφανίζεται στον ενοποιημένο ισολογισμό ως περιουσιακό στοιχείο με τον τίτλο «Υπεραξία» και αντιμετωπίζεται, κατά περίπτωση, βάσει των παραγράφων 3(α)(6) ή 3(α)(7) του άρθρου 18.
β2) Η αρνητική διαφορά υποδηλώνει αγορά σε τιμή ευκαιρίας και μεταφέρεται άμεσα στα αποτελέσματα των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων ως κέρδος.
γ) Όταν η μητρική και η θυγατρική ελέγχονται τελικά από το ίδιο μέρος τόσο πριν όσο και μετά την ενοποίηση, και εφόσον ο έλεγχος δεν είναι προσωρινός, δεν εφαρμόζονται οι προβλέψεις του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης α’ και η περίπτωση β’ της παρούσας παραγράφου. Στην περίπτωση αυτή η λογιστική αξία της κατεχόμενης από τη μητρική επένδυσης συμψηφίζεται με την αξία που αντιστοιχεί στο ποσοστό των ιδίων κεφαλαίων της θυγατρικής που κατέχει η μητρική και τυχόν διαφορές καταχωρούνται στα αποτελέσματα εις νέον του ενοποιημένου ισολογισμού.
α) Υποχρεώσεις και απαιτήσεις μεταξύ των οντοτήτων.
β) Έσοδα, κέρδη, έξοδα και ζημίες που σχετίζονται με συναλλαγές μεταξύ των οντοτήτων.
γ) Κέρδη και ζημίες που προκύπτουν από συναλλαγές μεταξύ των οντοτήτων, όταν περιλαμβάνονται στις λογιστικές αξίες των περιουσιακών στοιχείων.
α) Τα στοιχεία της κατάστασης αποτελεσμάτων μετατρέπονται με τη μέση ισοτιμία της περιόδου αναφοράς.
β) Τα περιουσιακά στοιχεία και οι υποχρεώσεις μετατρέπονται με τη συναλλαγματική ισοτιμία κλεισίματος της ημερομηνίας του ισολογισμού.
γ) Τα στοιχεία της καθαρής θέσης μετατρέπονται με τη συναλλαγματική ισοτιμία της ημερομηνίας κατά την οποία εισφέρθηκαν ή σχηματίσθηκαν.
δ) Οι συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν από τις παραπάνω μετατροπές υπό α’, β’ και γ’ αναγνωρίζονται κατευθείαν ως στοιχείο (διαφορά) στην καθαρή θέση. Το στοιχείο αυτό της καθαρής θέσης μεταφέρεται στην ενοποιημένη κατάσταση αποτελεσμάτων κατά την εκποίηση της θυγατρικής.
Άρθρο 35
Μέθοδος της καθαρής θέσης για συγγενείς και κοινοπραξίες
Άρθρο 36
Σημειώσεις των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων
α) Κατά τη γνωστοποίηση των συναλλαγών με τα συνδεδεμένα μέρη, οι συναλλαγές μεταξύ τέτοιων μερών που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση και έχουν απαλειφθεί, παραλείπονται.
β) Κατά τη γνωστοποίηση του μέσου αριθμού των εργαζομένων που απασχολήθηκαν στη διάρκεια της περιόδου, γίνεται ξεχωριστή γνωστοποίηση για το μέσο αριθμό των εργαζομένων που απασχολήθηκαν σε από κοινού ελεγχόμενες δραστηριότητες.
γ) Κατά τη γνωστοποίηση των ποσών των αποζημιώσεων, των προκαταβολών και των πιστώσεων που δόθηκαν σε μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών συμβουλίων, γνωστοποιούνται μόνο τα ποσά που δόθηκαν σε μέλη αυτών των συμβουλίων της μητρικής οντότητας, από την ίδια και τις θυγατρικές της.
α) Αναφορικά με τις οντότητες που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση:
α.1) Τις επωνυμίες και την έδρα των οντοτήτων.
α.2) Την κατεχόμενη αναλογία στο κεφάλαιο αυτών των οντοτήτων από άλλες οντότητες που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση εκτός της μητρικής οντότητας ή από πρόσωπα που ενεργούν στο όνομά τους αλλά για λογαριασμό των εν λόγω οντοτήτων, και
α.3) Πληροφορίες αναφορικά με το ποιές από τις προϋποθέσεις των παραγράφων 2 και 7 του άρθρου 32, μετά την εφαρμογή των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 32, αποτέλεσε τη βάση με την οποία έγινε η ενοποίηση. Πάντως, αυτή η γνωστοποίηση μπορεί να παραλείπεται όταν η ενοποίηση έχει γίνει με βάση την παράγραφο 2α του άρθρου 32 και όταν η αναλογία στο κεφάλαιο και στα δικαιώματα ψήφου είναι η ίδια.
α.4) Οι πληροφορίες των περιπτώσεων α1 έως α3 ανωτέρω παρέχονται και σε σχέση με τις οντότητες που απαλλάσσονται από την ενοποίηση για λόγους μη σημαντικότητας, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 17 και την παράγραφο 7 του άρθρου 33. Παρέχεται επίσης επεξήγηση για την απαλλαγή των οντοτήτων που αναφέρονται στην παράγραφο 7 του άρθρου 33.
β) Τις επωνυμίες και την έδρα των συγγενών οντοτήτων που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση και την αναλογία του κεφαλαίου τους που κατέχεται από οντότητες που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 35 ή από πρόσωπα που ενεργούν στο όνομά τους αλλά για λογαριασμό αυτών των οντοτήτων.
γ) Τις επωνυμίες και τα μητρώα εγγραφής των κοινοπραξιών και των από κοινού ελεγχόμενων δραστηριοτήτων, τους παράγοντες επί των οποίων βασίζεται η κοινή διοίκηση (έλεγχος) επί αυτών και την αναλογία του κεφαλαίου τους που κατέχεται από οντότητες που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση ή από πρόσωπα που ενεργούν στο όνομά τους αλλά για λογαριασμό αυτών των οντοτήτων.
δ) Αναφορικά με κάθε οντότητα, εκτός αυτών που αναφέρονται στις περιπτώσεις α’, β’ και γ’ της παρούσας παραγράφου, στην οποία οι οντότητες που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση, είτε οι ίδιες είτε μέσω προσώπων που ενεργούν στο όνομά τους αλλά για λογαριασμό αυτών των οντοτήτων, έχουν συμμετοχικά δικαιώματα:
δ.1) Τις επωνυμίες και την έδρα αυτών των οντοτήτων.
δ.2) Την αναλογία του κατεχόμενου κεφαλαίου.
δ.3) Το ποσό της καθαρής θέσης και των αποτελεσμάτων για την πιο πρόσφατη περίοδο της υπό αναφορά οντότητας για την οποία έχουν εγκριθεί χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
ε) Οι πληροφορίες που αφορούν την καθαρή θέση και τα αποτελέσματα της περίπτωσης δ’ μπορούν να παραλείπονται όταν η υπό αναφορά οντότητα δεν δημοσιεύει τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8
ΠΡΩΤΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 37
Πρώτη εφαρμογή
α) Στην περίπτωση που υιοθετείται το ιστορικό κόστος ως βάση επιμέτρησης ενός στοιχείου εφεξής:
α.1) να θεωρήσει τις λογιστικές αξίες των στοιχείων του ισολογισμού του τέλους της προηγούμενης περιόδου ως το τεκμαρτό κόστος αυτού του στοιχείου για την εφαρμογή του παρόντος νόμου, ή
α.2) να επιμετρήσει αυτό το στοιχείο στην εύλογη αξία του, σύμφωνα με το άρθρο 24. Σε αυτή την περίπτωση, η εύλογη αξία που χρησιμοποιήθηκε θεωρείται ως το τεκμαρτό κόστος του στοιχείου αυτού για την εφαρμογή του παρόντος νόμου εφεξής. Η επιλογή του παρόντος εδαφίου παρέχεται μόνο για ιδιοχρησιμοποιούμενα και επενδυτικά ακίνητα.
α.3) Κάθε διαφορά που προκύπτει από την εφαρμογή του προηγούμενου σημείου υπό α2 αναγνωρίζεται στα κέρδη εις νέον στην καθαρή θέση.
β) Στην περίπτωση που υιοθετείται η εύλογη αξία ως βάση επιμέτρησης εφεξής, σύμφωνα με το άρθρο 24, η οντότητα επιμετρά τα σχετικά στοιχεία του ισολογισμού στην εύλογη αξία. Κάθε προκύπτουσα διαφορά αναγνωρίζεται είτε κατευθείαν στα κέρδη εις νέον της καθαρής θέσης είτε ως διαφορά εύλογης αξίας στην καθαρή θέση, σύμφωνα με το άρθρο 24.
γ) Οι πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2α, 2β και 2γ του άρθρου 1 δεν έχουν την επιλογή της περίπτωσης α2 της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
α) Η αρχική αναγνώριση στοιχείων του ισολογισμού έχει λάβει χώρα σε μακρινή περίοδο στο παρελθόν, ή
β) η εύλογη αξία στοιχείων του ισολογισμού δεν είναι διαθέσιμη για τα χρονικά σημεία, όπως απαιτείται για την αναδρομική εφαρμογή της επιμέτρησης στην εύλογη αξία.
α) Για το αναπόσβεστο χρεωστικό υπόλοιπο κατά τις 31.12.2014, που εμφανίζεται στο ενεργητικό του ενοποιημένου ισολογισμού, ισχύουν τα προβλεπόμενα από την παράγραφο 3 περιπτώσεις α6 και α7 του άρθρου 18 του παρόντος νόμου.
β) Το χρεωστικό ή πιστωτικό υπόλοιπο που εμφανίζεται ως στοιχείο της καθαρής θέσης του ενοποιημένου ισολογισμού κατά τις 31.12.2014, μεταφέρεται κατ’ ευθείαν στα αποτελέσματα εις νέον.
Άρθρο 38
Καταργούμενες και τροποποιούμενες διατάξεις
α) Η παρ. 8δ του άρθρου 16, η παρ. 2 του άρθρου 42, οι παράγραφοι 1 έως 4, 7 και 8 του άρθρου 42α, τα άρθρα 42β έως 43, οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 43α, το άρθρο 43γ, τα άρθρα 90 έως 107, τα άρθρα 110 έως 130, τα άρθρα 132 έως 134, και τα άρθρα 138 έως 143 του κ.ν. 2190/1920.
β) Τα άρθρα 20 έως 27 του ν. 2065/1992.
γ) Η περίπτωση β’ της παρ. 1 του άρθρου 23 και τα άρθρα 62 έως 78 (κεφάλαιο 11) του ν.δ. 400/1970.
δ) Η παρ. 2 του άρθρου 22 του κ.ν. 3190/1955.
ε) Τα άρθρα 80, 96 και 97, η παρ. 1 του άρθρου 98, και το άρθρο 101 του ν. 4072/2012.
στ) Το π.δ. 1123/1980 (Α’ 283) περί εφαρμογής του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου, με την επιφύλαξη της παραγράφου 9 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου, καθώς και οι σχετικές ρυθμίσεις των άρθρων 47 έως 49 του ν. 1041/1980, για τις υποκείμενες στον παρόντα νόμο οντότητες.
ζ) Το π. δ. 148/1984 περί εφαρμογής του Κλαδικού Λογιστικού Σχεδίου Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων, με την επιφύλαξη της παραγράφου 9 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου.
η) Το π.δ. 384/1992 περί εφαρμογής Κλαδικού Λογιστικού Σχεδίου Τραπεζών, με την επιφύλαξη της παραγράφου 9 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου.
α) Παραπομπή στην παρ. 1 του άρθρου 42α ή στο άρθρο 42γ του κ. ν. 2190/1920 θεωρείται ότι αναφέρεται στο άρθρο 16 του παρόντος νόμου.
β) Παραπομπή στην παρ. 5 του άρθρου 42ε του κ. ν. 2190/1920 θεωρείται ότι αναφέρεται στο άρθρο 32 του παρόντος νόμου.
γ) Παραπομπή στην παρ. 5 του άρθρου 103 του κ. ν. 2190/1920 (παρουσίαση ίδιων μετοχών στον ισολογισμό) θεωρείται ότι αναφέρεται στην παράγραφο 1 ε του άρθρου 26 του παρόντος νόμου.
«6. Κάθε εταιρεία, η οποία, κατά την ημερομηνία κλεισίματος του, πρώτου μετά την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου ισολογισμού της, δεν υπερβαίνει τα αριθμητικά όρια των δύο από τα παρακάτω τρία κριτήρια: α) σύνολο ισολογισμού δύο εκατομμύρια πεντακόσιες χιλιάδες (2.500.000) ευρώ, β) καθαρός κύκλος εργασιών πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ, γ) μέσος όρος προσωπικού που απασχολήθηκε κατά τη διάρκεια της χρήσης 50 άτομα, και εφόσον δεν εφαρμόζει τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα του Κανονισμού 1606/2002 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δύναται να μην εκλέγει ελεγκτές από τους νόμιμους ελεγκτές του ν. 3693/2008. Όταν η εταιρεία παύει να υπερβαίνει τα αριθμητικά όρια της παρούσας παραγράφου για δύο συνεχόμενες χρήσεις, ενώ τα υπερέβαινε, η ευχέρεια παρέχεται από τη χρήση που έπεται των δύο εν λόγω χρήσεων. Όταν η εταιρεία υπερβαίνει τα αριθμητικά όρια της παρούσας παραγράφου για δύο συνεχόμενες χρήσεις, ενώ δεν τα υπερέβαινε, η άρση της ευχέρειας ενεργοποιείται από τη χρήση που έπεται των δύο εν λόγω χρήσεων.»
Άρθρο 39
Ρυθμίσεις λοιπών θεμάτων
α) Οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α. του ν. 2859/2000, βάσει ύψους ακαθάριστων εσόδων τους από την πώληση αγροτικών προϊόντων παραγωγής τους και την παροχή αγροτικών υπηρεσιών ή του ποσού των δικαιωμάτων ενιαίας ενίσχυσης που λαμβάνουν, ανά φορολογικό έτος. Τα ποσοτικά όρια της παραγράφου αυτής ορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
β) Τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία, ευκαιριακά και ως παρεπόμενη απασχόληση, πωλούν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες, εφόσον οι συναλλαγές αυτές στο σύνολό τους δεν υπερβαίνουν το ποσό των 10.000 ευρώ ετησίως.
γ) Δημόσιοι ή ιδιωτικοί υπάλληλοι ή συνταξιούχοι που είναι συγγραφείς ή εισηγητές εκπαιδευτικών προγραμμάτων και σεμιναρίων, εφόσον δεν ασκούν άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα.
Άρθρο 40
Μεταβατικές διατάξεις
Άρθρο 41
«6. Από την 1.4.2015 και εφεξής τα τουριστικά καταλύματα των υποπεριπτώσεων αα’, γγ’, δδ’ ως προς τα ξενοδοχεία που αποτελούν μέρος του σύνθετου τουριστικού καταλύματος, εε’, στστ’ της περίπτωσης α’ και της υποπερίπτωσης γγ’ της περίπτωσης β’ της παρ. 2 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου υποχρεούνται να επικολλούν σε κάθε δωμάτιο αυτών, ειδικό θεωρημένο αυτοκόλλητο νόμιμης λειτουργίας στο οποίο θα αναγράφεται ο αριθμός μητρώου τουριστικών επιχειρήσεων (ΜΗ.Τ.Ε.) και η επωνυμία της επιχείρησης. Το ανωτέρω αυτοκόλλητο θα έχει ετήσια ισχύ και θα εκδίδεται σε αριθμό αντιτύπων ίσο με τον αριθμό των δωματίων του τουριστικού καταλύματος, σύμφωνα με το ειδικό σήμα λειτουργίας του. Έκαστο αντίτυπο θα φέρει ειδική θεώρηση και αύξοντα αριθμό εκδόσεως σε συνάρτηση με τον αριθμό των δωματίων του τουριστικού καταλύματος. Το προβλεπόμενο στην παρούσα παράγραφο αυτοκόλλητο θα εκδίδεται από το Σύνδεσμο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (Σ.Ε.Τ.Ε.) ή από επαγγελματικές ενώσεις μέλη του, στα οποία θα μεταβιβάζεται από το Σ.Ε.Τ.Ε. η σχετική αρμοδιότητα κατόπιν καταρτίσεως εγγράφου συμβάσεως αντίγραφο της οποίας θα πρέπει να κοινοποιείται στο Υπουργείο Τουρισμού. Το αυτοκόλλητο θα χορηγείται κατόπιν προηγούμενης αίτησης του επιχειρηματία και αφού προηγηθεί διασταύρωση στοιχείων του τουριστικού καταλύματος με το μητρώο τουριστικών επιχειρήσεων που τηρεί το Υπουργείο Τουρισμού. Με απόφαση του Υπουργού Τουρισμού θα καθορίζεται ο τύπος και τα χαρακτηριστικά του προβλεπόμενου στην παρούσα παράγραφο αυτοκόλλητου, οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία έκδοσής του, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο απαραίτητο για την εφαρμογή της παρούσας.»
«21. Στο φορέα επιχείρησης που εκμεταλλεύεται τουριστικό κατάλυμα το οποίο δεν συμμορφώνεται με την υποχρέωση εφοδιασμού του ειδικού αυτοκόλλητου, όπως προβλέπεται στην παρ. 6 του άρθρου 2 του ν. 4276/2014, επιβάλλεται από τα αρμόδια όργανα του Υπουργείου Τουρισμού πρόστιμο ύψους χιλίων (1.000) ευρώ ανά τουριστικό κατάλυμα.»
Άρθρο 42
Διάφορες ρυθμίσεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών
2.α. Στο πρώτο και στο τρίτο εδάφιο της περίπτωσης β’ της παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 4223/2013 (Α’ 287) η φράση «την 30ή Νοεμβρίου 2014» αντικαθίσταται από τη φράση « τη 19η Δεκεμβρίου 2014».
β. Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 9 του άρθρου 23 του ν. 3427/2005 (Α’ 312), όπως ισχύει, η φράση «την 30ή Νοεμβρίου 2014» αντικαθίσταται από τη φράση «τη 19η Δεκεμβρίου 2014».
Άρθρο 43
«2. Το Συμβούλιο Υπηρεσιακής Κατάστασης Προϊσταμένων Γενικής Διεύθυνσης συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι πενταμελές και αποτελείται από έναν Αντιπρόεδρο του ΑΣΕΠ, ο οποίος ορίζεται Πρόεδρος, δύο λειτουργούς του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους με βαθμό Νομικού Συμβούλου ή Παρέδρου, ένα μέλος του ΑΣΕΠ και έναν Βοηθό Συνήγορο του Πολίτη, οι οποίοι υποδεικνύονται αρμοδίως. Γραμματέας του Συμβουλίου ορίζεται υπάλληλος της κατηγορίας ΠΕ του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Με την ως άνω απόφαση ορίζονται ο Πρόεδρος, τα μέλη και ο γραμματέας του Συμβουλίου με ισάριθμους αναπληρωτές, οι οποίοι θα πρέπει να έχουν την ίδια ιδιότητα με τα τακτικά μέλη. Εισηγητές στο Συμβούλιο ορίζονται τα μέλη του από τον Πρόεδρο.»
Άρθρο 44
Έναρξη ισχύος
Οι διατάξεις του νόμου αυτού τίθενται σε ισχύ ως εξής:
α) Τα κεφάλαια 4 έως 7, καθώς και οι ορισμοί του Παραρτήματος Α’ που σχετίζονται με την εφαρμογή των κεφαλαίων αυτών τίθενται σε ισχύ για περιόδους που αρχίζουν μετά την 31η Δεκεμβρίου 2014.
β) Όλα τα υπόλοιπα κεφάλαια, καθώς και οι ορισμοί του Παραρτήματος Α’ που σχετίζονται με την εφαρμογή των κεφαλαίων αυτών τίθενται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2015, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α: ΟΡΙΣΜΟΙ
ΟΡΙΣΜΟΙ
Ακεραιότητα περιεχομένου λογιστικού στοιχείου (integrity of content):
Με τον όρο «ακεραιότητα του περιεχομένου» νοείται ότι το περιεχόμενο ενός λογιστικού στοιχείου (π.χ. του τιμολογίου) δεν έχει αλλοιωθεί, σε σχέση με ό,τι απαιτείται από τον παρόντα νόμο ή με ό,τι καθορίσθηκε από τον εκδότη του.
Αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση (deferred tax asset): Το ποσό του φόρου εισοδήματος που είναι ανακτήσιμος σε μελλοντικές περιόδους από εκπιπτόμενες προσωρινές διαφορές, μεταφερόμενες φορολογικές ζημιές και μεταφερόμενους αχρησιμοποίητους πιστωτικούς φόρους (tax credits).
Αναβαλλόμενη φορολογική υποχρέωση (deferred tax liability): Το ποσό του φόρου εισοδήματος που οφείλεται σε μελλοντικές περιόδους, σε σχέση με φορολογητέες προσωρινές διαφορές.
Αναγνώριση (recognition): Αναγνώριση είναι η διαδικασία ενσωμάτωσης στον ισολογισμό ή/και στην κατάσταση αποτελεσμάτων ενός στοιχείου που εμπίπτει στους σχετικούς ορισμούς του παρόντος νόμου και ικανοποιεί τα επόμενα κριτήρια:
α) είναι σφόδρα πιθανό ότι μελλοντικά οικονομικά οφέλη σχετιζόμενα με το στοιχείο θα εισρεύσουν στην επιχείρηση ή θα εκρεύσουν από αυτή.
β) το στοιχείο έχει ένα κόστος ή μια αξία που μπορεί να επιμετρηθεί αξιόπιστα.
Ανακτήσιμη αξία (recoverable amount): Το μεγαλύτερο ποσό μεταξύ της εύλογης αξίας, μειωμένης με το κόστος διάθεσης ενός περιουσιακού στοιχείου (ή μιας μονάδας δημιουργίας χρηματοροών) και της αξίας χρήσης αυτού.
Αναλογική ενοποίηση (proportionate consolidation): Μέθοδος ενοποίησης σύμφωνα με την οποία η οντότητα αναγνωρίζει και παρουσιάζει τη συμμετοχή της στα περιουσιακά στοιχεία, τις υποχρεώσεις, τα έσοδα, τα κέρδη, τα έξοδα και τις ζημιές μιας κοινής δραστηριότητας προσθέτοντας κάθε σχετικό στοιχείο αυτής στο αντίστοιχο στοιχείο των χρηματοοικονομικών της καταστάσεων.
Αναπροσαρμογή (revaluation): Η αύξηση ή η μείωση του υπολοίπου ενός στοιχείου του ισολογισμού ως αποτέλεσμα επανεκτίμησης της αξίας του, βάσει των ρυθμίσεων του νόμου αυτού, όπως η επιμέτρηση στην εύλογη αξία.
Ανάπτυξη (development): Η εφαρμογή ευρημάτων έρευνας ή άλλης γνώσης σε ένα πλάνο ή σχέδιο για την παραγωγή νέων ή ουσιωδώς βελτιωμένων υλικών, εργαλείων, προϊόντων, διαδικασιών, συστημάτων ή υπηρεσιών, πριν την έναρξη της παραγωγής ή χρήσης αυτών.
Αντιστάθμιση εύλογης αξίας (fair value hedging): Η αντιστάθμιση της έκθεσης στην μεταβολή της εύλογης αξίας περιουσιακού στοιχείου ή υποχρέωσης, ή ενός προσδιορισμένου μέρους ενός τέτοιου στοιχείου, η οποία μεταβολή της εύλογης αξίας αποδίδεται σε ένα συγκεκριμένο κίνδυνο και θα μπορούσε να επηρεάσει τα κέρδη και τις ζημίες της κατάστασης αποτελεσμάτων.
Αντιστάθμιση ταμειακών ροών (cash flow hedging): Η αντιστάθμιση της έκθεσης στη διακύμανση ταμειακών ροών, η οποία διακύμανση:
α) αποδίδεται σε ένα συγκεκριμένο κίνδυνο που σχετίζεται με ένα αναγνωρισμένο περιουσιακό στοιχείο ή υποχρέωση (για παράδειγμα το σύνολο ή μέρος μελλοντικών πληρωμών για τόκους έντοκης υποχρέωσης μεταβλητού επιτοκίου) ή μια σφόδρα πιθανή μελλοντική συναλλαγή, και
β) θα μπορούσε να επηρεάσει τα κέρδη και τις ζημίες της κατάστασης αποτελεσμάτων.
Αξία χρήσης (Value in use): Η παρούσα αξία των μελλοντικών ταμειακών ροών που αναμένεται να προκύψουν από τη συνεχή χρήση ενός περιουσιακού στοιχείου (ή μιας μονάδας δημιουργίας χρηματοροών), και από τη διάθεση του (της) στο τέλος της ωφέλιμης ζωής του (της).
Αποθέματα (inventories): Περιουσιακά στοιχεία:
α) κατεχόμενα για πώληση στη συνήθη δραστηριότητα της οντότητας, ή
β) στην παραγωγική διαδικασία με σκοπό την πώληση ως ανωτέρω, ή
γ) σε μορφή υλικών ή εφοδίων που πρόκειται να αναλωθούν για την παραγωγική διαδικασία ή για την προσφορά υπηρεσιών.
Απομείωση (Impairment): Το ποσό κατά το οποίο η λογιστική αξία ενός περιουσιακού στοιχείου υπερβαίνει την ανακτήσιμη αξία του.
Απόσβεση (Depreciation, amortization): Η συστηματική κατανομή της αποσβεστέας αξίας ενός στοιχείου στην ωφέλιμη ζωή του.
Αποσβέσιμο κόστος – χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (amortized cost – financial assets): To ποσό στο οποίο ένα χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο επιμετράται στην αρχική αναγνώριση:
α) μείον πληρωμές για κεφάλαιο.
β) μείον ή πλέον σωρευτική απόσβεση, με τη μέθοδο του πραγματικού επιτοκίου ή με τη σταθερή μέθοδο, κάθε διαφοράς μεταξύ του αρχικού ποσού και του ποσού κατά τη λήξη του.
γ) μείον κάθε μείωση (άμεσα ή με τη χρήση αντίθετου λογαριασμού) για ζημίες απομείωσης.
Αποσβέσιμο κόστος – χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις (amortized cost – financial liabilities):
To ποσό στο οποίο μια χρηματοοικονομική υποχρέωση επιμετράται στην αρχική αναγνώριση:
α) μείον πληρωμές για κεφάλαιο ή άλλες μειώσεις.
β) πλέον ή μείον η σωρευτική απόσβεση, με τη μέθοδο του πραγματικού επιτοκίου ή με τη σταθερή μέθοδο, κάθε διαφοράς μεταξύ του αρχικού ποσού και του ποσού κατά τη λήξη του.
Αποσβέσιμο κόστος ή ποσό – πάγια περιουσιακά στοιχεία (amortized or depreciable cost or amount- fixed assets): To ποσό στο οποίο ένα πάγιο στοιχείο επιμετράται στην αρχική αναγνώριση, μειωμένο με τις σωρευμένες αποσβέσεις και απομειώσεις.
Αποτελεσματική αντιστάθμιση (effective hedge): Μια αντιστάθμιση είναι αποτελεσματική όταν τόσο κατά τη δημιουργία της όσο και σε μεταγενέστερες περιόδους, η αντιστάθμιση αναμένεται να είναι αποτελεσματική, όσον αφορά τον συμψηφισμό των μεταβολών της εύλογης αξίας ή των ταμιακών ροών που αποδίδονται στον αντισταθμισμένο κίνδυνο.
Αρχική αναγνώριση (initial recognition): Η πρώτη καταχώρηση στο λογιστικό σύστημα της οντότητας ενός στοιχείου των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Αυθεντικότητα προέλευσης τιμολογίου (authenticity of origin): Η διασφάλιση της ταυτότητας του προμηθευτή ή του εκδότη του τιμολογίου.
Αυλο περιουσιακό στοιχείο (intangible asset): Είναι ένα εξατομικεύσιμο και μη νομισματικό περιουσιακό στοιχείο, χωρίς υλική υπόσταση. Ένα άυλο περιουσιακό στοιχείο είναι εξατομικεύσιμο σε κάθε μία από τις δύο παρακάτω περιπτώσεις:
α) Είναι διαχωρίσιμο, δηλαδή δύναται να διαχωρίζεται ή αποχωρίζεται από την οντότητα και να πωλείται, μεταβιβάζεται, εκμισθώνεται, ή ανταλλάσσεται, είτε από μόνο του ή μαζί με
σχετική σύμβαση, περιουσιακό στοιχείο ή υποχρέωση,
β) Προκύπτει από συμβατικά ή άλλα νόμιμα δικαιώματα, ανεξάρτητα του εάν τα δικαιώματα είναι μεταβιβάσιμα, ή διαχωρίσιμα από την οντότητα, ή από άλλα δικαιώματα και
δεσμεύσεις.
Βελτίωση παγίου (improvement of a fixed asset): Μια δαπάνη με σκοπό την επέκταση της ωφέλιμης οικονομικής ζωής ενός παγίου ή/και τη βελτίωση της επίδοσης του, σε σχέση με την κατάσταση του παγίου κατά την αρχική του αναγνώριση.
Βιολογικά περιουσιακά στοιχεία (biological assets): Ζώντα ζώα ή φυτά.
Βραχυπρόθεσμη υποχρέωση (current liability): Μια υποχρέωση που η οντότητα:
α) αναμένει να διακανονίσει εντός του κανονικού λειτουργικού κύκλου της, ή
β) κατέχει πρωτίστως για εμπορικούς σκοπούς, ή
γ) οφείλει να διακανονίσει εντός δώδεκα μηνών από την ημερομηνία αναφοράς των οικονομικών καταστάσεων, ή
δ) δεν έχει άνευ όρων δικαίωμα αναβολής του διακανονισμού της για διάστημα μεγαλύτερο των δώδεκα μηνών από την ημερομηνία αναφοράς των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Η ύπαρξη όρων που, κατά την επιλογή του αντισυμβαλλόμενου μέρους, προβλέπουν τον διακανονισμό της υποχρέωσης με την έκδοση συμμετοχικών τίτλων της οντότητας, δεν επηρεάζει την κατάταξη της υποχρέωσης ως βραχυπρόθεσμης ή μακροπρόθεσμης.
Γεγονός (event): Γεγονός είναι οποιοδήποτε συμβάν δημιουργεί μεταβολή στα περιουσιακά στοιχεία και / ή τις υποχρεώσεις της οντότητας, όπως η απομείαιση ενός περιουσιακού στοιχείου ή η κατάπτωση μιας εγγύησης, συμπεριλαμβανομένων των ενδεχόμενων περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων.
Γνωστοποίηση (disclosure): Το σύνολο των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των επεξηγηματικών πληροφοριών και αναλύσεων.
Δάνεια και απαιτήσεις που δημιουργούνται από την οντότητα (loans and receivables originated by the entity): Μη παράγωγα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία με καθορισμένες ή προσδιορίσιμες ταμειακές ροές, χωρίς δημοσιευμένη τιμή σε ενεργή αγορά, τα οποία δημιουργούνται από την οντότητα όταν παραδίδει αγαθά, υπηρεσίες ή χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία σε τρίτους.
Δαπάνη (expenditure): Το σύνολο των ταμειακών διαθεσίμων ή ταμειακών ισοδύναμων ή η εύλογη αξία άλλου ανταλλάγματος που διατίθεται για την απόκτηση ενός περιουσιακού στοιχείου ή μιας υπηρεσίας.
Διαθέσιμα για πώληση χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (Available for sale financial instruments): Μη παράγωγα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία τα οποία κατά την αρχική αναγνώριση καθορίζονται από την οντότητα ως διαθέσιμα για πώληση, καθώς και κάθε άλλο μη παράγωγο χρηματοοικονομικό μέσο που δεν εντάσσεται στις κατηγορίες: α) των δανείων και απαιτήσεων που δημιουργούνται από την οντότητα, β) τωνδιακρατούμενων μέχρι τη λήξη επενδύσεων, και γ) των χρηματοοικονομικών στοιχείων εμπορικού χαρτοφυλακίου.
Διακρατούμενες μέχρι τη λήξη επενδύσεις (Held to maturity investments): Μη παράγωγα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία με καθορισμένες ή προσδιορίσιμες πληρωμές και καθορισμένη λήξη, τα οποία η οικονομική οντότητα έχει την πρόθεση και τη δυνατότητα να διακρατήσει μέχρι τη λήξη, εκτός από:
α) εκείνα που εμπίπτουν στον ορισμό των δανείων και απαιτήσεων.
β) εκείνα που κατά την αρχική αναγνώριση η οντότητα καθορίζει ως στοιχεία του εμπορικού χαρτοφυλακίου ή ως διαθέσιμα προς πώληση.
Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς – ΔΠΧΑ (International Financial Reporting Standards – IFRS): Τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς, συμπεριλαμβανομένων των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων, είναι τα πρότυπα στα οποία αναφέρεται ο Κανονισμός 1606/2002 της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Δικαιώματα που δεν ασκούν έλεγχο (non-controlling interests): Η καθαρή θέση μιας θυγατρικής που δεν αποδίδεται άμεσα ή έμμεσα στη μητρική.
Διαθέσιμα ή μετρητά (cash): Μετρητά στο ταμείο και σε άμεσα διαθέσιμες καταθέσεις.
Δουλευμένο ή Πραγματοποίηση, παραδοχή (accrual assumption): Λογιστική αρχή σύμφωνα με την οποία οι επιπτώσεις των συναλλαγών και άλλων γεγονότων αναγνωρίζονται και συμπεριλαμβάνονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις όταν προκύπτουν και όχι όταν διακανονίζονται ταμειακά.
Εισόδημα (income): Αυξήσεις σε οικονομικά οφέλη κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς με τη μορφή εισροών ή αυξήσεων περιουσιακών στοιχείων ή μειώσεων υποχρεώσεων, που οδηγούν σε αυξήσεις της καθαρής θέσης, εκτός από εκείνες που σχετίζονται με συνεισφορές των ιδιοκτητών της οντότητας. Το εισόδημα περιλαμβάνει τα έσοδα και τα κέρδη.
Έλεγχος (control): Η ικανότητα μιας οντότητας να προσδιορίζει τις χρηματοοικονομικές και λειτουργικές πολιτικές μιας άλλης οντότητας, ώστε να αποκομίζει οφέλη από τις δραστηριότητες αυτής.
Εμπορικές απαιτήσεις (trading receivables): Είναι οι πάσης φύσεως απαιτήσεις από πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών με πίστωση κατά τη συνήθη δραστηριότητα της οντότητας.
Εμπορικές υποχρεώσεις (trading payables): Είναι οι πάσης φύσεως υποχρεώσεις από αγορά αγαθών και υπηρεσιών με πίστωση κατά τη συνήθη δραστηριότητα της οντότητας.
Ενδεχόμενη υποχρέωση (Contingent liability): Ενδεχόμενη υποχρέωση είναι:
α) Μια πιθανή δέσμευση που προκύπτει από γεγονότα του παρελθόντος, η ύπαρξη της οποίας θα επιβεβαιωθεί μόνο από το αν συμβεί ή δεν συμβεί ένα ή περισσότερα αβέβαια μελλοντικά γεγονότα, τα οποία δεν είναι υπό τον πλήρη έλεγχο της οντότητας, ή
β) μια παρούσα δέσμευση που προκύπτει από γεγονότα του παρελθόντος για την οποία:
β1) δεν είναι σφόδρα πιθανό ότι θα απαιτηθεί εκροή πόρων που ενσωματώνουν οικονομικά οφέλη για τον διακανονισμό της, ή
β2) το ποσό της δέσμευσης δεν μπορεί να επιμετρηθεί με επαρκή αξιοπιστία.
Ενδεχόμενο περιουσιακό στοιχείο (Contingent asset): Ένα περιουσιακό στοιχείο που είναι πιθανό να προκύπτει από γεγονότα του παρελθόντος, η ύπαρξη του οποίου θα επιβεβαιωθεί από το εάν συμβεί ή δεν συμβεί ένα ή περισσότερα αβέβαια μελλοντικά γεγονότα, τα οποία δεν είναι υπό τον πλήρη έλεγχο της οντότητας.
Ενεργός αγορά (active market): Μια αγορά στην οποία λαμβάνουν χώρα συναλλαγές για ένα περιουσιακό στοιχείο ή μια υποχρέωση, με επαρκή συχνότητα και όγκο ώστε να παρέχουν πληροφορίες για τιμές σε συνεχή βάση.
Έξοδο (Expense): Η μείωση των περιουσιακών στοιχείων (οικονομικών πόρων) ή η αύξηση των υποχρεώσεων κατά τη διάρκεια μιας περιόδου που οδηγεί σε μείωση της καθαρής θέσης, εκτός των μειώσεων της καθαρής θέσης που προέρχονται από διανομές στους ιδιοκτήτες της οντότητας.
Επενδυτικά ακίνητα (investment property): Ακίνητα (γη ή κτήριο ή τμήμα ενός κτηρίου, ή και τα δύο) που είναι ιδιόκτητα ή κατέχονται με χρηματοδοτική μίσθωση και προορίζονται είτε για εκμίσθωση, είτε για αποκόμιση οφέλους από αύξηση της αξίας τους, είτε και για τα δύο, αλλά όχι για ιδιοχρησιμοποίηση ή πώληση αυτών στα πλαίσια της συνήθους δραστηριότητας.
Επενδυτικές δραστηριότητες (Investing activities): Η απόκτηση και διάθεση μη κυκλοφορούντων περιουσιακών στοιχείων και άλλων επενδύσεων που δεν περιλαμβάνονται στα διαθέσιμα και ταμειακά ισοδύναμα.
Επενδυτική οντότητα (Investment entity):
α) η οντότητα της οποίας αποκλειστικό αντικείμενο είναι να επενδύει τα κεφάλαια της σε διάφορους τίτλους, ακίνητα και άλλα περιουσιακά στοιχεία, με μόνη επιδίωξη την κατανομή των επενδυτικών κινδύνων και το οικονομικό όφελος των μετόχων της από τα αποτελέσματα της διαχείρισης των περιουσιακών της στοιχείων.
β) η οντότητα που είναι συγγενής με επενδυτική οντότητα σταθερού κεφαλαίου, εάν μοναδικός σκοπός αυτής της συγγενούς οντότητας είναι η απόκτηση πλήρως εξοφλημένων μετοχών που εξεδόθη σαν από την εν λόγω επενδυτική οντότητα σταθερού κεφαλαίου, με την επιφύλαξη του άρθρου 20 παράγραφος 1 στοιχείο (η) της οδηγίας 77/91/ΕΟΚ.
Επιμέτρηση (measurement): Η διαδικασία προσδιορισμού της χρηματικής αξίας ενός στοιχείου των χρηματοοικονομικών καταστάσεων κατά την αρχική του αναγνώριση ή μεταγενέστερα.
Επισκευή παγίου περιουσιακού στοιχείου (repair of fixed assets): Μια δαπάνη που αποσκοπεί σε αποκατάσταση της παραγωγικής δυνατότητας ενός παγίου, ύστερα από καταστροφή, χρήση ή άλλη μείωση.
Επιχείρηση (business): Ένα ολοκληρωμένο σύνολο δραστηριοτήτων και περιουσιακών στοιχείων που μπορεί να διευθύνεται με σκοπό την επίτευξη απόδοσης με τη μορφή μερίσματος ή την απολαβή μικρότερου κόστους ή άλλων οικονομικών ωφελειών απευθείας στους μετόχους ή άλλους ιδιοκτήτες. Μια επιχείρηση γενικά περιλαμβάνει εισροές, διαδικασίες που εφαρμόζονται επί αυτών των εισροών και εκροές που χρησιμοποιούνται ή θα χρησιμοποιηθούν για την δημιουργία εσόδων. Ένα μεταβιβαζόμενο σύνολο δραστηριοτήτων και περιουσιακών στοιχείων θεωρείται σε κάθε περίπτωση επιχείρηση, εάν ενσωματώνει υπεραξία.
Επιχορηγήσεις, κρατικές (Government grants): Ενίσχυση από το κράτος με τη μορφή μεταφοράς πόρων σε μια οντότητα, σε ανταπόδοση για παρελθούσα ή μελλοντική συμμόρφωση με συγκεκριμένες συνθήκες που σχετίζονται με τις λειτουργικές της δραστηριότητες. Δεν περιλαμβάνονται στις κρατικές επιχορηγήσεις εκείνες οι μορφές κρατικής ενίσχυσης στις οποίες δεν μπορεί εύλογα να αποδοθεί μια αξία καθώς και συναλλαγές με το κράτος, οι οποίες δεν μπορούν να διακριθούν από τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές της οντότητας.
Έρευνα (research): Η πρωταρχική και σχεδιασμένη έρευνα που αναλαμβάνεται με την προσδοκία απόκτησης νέας επιστημονικής ή τεχνικής γνώσης και κατανόησης.
Έσοδο (Revenue): Η μεικτή εισροή οικονομικών ωφελειών κατά τη διάρκεια μιας περιόδου, η οποία προκύπτει από συνήθεις δραστηριότητες μιας οντότητας και αυξάνει την καθαρή θέση της, εκτός των αυξήσεων της καθαρής θέσης που προέρχονται από συνεισφορές των ιδιοκτητών της οντότητας.
Εύλογη αξία (Fair value): Η τιμή ανταλλαγής ενός περιουσιακού στοιχείου ή διακανονισμού μιας υποχρέωσης, μεταξύ πρόθυμων και ενήμερων μερών που ενεργούν υπό κανονικές στην αγορά συνθήκες, κατά την ημερομηνία μέτρησης.
Εύλογη παρουσίαση (fair presentation or true and fair): Πιστή παρουσίαση των επιπτώσεων των συναλλαγών και άλλων γεγονότων της οντότητας, σύμφωνα με τους ορισμούς και τα κριτήρια αναγνώρισης των περιουσιακών στοιχείων, των υποχρεώσεων, του εισοδήματος (εσόδων και κερδών) και των εξόδων.
Ζημιά (Loss): Η καθαρή μείωση της καθαρής θέσης, με τη μορφή αύξησης των υποχρεώσεων ή μείωσης των περιουσιακών στοιχείων, εκτός των μειώσεων της καθαρής θέσης που προέρχονται από συναλλαγές με τους ιδιοκτήτες της οντότητας.
Ημερομηνία αναφοράς ή ημερομηνία ισολογισμού (reporting date): Η τελευταία ημέρα της περιόδου που καλύπτεται από τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
Θυγατρική οντότητα (subsidiary): Μια οντότητα που ελέγχεται από μια μητρική οντότητα, άμεσα ή έμμεσα..
Ιδιοπαραγόμενα περιουσιακά στοιχεία (self-constructed assets): Περιουσιακά στοιχεία που κατασκευάζονται ή δημιουργούνται είτε από την ίδια την οντότητα είτε από ένα τρίτο μέρος, είτε από κοινού από την οντότητα και ένα τρίτο μέρος, για λογαριασμό της.
Ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα (owner-occupied property): Ακίνητα κατεχόμενα από τον ιδιοκτήτη ή από τον μισθωτή βάσει χρηματοδοτικής μίσθωσης, τα οποία χρησιμοποιούνται στην παραγωγή αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών, ή για διοικητικούς σκοπούς της οντότητας.
Καθαρή επένδυση σε αλλοδαπή δραστηριότητα (net investment in a foreign operation): To ποσό (αναλογία) των δικαιωμάτων μιας οντότητας στα καθαρά περιουσιακά στοιχεία (περιουσιακά στοιχεία μείον υποχρεώσεις), μιας εκμετάλλευσης που είναι θυγατρική, συγγενής, κοινοπραξία ή υποκατάστημα της οντότητας, οι εργασίες της οποίας βασίζονται ή διεξάγονται σε μια χώρα ή ένα νόμισμα διαφορετικά από αυτά της οντότητας.
Καθαρή επένδυση σε χρηματοδοτική μίσθωση – εκμισθωτής (Net investment in a finance lease – lessor): Καθαρή επένδυση σε χρηματοδοτική μίσθωση είναι η μικτή επένδυση στη μίσθωση, προεξοφλούμενη με το προκύπτον επιτόκιο της μίσθωσης. Η μικτή επένδυση στη μίσθωση προσδιορίζεται από το άθροισμα:
α) των ελάχιστων καταβολών μισθωμάτων που μπορεί να απαιτήσει ο εκμισθωτής βάσει της χρηματοδοτικής μίσθωσης, και
β) κάθε μη εγγυημένης υπολειμματικής αξίας που δικαιούται ο εκμισθωτής.
Καθαρή θέση (equity): Η διαφορά μεταξύ περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων μιας οντότητας.
Καθαρή λογιστική αξία (net book value): Η λογιστική αξία που προκύπτει για ένα περιουσιακό στοιχείο ή μια υποχρέωση, αν από την αρχική λογιστική αξία αφαιρεθούν όλες οι σχετικές προσαρμογές αξίας.
Καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία (net realizable value): Η εκτιμώμενη τιμή διάθεσης ενός περιουσιακού στοιχείου κατά την κανονική πορεία της επιχειρηματικής δραστηριότητας, μειωμένη κατά το τυχόν κόστος που απαιτείται για την ολοκλήρωση του και για την πραγματοποίηση της διάθεσης.
Καθαρό αποτέλεσμα (κέρδος ή ζημιά) (Net income): Καθαρό αποτέλεσμα είναι η διαφορά μεταξύ: α) του συνόλου των εσόδων και κερδών μιας περιόδου, και β) των αντίστοιχων εξόδων και ζημιών. Το καθαρό αποτέλεσμα μπορεί να είναι θετικό (κέρδος περιόδου) ή αρνητικό (ζημία περιόδου).
Κατασκευαστικά συμβόλαια (construction contracts): Μια σύμβαση που διαπραγματεύεται ειδικά την κατασκευή ενός περιουσιακού στοιχείου ή συνδυασμού περιουσιακών στοιχείων τα οποία είναι στενά αλληλοσυνδεόμενα ή αλληλοσχετιζόμενα σε όρους σχεδιασμού, τεχνολογίας και λειτουργίας ή τελικού σκοπού ή χρήσης τους.
Κέρδος (Gain): Αύξηση στα οικονομικά οφέλη που πληροί τον ορισμό του εισοδήματος αλλά δεν είναι έσοδο. Τα κέρδη οδηγούν σε καθαρή αύξηση της καθαρής θέσης, με τη μορφή μείωσης των υποχρεώσεων ή αύξησης των περιουσιακών στοιχείων. Τα κέρδη δεν περιλαμβάνουν αυξήσεις της καθαρής θέσης που προέρχονται από συναλλαγές με τους ιδιοκτήτες της οντότητας.
Κοινή διευθέτηση (joint arrangement): Μια διευθέτηση στην οποία δύο ή περισσότερα μέρη, δεσμευμένα με σύμβαση, έχουν κοινό έλεγχο. Μια κοινή διευθέτηση είναι είτε κοινή δραστηριότητα είτε κοινοπραξία.
Κοινή δραστηριότητα (joint operation): Κοινή δραστηριότητα είναι μια διευθέτηση στην οποία τα εμπλεκόμενα μέρη έχουν κοινό έλεγχο καθώς και δικαιώματα στα περιουσιακά στοιχεία και δεσμεύσεις για τις υποχρεώσεις που προκύπτουν. Η κοινή δραστηριότητα διενεργείται από κοινού από τα εμπλεκόμενα μέρη.
Κοινοπραξία (joint venture): Κοινοπραξία είναι μια οντότητα επί της οποίας δύο ή περισσότερα μέρη ασκούν κοινό έλεγχο και έχουν δικαιώματα στα καθαρά περιουσιακά της στοιχεία.
Κοινός έλεγχος (Joint control): Συμβατική κατανομή του ελέγχου μιας διευθέτησης, ο οποίος υφίσταται μόνο όταν οι αποφάσεις για τις σχετικές δραστηριότητες απαιτούν την ομόφωνη γνώμη των μερών που μοιράζονται τον έλεγχο.
Κόστος για τη διάθεση περιουσιακού στοιχείου ή μονάδας δημιουργίας χρηματοροών (Costs of disposal of an asset or a cash generating unit). To συνολικό επιπλέον κόστος που απαιτείται για τη διάθεση ενός περιουσιακού στοιχείου ή μιας μονάδας δημιουργίας χρηματορών, εξαιρουμένων των χρηματοοικονομικών εξόδων και του φόρου εισοδήματος.
Κόστος κτήσης (αξία αγοράς) περιουσιακών στοιχείων και υπηρεσιών (Acquisition cost or purchase price of assets and services): To σύνολο των ταμειακών διαθεσίμων ή ταμειακών ισοδύναμων ή η εύλογη αξία άλλου ανταλλάγματος που δίνεται κατά το χρόνο απόκτησης ή κατασκευής, πλέον δαπάνες αγοράς και μείον οποιαδήποτε μείωση του κόστους. Το κόστος κτήσης περιλαμβάνει κάθε δαπάνη που απαιτείται για να έλθει ένα περιουσιακό στοιχείο στην παρούσα κατάσταση ή θέση ή επιδιωκόμενη χρήση.
Κόστος κτήσης (αρχική αναγνώριση) υποχρεώσεων (Acquisition cost of liabilities at initial recognition): To ποσό ταμειακών διαθεσίμων ή ταμειακών ισοδυνάμων, ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που λαμβάνονται, ή βάρους που αναλαμβάνεται κατά τον χρόνο που προκύπτει η υποχρέωση, αφού ληφθεί υπόψη τυχόν πρόσθετο κόστος που σχετίζεται με την δημιουργία της υποχρέωσης.
Κόστος παραγωγής (Production cost): Το κόστος που αποδίδεται σε αγαθά ή υπηρεσίες που παράγει ή προσφέρει η οντότητα.
Κύκλος εργασιών (καθαρός) (Turnover, net): Η ακαθάριστη εισροή οικονομικών ωφελειών στη διάρκεια της περιόδου που προέρχεται από τις συνήθεις δραστηριότητες της οντότητας, η οποία καταλήγει σε αύξηση της καθαρής θέσης, εξαιρουμένων των αυξήσεων της καθαρής θέσης από συνεισφορές των ιδιοκτητών. Στο ποσό του κύκλου εργασιών δεν προσμετρούνται οι εκπτώσεις και επιστροφές, ο φόρος προστιθέμενης αξίας και άλλοι φόροι που συνδέονται άμεσα με τον κύκλο εργασιών.
Κυκλοφορούν ενεργητικό (current assets): Είναι περιουσιακά στοιχεία τα οποία:
α) η οντότητα αναμένει ή σκοπεύει να ρευστοποιήσει ή πωλήσει ή αναλώσει εντός του συνήθους λειτουργικού κύκλου, ή
β) η οντότητα κατέχει για εμπορικούς σκοπούς, ή
γ) η οντότητα αναμένει να ρευστοποιήσει εντός 12 μηνών από την ημερομηνία αναφοράς των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, ή
δ) είναι μετρητά ή ταμειακά ισοδύναμα, εκτός εάν υφίσταται περιορισμός για την ανταλλαγή τους ή τη χρήση τους για διακανονισμό μιας υποχρέωσης για διάστημα μεγαλύτερο των 12 μηνών από την ημερομηνία αναφοράς των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Κυριαρχική επιρροή (dominant influence): Κυριαρχική επιρροή είναι η ικανότητα μια οντότητας (επενδυτής) να καθορίζει τις χρηματοοικονομικές και λειτουργικές αποφάσεις μιας άλλης οντότητας, ανεξάρτητα από τα δικαιώματα ή την επιρροή οποιουδήποτε άλλου μέρους.
Λειτουργικές δραστηριότητες (operating activities): Οι κύριες δραστηριότητες που παράγουν έσοδα και άλλες δραστηριότητες που δεν κατατάσσονται στις επενδυτικές ή χρηματοδοτικές δραστηριότητες.
Λειτουργική μίσθωση (operating lease): Μια μίσθωση που δεν είναι χρηματοδοτική.
Λειτουργικός κύκλος (operating cycle): Λειτουργικός κύκλος είναι ο χρόνος μεταξύ της απόκτησης περιουσιακών στοιχείων για επεξεργασία και μετατροπής τους σε ταμειακά διαθέσιμα ή ταμειακά ισοδύναμα.
Λογιστικά αρχεία (accounting records): Λογιστικά αρχεία είναι τα ηλεκτρονικά ή φυσικά μέσα, στα οποία περιέχονται πληροφορίες αναγκαίες για την κατάρτιση και τον έλεγχο των χρηματοοικονομικών καταστάσεων μιας οντότητας. Τα λογιστικά αρχεία περιλαμβάνουν βάσεις πρωτογενών πληροφοριακών δεδομένων, παραστατικά των συναλλαγών και γεγονότων (λογιστικά στοιχεία), και άλλα λογιστικά αρχεία (λογιστικά βιβλία) στα οποία καταχωρούνται δεδομένα των συναλλαγών και γεγονότων.
Λογιστικά στοιχεία (παραστατικά) (supporting documentation): Λογιστικά στοιχεία ή παραστατικά είναι τα πάσης φύσεως στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των παραστατικών πώλησης, που εκδίδονται από την οντότητα ή από τρίτο σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή, τα οποία τεκμηριώνουν τις συναλλαγές και τα γεγονότα της οντότητας.
Λογιστικές πολιτικές (accounting policies): Οι συγκεκριμένες αρχές, βάσεις επιμέτρησης, παραδοχές, κανόνες και πρακτικές που εφαρμόζονται από μια οντότητα στην κατάρτιση και παρουσίαση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Λογιστική αξία (book value or carrying amount): Η αξία με την οποία ένα στοιχείο αναγνωρίζεται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
Λογιστική εκτίμηση (accounting estimate): Η εκτίμηση της οντότητας, με βάση διαθέσιμες πληροφορίες, αναφορικά με την παρούσα κατάσταση, τα αναμενόμενα οφέλη, και τις δεσμεύσεις που συνδέονται με περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις. Για παράδειγμα, η εκτίμηση για το χρόνο εμφάνισης των ωφελειών από ένα περιουσιακό στοιχείο.
Λογιστικό σύστημα (accounting system): Το λογιστικό σύστημα μιας οντότητας περιλαμβάνει τα λογιστικά αρχεία και τις διαδικασίες για την καταχώρηση των συναλλαγών και γεγονότων, καθώς και για την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Μακροπρόθεσμη υποχρέωση (long term liability): Μια υποχρέωση που δεν είναι βραχυπρόθεσμη.
Μέθοδος της ολοκληρωμένης σύμβασης (completed contract method): Μέθοδος κατά την οποία τα έσοδα και τα έξοδα από συμβάσεις παροχής υπηρεσίας ή κατασκευαστικά συμβόλαια αναγνωρίζονται με την ολοκλήρωση της σχετικής υπηρεσίας ή έργου.
Μέθοδος του ποσοστού ολοκλήρωσης (percentage of completion method): Μέθοδος στην οποία τα έσοδα από συμβάσεις παροχής υπηρεσίας ή κατασκευαστικά συμβόλαια αναγνωρίζονται με βάση το ποσοστό ολοκλήρωσης της σύμβασης. Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, το έσοδο συσχετίζεται με το κόστος που έχει αναληφθεί, σε σχέση με το συνολικό απαιτούμενο κόστος, για να επιτευχθεί το στάδιο ολοκλήρωσης της σύμβασης στο τέλος της περιόδου αναφοράς του πωλητή, με αποτέλεσμα να προκύπτουν έσοδα και έξοδα που αναλογούν στο μέρος της υπηρεσίας ή του έργου που έχει ολοκληρωθεί.
Μερίσματα (dividends): Ποσά (μετρητά ή άλλα περιουσιακά στοιχεία) που διανέμονται στους ιδιοκτήτες τίτλων καθαρής θέσης, πέραν ποσών που αντιπροσωπεύουν επιστροφή εισφερθέντος κεφαλαίου.
Μη κυκλοφορούντα περιουσιακά στοιχεία (non-current assets): περιουσιακά στοιχεία που δεν είναι κυκλοφορούντα.
Μη παράγωγα χρηματοοικονομικά μέσα (non-derivative financial instruments):
Χρηματοοικονομικά στοιχεία που δεν είναι παράγωγα.
Μη νομισματικά ή μη χρηματικά στοιχεία (non-monetary items): Περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις που δεν είναι νομισματικά.
Μη χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις (non-financial liabilities): Κάθε υποχρέωση που δεν είναι χρηματοοικονομική.
Μητρική επιχείρηση (Parent company): Η οντότητα που ελέγχει μία ή περισσότερες θυγατρικές οντότητες.
Μίσθωση (lease): Μια συμφωνία στην οποία ο εκμισθωτής μεταβιβάζει στο μισθωτή, έναντι ανταλλάγματος, το δικαίωμα χρήσης ενός περιουσιακού στοιχείου για μια συμφωνημένη περίοδο.
Μονάδα δημιουργίας χρηματοροών (cash generating unit): Η μικρότερη εντοπίσιμη ομάδα περιουσιακών στοιχείων που δημιουργεί ταμειακές ροές οι οποίες είναι κατά βάση ανεξάρτητες από τις ταμειακές ροές άλλων περιουσιακών στοιχείων ή ομάδων περιουσιακών στοιχείων.
Νόμισμα παρουσίασης (presentation currency): Το νόμισμα στο οποίο παρουσιάζονται οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
Νομισματικά ή χρηματικά στοιχεία (monetary items): Κατεχόμενες μονάδες νομίσματος και περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις που θα εισπραχθούν ή πληρωθούν σε ένα καθορισμένο ή προσδιορίσιμο αριθμό μονάδων νομίσματος.
Οικονομική ουσία των συναλλαγών και γεγονότων (economic substance of transactions and events). Οι συναλλαγές και τα γεγονότα παρουσιάζονται στις οικονομικές καταστάσεις, με βάση την χρηματοοικονομική τους επίπτωση παρά με βάση το νομικό τους τύπο. Όμιλος (Group): Η μητρική επιχείρηση και όλες οι θυγατρικές της.
Οντότητα (entity): Οντότητα είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, επιχείρηση ή οργανισμός κερδοσκοπικού ή μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που ανήκει στον ιδιωτικό ή στον δημόσιο τομέα.
Οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος (Public interest entities): Οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος είναι οντότητες που υπόκεινται στον Ελληνικό νόμο και περιλαμβάνουν:
α) Τις οντότητες των οποίων μετοχές ή άλλες κινητές αξίες είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την έννοια της Οδηγίας 2004/39/ΕΟΚ και σύμφωνα με τις προβλέψεις του Κανονισμού 1606/2002 της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
β) Τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις των περιπτώσεων 5 και 6 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (EE) 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 648/2012.
γ) Τα πιστωτικά ιδρύματα όπως αυτά καθορίζονται από την περίπτωση 1 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (EE) αριθ. 575/2013.
δ) Οντότητες που καθορίζονται από τη νομοθεσία ως δημοσίου ενδιαφέροντος οντότητες, με βάση τη φύση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, το μέγεθος ή τον αριθμό των απασχολουμένων.
Οντότητες ομίλου (affiliated entities): Οποιεσδήποτε δύο ή περισσότερες οντότητες ενός ομίλου.
Οντότητες χαρτοφυλακίου (Financial holding entities): Οι οντότητες που έχουν ως αποκλειστικό αντικείμενο την απόκτηση συμμετοχών σε άλλες οντότητες με σκοπό τη διαχείριση τους για δημιουργία κέρδους, ενεργούντες ως μέτοχοι, χωρίς άμεση ή έμμεση ανάμιξη στη διοίκηση των οντοτήτων αυτών.
Ουσιώδης επιρροή (Significant influence): Η ικανότητα μια οντότητας (επενδυτής) να επηρεάζει τις χρηματοοικονομικές και λειτουργικές αποφάσεις μιας άλλης οντότητας, χωρίς να ασκεί έλεγχο ή κοινό έλεγχο επί αυτής. Τεκμαίρεται ότι υπάρχει ουσιώδης επιρροή όταν η οντότητα κατέχει άμεσα ή έμμεσα το 20% τουλάχιστον των δικαιωμάτων ψήφου της άλλης οντότητας, εκτός εάν μπορεί να τεκμηριωθεί ότι αυτό δεν συμβαίνει.
Πάγια περιουσιακά στοιχεία (πάγια στοιχεία ενεργητικού) (Fixed assets): Τα περιουσιακά στοιχεία που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν κατά τρόπο διαρκή για τους σκοπούς της οντότητας και αναμένεται να προσφέρουν οφέλη πέραν της μιας ετήσιας περιόδου.
Παράγωγα (Περιουσιακά στοιχεία ή Υποχρεώσεις) (derivath, assets or liabilities):
Παράγωγο είναι ένα χρηματοοικονομικό μέσο ή άλλη σύμβαση που πληροί όλα τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
α) Η αξία του μεταβάλλεται σε σχέση με ένα από τα επόμενα (αποκαλούμενο συνήθως «υποκείμενο»): καθορισμένο επιτόκιο, τιμή ενός χρηματοοικονομικού μέσου, τιμή ενός εμπορεύματος, συναλλαγματική ισοτιμία, τιμές δεικτών ή επιτοκίων, πιστωτική διαβάθμιση, πιστωτικό δείκτη ή άλλη μεταβλητή, με την προϋπόθεση ότι στην περίπτωση μη χρηματοοικονομικής μεταβλητής αυτή η μεταβλητή δεν αναφέρεται σε ένα μέρος της σύμβασης.
β) Δεν απαιτεί αρχική καθαρή επένδυση ή απαιτεί ελάχιστη αρχική καθαρή επένδυση που είναι μικρότερη από αυτή που απαιτείται για άλλους τύπους συμβάσεων που αναμένεται να έχουν παρόμοια αντίδραση σε μεταβολές παραγόντων της αγοράς.
γ) Διακανονίζεται σε μελλοντική ημερομηνία.
Τυπικές περιπτώσεις παραγώγων είναι τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, τα προθεσμιακά συμβόλαια, τα συμβόλαια ανταλλαγής και τα δικαιώματα προαίρεσης. Τα παράγωγα έχουν συνήθως ένα θεωρητικό ποσό (κεφάλαιο αναφοράς), το οποίο είναι ένα νομισματικό ποσό, ένας αριθμός μετοχών, ένας αριθμός μονάδων βάρους ή όγκου ή άλλων μονάδων μέτρησης, που καθορίζονται στη σύμβαση.
Παραστατικά (supporting documentation): Βλέπε Λογιστικά στοιχεία.
Παραστατικά (στοιχεία) διακίνησης (shipping documents): Παραστατικά στοιχεία που συνοδεύουν τα αγαθά κατά τη διακίνηση τους. Τα στοιχεία αυτά περιέχουν, κατ’ ελάχιστο, τις εξής πληροφορίες:
α) Την πλήρη επωνυμία ή το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση και τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) αποστολέα και παραλήπτη.
β) Την ποσότητα και το είδος των διακινούμενων αγαθών.
γ) Την ημερομηνία που έγινε η διακίνηση.
Παρούσα αξία (present value): Η αξία που προκύπτει από την προεξόφληση στο παρόν, ενός μελλοντικού ποσού χρημάτων ή μιας σειράς ταμειακών ροών με ένα κατάλληλο επιτόκιο, στη φυσιολογική πορεία των πραγμάτων.
Πάροχος υπηρεσιών ηλεκτρονικής έκδοσης παραστατικών πωλήσεων (service provider -issuance of sales invoices): Ως «πάροχος υπηρεσιών ηλεκτρονικής έκδοσης παραστατικών πωλήσεων» νοείται η οντότητα η οποία κατόπιν εντολής άλλης οντότητας (υπόχρεη οντότητα), εκδίδει με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων και σύμφωνα με τις διατάξεις της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας, παραστατικά πωλήσεων για λογαριασμό της υπόχρεης οντότητας. Τα εν λόγω παραστατικά πωλήσεων μπορούν να διαβιβάζονται κατ’ ευθείαν στους αποδέκτες τους από τον πάροχο ή να παραδίδονται στην υπόχρεη οντότητα. Ο πάροχος μπορεί, κατόπιν συμφωνίας με την υπόχρεη οντότητα, να αναλαμβάνει την αρχειοθέτηση και φύλαξη αντιγράφων των σχετικών παραστατικών για λογαριασμό της υπόχρεης οντότητας με ασφαλή τρόπο.
Περίοδος αναφοράς ή περίοδος (reporting period): Η περίοδος που καλύπτεται από τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της οντότητας.
Περιουσιακά στοιχεία (ενεργητικό) (Assets): Πόροι επί των οποίων η επιχείρηση ασκεί έλεγχο, ως αποτέλεσμα γεγονότων του παρελθόντος και από τους οποίους αναμένει μελλοντικά οικονομικά οφέλη.
Περιουσιακά στοιχεία μακράς περιόδου κατασκευής ή παραγωγής (qualifying assets):
Περιουσιακά στοιχεία για τα οποία απαιτείται σημαντικός χρόνος μέχρι να καταστούν έτοιμα για την προοριζόμενη χρήση τους ή για πώληση.
Πραγματικό επιτόκιο (effective interest rate): Το επιτόκιο που ακριβώς προεξοφλεί όλες τις εκτιμώμενες μελλοντικές πληρωμές ή εισπράξεις στην καθαρή λογιστική αξία ενός χρηματοοικονομικού περιουσιακού στοιχείου ή μιας χρηματοοικονομικής υποχρέωσης, κατά τη διάρκεια τους ή κατά περίπτωση για μια μικρότερη περίοδο.
Πρόβλεψη (provision): Μια υποχρέωση σαφώς καθορισμένης φύσης η οποία κατά την ημερομηνία του ισολογισμού είναι περισσότερο πιθανό να συμβεί από το να μη συμβεί ή βέβαιο ότι θα προκύψει, αλλά είναι αβέβαιη ως προς το ποσό ή/και το χρόνο που θα προκύψει. Η πρόβλεψη αντιπροσωπεύει την βέλτιστη εκτίμηση του ποσού που θα απαιτηθεί για την κάλυψη της σχετικής υποχρέωσης.
Προσαρμογή αξίας (value adjustment): Η μείωση της λογιστικής αξίας ενός περιουσιακού στοιχείου ως αποτέλεσμα απόσβεσης ή και απομείωσης.
Προσωρινή διαφορά (temporary difference): Η διαφορά μεταξύ της λογιστικής αξίας ενός περιουσιακού στοιχείου, υποχρέωσης ή άλλου στοιχείου των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και της φορολογικής του βάσης, που η οντότητα αναμένει να επηρεάσει στο μέλλον τα φορολογητέα αποτελέσματα, όταν η λογιστική αξία του περιουσιακού στοιχείου ή της υποχρέωσης θα ανακτηθεί ή διακανονιστεί, ή στην περίπτωση άλλων στοιχείων των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, όταν θα επηρεαστούν τα φορολογητέα αποτελέσματα.
Σημαντικό μέγεθος (material): Παραλείψεις ή σφάλματα σε κονδύλια είναι σημαντικά εάν θα μπορούσαν ατομικά ή αθροιστικά, να επηρεάσουν τις οικονομικές αποφάσεις των χρηστών που λαμβάνονται βάσει των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Το σημαντικό μέγεθος εξαρτάται από το μέγεθος και τη φύση της παράλειψης ή του σφάλματος, κρινόμενο υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις. Το μέγεθος ή η φύση του κονδυλίου, ή ένας συνδυασμός και των δύο, θα μπορούσε να είναι καθοριστικός παράγων.
Σημειώσεις των χρηματοοικονομικών καταστάσεων – Προσάρτημα (notes of the financial statements): Οι σημειώσεις περιέχουν πληροφορίες επιπρόσθετα αυτών που παρουσιάζονται στον ισολογισμό, στην κατάσταση αποτελεσμάτων, στον πίνακα μεταβολών καθαρής θέσης, και στην κατάσταση χρηματοροών, κατά περίπτωση. Οι σημειώσεις παρέχουν αφηγηματικές ή ποσοτικές περιγραφές ή αναλύσεις των κονδυλίων που παρουσιάζονται στις προαναφερόμενες καταστάσεις, καθώς και πληροφορίες για στοιχεία που δεν πληρούν τα κριτήρια αναγνώρισης σε αυτές.
Στενό μέλος οικογένειας (close family member): Στενό μέλος οικογένειας ενός προσώπου είναι εκείνο το μέλος της οικογένειας του, που μπορεί να αναμένεται ότι επηρεάζει, ή επηρεάζεται από το πρόσωπο αυτό κατά την ενασχόληση τους με την οντότητα. Στην έννοια του στενού μέλους οικογένειας περιλαμβάνονται:
α) Ο(η) σύζυγος ή ο(η) σύντροφος με τον(την) οποίο(α) συγκατοικεί το πρόσωπο.
β) Τα εξαρτώμενα μέλη, συμπεριλαμβανομένων ανιόντων ή κατιόντων συγγενών, του προσώπου ή του(της) συζύγου του(της) ή του(της) συντρόφου του(της), με τον(την) οποίο(α) συγκατοικεί το πρόσωπο.
Συγγενής οντότητα (associated entity): Συγγενής οντότητα είναι μια οντότητα στην οποία συμμετέχει μια άλλη οντότητα και επί της οποίας η άλλη οντότητα ασκεί ουσιώδη επιρροή στις λειτουργίες και χρηματοοικονομικές πολιτικές της. Η συγγενής οντότητα δεν είναι ούτε θυγατρική ούτε κοινοπραξία για την άλλη οντότητα.
Συμμετοχικά δικαιώματα (Participating interests): Δικαιώματα επί του κεφαλαίου (καθαρής θέσης) άλλων οντοτήτων, ενσωματωμένα ή όχι σε τίτλους, τα οποία δημιουργούν ένα σταθερό σύνδεσμο με αυτές τις οντότητες και προορίζονται να συμβάλλουν στη δραστηριότητα της οντότητας που είναι κάτοχος των δικαιωμάτων αυτών. Η κατοχή τμήματος του κεφαλαίου μιας άλλης οντότητας θεωρείται ότι αποτελεί «συμμετοχικό δικαίωμα» όταν αντιπροσωπεύει δικαιώματα μικρότερα του 20% και μεγαλύτερα ή ίσα του 10%.
Συμμετοχικός τίτλος ή Τίτλος καθαρής θέσης (Equity instrument). Δικαίωμα επί του κεφαλαίου (καθαρής θέσης) άλλης οντότητας, ανεξαρτήτως ποσοστού συμμετοχής.
Συναλλαγή (Transaction): Συναλλαγή είναι κάθε πράξη μεταξύ της οντότητας και ενός ή περισσότερων συμβαλλομένων, η οποία δημιουργεί μεταβολή στα περιουσιακά στοιχεία και / ή τις υποχρεώσεις αυτής, όπως για παράδειγμα η πώληση ή ανταλλαγή αγαθών, ή η λήψη ενός δανείου, συμπεριλαμβανομένων μεταβολών σε ενδεχόμενα περιουσιακά στοιχεία και ενδεχόμενες υποχρεώσεις.
Συνδεδεμένο μέρος (Related party): Είναι:
α) Πρόσωπο ή στενό μέλος της οικογένειας αυτού του προσώπου είναι συνδεδεμένο μέρος με την οντότητα που καταρτίζει χρηματοοικονομικές καταστάσεις εάν:
α1) Είναι μέλος των βασικών διοικητικών στελεχών της καταρτίζουσας οντότητας ή μιας μητρικής της, ή
α2) Έχει τον έλεγχο της καταρτίζουσας οντότητας, ή
α3) Ασκεί από κοινού έλεγχο ή ουσιώδη επιρροή επί της καταρτίζουσας οντότητας ή έχει σημαντικά δικαιώματα ψήφου σε αυτή.
β) Μια οντότητα είναι συνδεδεμένη με την καταρτίζουσα οντότητα, αν ισχύει μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις:
β1) Η οντότητα και η καταρτίζουσα οντότητα είναι μέλη του ίδιου ομίλου (που σημαίνει ότι κάθε μητρική, θυγατρική και αδελφή θυγατρική είναι συνδεδεμένα μέρη μεταξύ τους).
β2) Οποιαδήποτε οντότητα είναι συγγενής ή κοινοπραξία της άλλης οντότητας (ή ενός μέλους ομίλου στον οποίο η άλλη οντότητα είναι μέλος).
β3) Και οι δύο οντότητες είναι κοινοπραξίες μιας τρίτης οντότητας.
β4) Οποιαδήποτε οντότητα είναι κοινοπραξία μιας τρίτης οντότητας και η άλλη οντότητα είναι συγγενής της τρίτης οντότητας.
β5) Η οντότητα είναι ένα πρόγραμμα καθορισμένων παροχών μετά την έξοδο από την υπηρεσία, προς όφελος των εργαζομένων είτε της καταρτίζουσας οντότητας είτε μιας οντότητας συνδεδεμένης με αυτήν. Εάν ηκαταρτίζουσα οντότητα είναι η ίδια ένα πρόγραμμα καθορισμένων παροχών, οι εργοδότες-χρηματοδότες του προγράμματος, είναι επίσης συνδεδεμένοι στο πρόγραμμα.
β6) Η οντότητα ελέγχεται ή ελέγχεται από κοινού από πρόσωπο αναφερόμενο στο (α).
β7) Ένα πρόσωπο αναφερόμενο στο (α1) διαθέτει σημαντική δύναμη ψήφων στην οντότητα.
β8) Ένα πρόσωπο αναφερόμενο στο (α1) ασκεί ουσιώδη επιρροή επί της οντότητας ή διαθέτει σημαντική δύναμη ψήφων σε αυτή.
β9) Ένα πρόσωπο ή ένα στενό μέλος της οικογένειας του ταυτόχρονα διαθέτει ουσιώδη επιρροή ή σημαντική δύναμη ψήφων επί της οντότητας και ασκεί από κοινού έλεγχο στην καταρτίζουσα οντότητα.
β10) Ένα μέλος των βασικών διοικητικών στελεχών της καταρτίζουσας οντότητας ή μιας μητρικής της οντότητας, ή ένα στενό μέλος της οικογένειας αυτού του προσώπου, ασκεί έλεγχο ή από κοινού έλεγχο επί τηςκαταρτίζουσας οντότητας ή διαθέτει σημαντική δύναμη ψήφων σε αυτή.
Συνέχιση δραστηριότητας, παραδοχή (going concern assumption): Μια οντότητα θεωρείται ως συνεχίζουσα την δραστηριότητα της, εκτός εάν η διοίκηση προτίθεται να την ρευστοποιήσει, ή να παύσει την δραστηριότητα της, ή δεν έχει καμία άλλη ρεαλιστική επιλογή να μην το πράξει.
Συντήρηση παγίου (maintenance of fixed assets): Μια δαπάνη με σκοπό τη διατήρηση της παραγωγικής δυνατότητας ενός παγίου σύμφωνα με τις αρχικές εκτιμήσεις.
Σφάλματα προηγούμενων χρήσεων (prior period errors): Παραλήψεις ή άλλα σφάλματα στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της οντότητας που οφείλονται σε μη χρήση ή εσφαλμένη χρήση αξιόπιστων πληροφοριών οι οποίες:
α) ήταν διαθέσιμες όταν οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις για εκείνες τις περιόδους εγκρίθηκαν για έκδοση, και
β) εύλογα θα αναμενόταν ότι έχουν αποκτηθεί και ληφθεί υπόψη στην κατάρτιση και δημοσίευση αυτών των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Ταμειακά ισοδύναμα (cash equivalents): Βραχυπρόθεσμες επενδύσεις υψηλής ρευστότητας που είναι άμεσα μετατρέψιμες σε γνωστά ποσά μετρητών και υπόκεινται σε ασήμαντο κίνδυνο μεταβολής της αξίας τους.
Τιμολόγιο (invoice): Τιμολόγιο είναι το στοιχείο που εκδίδεται κατά την πώληση αγαθών και την παροχή υπηρεσιών.
Τρέχων φόρος (current tax): Το ποσό φόρου εισοδήματος που οφείλεται ή απαιτείται σε σχέση με τα φορολογικά κέρδη ή ζημιές μιας περιόδου, βάσει της ισχύουσας σχετικής νομοθεσίας.
Υπεραξία (Goodwill): Η διαφορά μεταξύ του τιμήματος για την απόκτηση μέρους ή του συνόλου μιας οντότητας και του αθροίσματος της εύλογης αξίας των εξατομικεύσιμων καθαρών περιουσιακών στοιχείων. Θετική υπεραξία αντιπροσωπεύει μελλοντικά οικονομικά οφέλη που προκύπτουν από περιουσιακά στοιχεία τα οποία δεν μπορούν να εξατομικευθούν και να αναγνωριστούν ξεχωριστά κατά την εξαγορά μιας οντότητας. Αρνητική υπεραξία συνήθως υποδηλώνει αγορά σε τιμή ευκαιρίας.
Υπέρ το άρτιο (Share premium): Η αξία πάνω από την ονομαστική αξία των τίτλων καθαρής θέσης, όταν η οντότητα εκδίδει τέτοιους τίτλους, ως αποτέλεσμα αύξησης του κεφαλαίου της.
Υπολειμματική αξία (residual value): Το εκτιμώμενο ποσό που η οντότητα θα αποκτούσε από την διάθεση ενός περιουσιακού στοιχείου στο παρόν, αφού αφαιρεθεί το εκτιμώμενο κόστος διάθεσης, εάν το περιουσιακό στοιχείο ήταν ήδη στην ηλικία και κατάσταση που αναμένεται να είναι κατά το αναμενόμενο τέλος της ωφέλιμης ζωής του.
Υποχρέωση (Liability): Μια παρούσα δέσμευση της οντότητας, που προκύπτει από γεγονότα του παρελθόντος, ο διακανονισμός της οποίας αναμένεται να οδηγήσει σε εκροή πόρων που ενσωματώνουν οικονομικά οφέλη.
Φορολογική βάση (tax basis): Η αξία που αναγνωρίζεται για ένα περιουσιακό στοιχείο ή υποχρέωση για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος.
Φόρος εισοδήματος (έξοδο ή έσοδο) (income tax, expense or income): To άθροισμα τρέχοντος φόρου (έξοδο ή έσοδο) και, κατά περίπτωση, αναβαλλόμενου φόρου (έξοδο ή έσοδο) της κατάστασης αποτελεσμάτων. Περιλαμβάνει τον τρέχοντα φόρο (έξοδο ή έσοδο) που αναλογεί στην περίοδο, τις διαφορές φορολογικού ελέγχου για φόρο εισοδήματος και προσαυξήσεις που προκύπτουν στην περίοδο από φορολογικό έλεγχο της τρέχουσας ή προηγουμένων περιόδων, και τον αναβαλλόμενο φόρο (έξοδο ή έσοδο).
Χρεωστικός τίτλος (debt instrument): Χρηματοοικονομικό στοιχείο που αποφέρει χρηματοορές κεφαλαίου και τόκου σε συγκεκριμένες ημερομηνίες.
Χρηματικό ή νομισματικό στοιχείο (monetary item): Βλέπε Νομισματικό ή χρηματικό στοιχείο.
Χρηματοδοτική μίσθωση (finance lease): Η μίσθωση η οποία μεταφέρει ουσιωδώς όλους τους κινδύνους και τα οφέλη που προκύπτουν από την ιδιοκτησία ενός περιουσιακού στοιχείου. Ο τίτλος ιδιοκτησίας μπορεί τελικά είτε να μεταβιβάζεται είτε όχι. Παραδείγματα καταστάσεων οι οποίες μεμονωμένα ή σε συνδυασμό θα μπορούσαν να συνεπάγονται την κατάταξη μιας μίσθωσης ως χρηματοδοτικής, είναι τα εξής:
α) Η μίσθωση μεταβιβάζει την κυριότητα του περιουσιακού στοιχείου στο μισθωτή κατά τη λήξη της μισθωτικής περιόδου.
β) Ο μισθωτής έχει το δικαίωμα αγοράς του περιουσιακού στοιχείου σε τιμή που αναμένεται να είναι επαρκώς χαμηλότερη από την εύλογη αξία κατά την ημερομηνία άσκησης του δικαιώματος, έτσι ώστε, κατά την έναρξη της μίσθωσης, να θεωρείται ευλόγως βέβαιο ότι το δικαίωμα θα ασκηθεί.
γ) Η διάρκεια της μίσθωσης εκτείνεται στο μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής ζωής του περιουσιακού στοιχείου, έστω και αν ο τίτλος κυριότητας δε μεταβιβάζεται.
δ) Κατά την έναρξη της μίσθωσης, η παρούσα αξία των ελάχιστων καταβολών μισθωμάτων, στα οποία δεν λαμβάνεται υπόψη το κόστος τυχόν προσφερόμενων υπηρεσιών στη διάρκεια της μίσθωσης, καλύπτει ουσιωδώς το σύνολο της εύλογης αξίας του μισθωμένου περιουσιακού στοιχείου.
ε) Τα μισθωμένα περιουσιακά στοιχεία είναι ειδικής φύσης, ώστε μόνον ο μισθωτής να μπορεί να τα χρησιμοποιεί χωρίς να απαιτούνται σοβαρές τροποποιήσεις.
Ενδείξεις καταστάσεων οι οποίες μεμονωμένα ή σε συνδυασμό θα μπορούσαν επίσης να συνεπάγονται την κατάταξη μιας μίσθωσης ως χρηματοδοτικής είναι οι εξής:
α) Εάν ο μισθωτής έχει το δικαίωμα να ακυρώσει τη μίσθωση, οι ζημίες του εκμισθωτή που συνδέονται με την ακύρωση καλύπτονται από το μισθωτή.
β) Κέρδη και ζημίες από τη διακύμανση της εύλογης αξίας του υπολείμματος ανήκουν στο μισθωτή (για παράδειγμα με τη μορφή έκπτωσης του μισθώματος που ισούται με το μεγαλύτερο μέρος του προϊόντος της πώλησης στη λήξη της μίσθωσης).
γ) Ο μισθωτής έχει τη δυνατότητα να παρατείνει τη μίσθωση με μίσθωμα σημαντικά χαμηλότερο από τα τρέχοντα μισθώματα της αγοράς.
Χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (financial assets): Κάθε στοιχείο το οποίο είναι οποιοδήποτε από τα παρακάτω:
α) Διαθέσιμα και ταμιακά ισοδύναμα.
β) Στοιχείο καθαρής θέσης μιας άλλης οντότητας (συμμετοχικοί τίτλοι).
γ) Συμβατικό δικαίωμα:
γ1) για λήψη μετρητών ή άλλου χρηματοοικονομικού περιουσιακού στοιχείου από μια άλλη οντότητα, ή
γ2) για ανταλλαγή χρηματοοικονομικών στοιχείων ή υποχρεώσεων με μια άλλη οντότητα υπό συνθήκες που είναι ενδεχομένως ευνοϊκές για την οντότητα.
δ) Μια σύμβαση η οποία θα, ή μπορεί να, διακανονιστεί με τους τίτλους καθαρής θέσης της ίδιας της οντότητας, και:
δ1) σύμφωνα με την οποία η οντότητα είναι υποχρεωμένη, ή μπορεί να υποχρεωθεί, να λάβει ένα μεταβλητό αριθμό τίτλων καθαρής θέσης της ίδιας της οντότητας, ή 62) η οποία θα, ή μπορεί να, διακανονιστεί με τρόπο άλλο από την ανταλλαγή ενός καθορισμένου ποσού μετρητών ή άλλου χρηματοοικονομικού περιουσιακού στοιχείου για ένα καθορισμένο αριθμό τίτλων καθαρής θέσης της ίδιας της οντότητας. Για το σκοπό αυτό, οι τίτλοι καθαρής θέσης της ίδιας της οντότητας δεν συμπεριλαμβάνουν μέσα τα οποία είναι τα ίδια συμβάσεις για τη μελλοντική λήψη ή παράδοση τίτλων καθαρής θέσης της ίδιας της οντότητας.
Χρηματοοικονομικά στοιχεία εμπορικού χαρτοφυλακίου (Financial instruments held for trading (trading portfolio)): Ένα χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο ή χρηματοοικονομική υποχρέωση που πληροί οποιοδήποτε από τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
α) Αποκτήθηκε ή αναλήφθηκε κυρίως για την επίτευξη εμπορικού κέρδους μέσω πώλησης ή επαναγοράς στο βραχυπρόθεσμο διάστημα.
β) Κατά την αρχική του αναγνώριση εντάχθηκε στην κατηγορία αυτή.
γ) Κατά την αρχική του αναγνώριση είναι μέρος ενός χαρτοφυλακίου εξατομικευμένων χρηματοοικονομικών μέσων που διαχειρίζονται μαζί και για τα οποία υπάρχει πρόσφατο ρεαλιστικό σχέδιο βραχυπρόθεσμης αποκόμισης κέρδους.
δ) Είναι ένα παράγωγο που δεν έχει προσδιοριστεί από την οντότητα ως μέσο αντιστάθμισης.
Χρηματοοικονομικά στοιχεία κατεχόμενα για αντιστάθμιση (financial instruments held for hedging – hedging instruments): Ένα παράγωγο χρηματοοικονομικό μέσο που πληροί όλα τα κατωτέρω:
α) Είναι μια σύμβαση για μελλοντική ανταλλαγή επιτοκίων ή ξένου νομίσματος ή εμπορεύματος, που αναμένεται να είναι πολύ αποτελεσματική στην αντιστάθμιση ενός κινδύνου που έχει χαρακτηρισθεί ως αντισταθμισμένος κίνδυνος.
β) Εμπλέκει ένα εξωτερικό μέρος σε σχέση με την καταρτίζουσα χρηματοοικονομικές καταστάσεις οντότητα (δηλαδή εξωτερικό για τον όμιλο, τον τομέα ή την αναφέρουσα οντότητα).
γ) Το θεωρητικό ποσό (notional amount) είναι ίσο με το προσδιορισθέν ποσό του κεφαλαίου ή του θεωρητικού ποσού του αντισταθμισμένου στοιχείου.
δ) Έχει συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης, όχι μεταγενέστερη: α) της ημερομηνίας του χρηματοοικονομικού μέσου που αντισταθμίζεται, β) της αναμενόμενης ημερομηνίας διακανονισμού της αγοράς του εμπορεύματος ή της δέσμευσης πώλησης, γ) της πραγματοποίησης της πολύ πιθανής μελλοντικής συναλλαγής ξένου νομίσματος ή εμπορεύματος που αντισταθμίζονται.
ε) Δεν έχει χαρακτηριστικά προπληρωμής, νωρίτερου τερματισμού ή επέκτασης.
Χρηματοοικονομική υποχρέωση (financial liability): Κάθε υποχρέωση η οποία είναι:
α) Μια συμβατική δέσμευση:
α1) για παράδοση μετρητών ή άλλου χρηματοοικονομικού περιουσιακού στοιχείου σε μια άλλη οντότητα, ή
α2) για ανταλλαγή χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων ή χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων με μια άλλη οντότητα υπό συνθήκες που είναι πιθανώς δυσμενείς για την οντότητα, ή
β) Μια σύμβαση που θα, ή μπορεί να, διακανονισθεί σε ίδιους τίτλους καθαρής θέσης της οντότητας, και:
β1) η οντότητα είναι υποχρεωμένη βάσει αυτής, ή μπορεί να υποχρεωθεί, να παραδώσει ένα μεταβλητό αριθμό ιδίων τίτλων της καθαρής θέσης της, ή
β2) θα, ή μπορεί να, διακανονισθεί με άλλο τρόπο εκτός από την ανταλλαγή ενός καθορισμένου ποσού μετρητών ή άλλου χρηματοοικονομικού περιουσιακού στοιχείου για ένα καθορισμένο αριθμό ιδίων τίτλων της καθαρής θέσης της. Για το σκοπό αυτό, οι ίδιοι τίτλοι καθαρής θέσης της οντότητας δεν συμπεριλαμβάνουν μέσα τα οποία είναι τα ίδια συμβάσεις για μελλοντική λήψη ή παράδοση ιδίων τίτλων της καθαρής θέσης της.
Χρηματοοικονομική υποχρέωση εμπορικού χαρτοφυλακίου (financial liability, trading): Μια χρηματοοικονομική υποχρέωση που αναλήφθηκε με σκοπό την επίτευξη εμπορικού κέρδους στο βραχυπρόθεσμο διάστημα.
Χρηματοοικονομικό μέσο (financial instrument): Μια σύμβαση που δημιουργεί χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο σε μια οντότητα και χρηματοοικονομική υποχρέωση ή τίτλο καθαρής θέσης σε μια άλλη οντότητα.
Ωφέλιμη οικονομική ζωή (useful economic life): Η εκτιμώμενη περίοδος στην οποία ένα περιουσιακό στοιχείο αναμένεται να χρησιμοποιείται οικονομικά ή ο αριθμός των παραγομένων ή παρόμοιων μονάδων που αναμένεται να αποκτηθούν από το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β:
ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΤΟΜΙΚΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ
Υπόδειγμα Β.1.1: Ισολογισμός – Ατομικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις (χρηματοοικονομικά στοιχεία στο κόστος κτήσης) Ποσά σε μονάδες (ή χιλιάδες αναλόγως) νομίσματος παρουσίασης
(Βλέπε πίνακες στο οικείο ΦΕΚ)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ: ΣΧΕΔΙΟ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ
ΣΧΕΔΙΟ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ
α) Αντανακλούν τη φύση των παρακολουθούμενων περιουσιακών στοιχείων, υποχρεώσεων, καθαρής θέσης, εσόδων, κερδών, εξόδων και ζημιών.
β) Εξυπηρετούν ευρύτερους στόχους της εσωτερικής και εξωτερικής χρηματοοικονομικής πληροφόρησης αλλά και ελέγχου της οντότητας.
γ) Είναι επαρκώς ευρείς ώστε να καλύπτουν όλες, κατά το δυνατόν, τις οντότητες, ανεξάρτητα από το μέγεθος ή τον κλάδο δραστηριότητας.
α) Την ευχερή εξαγωγή όλων των δεδομένων και πληροφοριών που απαιτούνται από τον παρόντα νόμο αλλά και την φορολογική, ασφαλιστική ή άλλη νομοθεσία, αναλυτικά αλλά και σε σύνοψη, για τη διευκόλυνση της διενέργειας ελεγκτικών συμφωνιών και επαληθεύσεων.
β) Την υποβοήθηση της διοίκησης της οντότητας για τη λήψη αποφάσεων.
γ) Την ταξινόμηση των στοιχείων σε κυκλοφορούντα ή μη κυκλοφορούντα, μακροπρόθεσμα ή βραχυπρόθεσμα ή σε άλλες ομάδες με βάση άλλα κριτήρια παρουσίασης στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις, καθώς και την ένταξη τους σε κατηγορίες με βάση τον τρόπο λογιστικής αντιμετώπισης.
δ) Για την διακριτή παρακολούθηση συναλλαγών και υπολοίπων με συνδεδεμένα μέρη της οντότητας, στο βαθμό που απαιτείται πέραν της ήδη παρεχόμενης ανάλυσης στο σχέδιο λογαριασμών.
ε) Την παρακολούθηση των στοιχείων των υποκαταστημάτων.
α) Οι λογαριασμοί της ομάδας 3 «Χρηματοοικονομικά και λοιπά περιουσιακά στοιχεία» παρακολουθούνται σε έσχατο ατομικό επίπεδο.
β) Ο λογαριασμός 42 «Καταθέσεις ιδιοκτητών» της ομάδας 4 «Καθαρή θέση» παρακολουθείται σε έσχατο ατομικό επίπεδο. Οι υπόλοιποι λογαριασμοί της ομάδας 4 «Καθαρή θέση» παρακολουθούνται κατ’ είδος με περαιτέρω ανάλυση του σχεδίου λογαριασμών.
γ) Οι λογαριασμοί 50 «Προμηθευτές», 51 «Αξιόγραφα εμπορικών υποχρεώσεων», 52 «Τραπεζικά δάνεια», 53 «Λοιπές υποχρεώσεις», 56 «Δουλευμένα έξοδα και έσοδα επομένων χρήσεων», παρακολουθούνται σε έσχατο ατομικό επίπεδο. Οι υπόλοιποι λογαριασμοί της ομάδας 5 «Υποχρεώσεις» παρακολουθούνται σε έσχατο ατομικό επίπεδο ή στο απαιτούμενο κατά περίπτωση επίπεδο ανάλυσης.
ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΧΕΔΙΟΥ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ
Ομάδα 1: Ενσώματα και άυλα μη κυκλοφορούντα (πάγια) περιουσιακά στοιχεία
Ομάδα 2: Αποθέματα
Ομάδα 3: Χρηματοοικονομικά και λοιπά περιουσιακά στοιχεία
Ομάδα 4: Καθαρή θέση
Ομάδα 5: Υποχρεώσεις
Ομάδα 6: Έξοδα και ζημιές
Ομάδα 7: Έσοδα και κέρδη
Ομάδα 8: Ιδιοπαραγωγή, υποκαταστήματα και αποτελέσματα περιόδου
ΣΧΕΔΙΟ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ
ΕΝΣΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΥΛΑ ΜΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝΤΑ (ΠΑΓΙΑ) ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΑ
(1) ΣΤΟΙΧΕΙΑ
10 | Γη |
10.01 | Μικτή αξία (κόστος ή αναπροσαρμοσμένη) γης |
10.02 | Σωρευμένες απομειώσεις γης |
11 | Διαμορφώσεις γης υποκείμενες σε απόσβεση |
11.01 | Μικτή αξία (κόστος ή αναπροσαρμοσμένη) διαμορφώσεων γης |
11.02 | Σωρευμένες αποσβέσεις διαμορφώσεων γης |
11.03 | Σωρευμένες απομειώσεις διαμορφώσεων γης |
12 | Κτήρια – τεχνικά έργα |
12.01 | Μικτή αξία (κόστος ή αναπροσαρμοσμένη) κτηρίων – τεχνικών έργων |
12.02 | Σωρευμένες αποσβέσεις κτηρίων – τεχνικών έργων |
12.03 | Σωρευμένες απομειώσεις κτηρίων – τεχνικών έργων |
13 | Μηχανολογικός εξοπλισμός |
13.01 | Αξία κτήσης μηχανολογικού εξοπλισμού |
13.02 | Σωρευμένες αποσβέσεις μηχανολογικού εξοπλισμού |
13.03 | Σωρευμένες απομειώσεις μηχανολογικού εξοπλισμού |
14 | Μεταφορικά μέσα |
14.01 | Μικτή αξία κτήσης μεταφορικών μέσων |
14.02 | Σωρευμένες αποσβέσεις μεταφορικών μέσων |
14.03 | Σωρευμένες απομειώσεις μεταφορικών μέσων |
15 | Λοιπός εξοπλισμός |
15.01 | Μικτή αξία κτήσης εξοπλισμού |
15.02 | Σωρευμένες αποσβέσεις εξοπλισμού |
15.03 | Σωρευμένες απομειώσεις εξοπλισμού |
16 | Επενδύσεις σε ακίνητα |
16.01 | Μικτή αξία (κόστος ή αναπροσαρμοσμένη) επενδύσεων σε ακίνητα |
16.02 | Σωρευμένες αποσβέσεις επενδύσεων σε ακίνητα |
16.03 | Σωρευμένες απομειώσεις επενδύσεων σε ακίνητα |
17 | Πάγια βιολογικά περιουσιακά στοιχεία |
17.01 | Ζώντα ζώα |
17.01.01 | Μικτή αξία (κόστος ή αναπροσαρμοσμένη) ζώντων ζώων |
17.01.02 | Σωρευμένες αποσβέσεις ζώντων ζώων |
17.01.03 | Σωρευμένες απομειώσεις ζώντων ζώων |
17.02 | Δένδρα και φυτά |
17.02.01 | Μικτή αξία (κόστος ή αναπροσαρμοσμένη) δένδρων και φυτών |
17.02.02 | Σωρευμένες αποσβέσεις δένδρων και φυτών |
17.02.03 | Σωρευμένες απομειώσεις δένδρων και φυτών |
18 | Άυλα |
18.01 | Δαπάνες ανάπτυξης |
18.01.01 | Μικτή αξία κτήσης δαπανών ανάπτυξης |
18.01.02 | Σωρευμένες αποσβέσεις δαπανών ανάπτυξης |
18.01.03 | Σωρευμένες απομειώσεις δαπανών ανάπτυξης |
18.02 | Υπεραξία |
18.02.01 | Μικτή αξία κτήσης υπεραξίας |
18.02.02 | Σωρευμένες αποσβέσεις υπεραξίας |
18.02.03 | Σωρευμένες απομειώσεις υπεραξίας |
18.03 | Λοιπά άυλα |
18.03.01 | Μικτή αξία κτήσης λοιπών άυλων |
18.03.02 | Σωρευμένες αποσβέσεις λοιπών άυλων |
18.03.03 | Σωρευμένες απομειώσεις λοιπών άυλων |
Σημείωση |
1) Τα υπό κατασκευή πάγια παρακολουθούνται σε υπολογαριασμό κάθε λογαριασμού παγίου
(2) ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ
20 | Εμπορεύματα | ||
20.01 | Εμπορεύματα έναρξης | ||
20.02 | Αγορές εμπορευμάτων χρήσης | ||
20.03 | Εκπτώσεις αγορών εμπορευμάτων | ||
20.04 | Επιστροφές αγορών εμπορευμάτων | ||
20.05 | Απομείωση εμπορευμάτων | ||
20.06 | Εμπορεύματα λήξης | ||
21 | Προϊόντα | ||
21.01 | Προϊόντα έναρξης | ||
21.02 | Παραγωγή χρήσης | ||
21.03 | Απομείωση προϊόντων | ||
21.04 | Προϊόντα λήξης | ||
22 | Βιολογικά περιουσιακά στοιχεία (κυκλοφορούντα) | ||
22.01 | Ζώντα ζώα | ||
22.01.01 | Ζώντα ζώα έναρξης | ||
22.01.02 | Αγορές ζώντων ζώων | ||
22.01.03 | Εκπτώσεις αγορών ζώντων ζώων | ||
22.01.04 | Επιστροφές αγορών ζώντων ζώων | ||
22.01.05 | Απομείωση ζώντων ζώων | ||
22.01.06 | Διαφορές επιμέτρησης εύλογης αξίας ζώντων ζώων | ||
22.01.07 | Ζώντα ζώα λήξης | ||
22.02 | Δένδρα και φυτά | ||
22.02.01 | Δένδρα και φυτά έναρξης | ||
22.02.02 | Αγορές δένδρων και φυτών | ||
22.02.03 | Εκπτώσεις αγορών δένδρων και φυτών | ||
22.02.04 | Επιστροφές αγορών δένδρων και φυτών | ||
22.02.05 | Απομείωση δένδρων και φυτών | ||
22.02.06 | Διαφορές επιμέτρησης εύλογης αξίας δένδρων και φυτών | ||
22.02.07 | Δένδρα και φυτά λήξης | ||
23 | Παραγωγή σε εξέλιξη | ||
23.01 | Παραγωγή σε εξέλιξη έναρξης | ||
23.02 | Παραγωγή σε εξέλιξη λήξης | ||
24 | Πρώτες ύλες και υλικά | ||
24.01 | Πρώτες ύλες και υλικά έναρξης | ||
24.02 | Αγορές πρώτων υλών και υλικών χρήσης | ||
24.03 | Εκπτώσεις αγορών πρώτων υλών και υλικών | ||
24.04 | Επιστροφές αγορών πρώτων υλών και υλικών | ||
24.05 | Απομείωση πρώτων υλών και υλικών | ||
24.06 | Αποθέματα λήξης πρώτων υλών και υλικών | ||
25 | Υλικά συσκευασίας | ||
25.01 | Υλικά συσκευασίας έναρξης | ||
25.02 | Αγορές υλικών συσκευασίας | ||
25.03 | Εκπτώσεις αγορών υλικών συσκευασίας | ||
25.04 | Επιστροφές αγορών υλικών συσκευασίας | ||
25.05 | Απομείωση υλικών συσκευασίας | ||
25.06 | Υλικά συσκευασίας λήξης | ||
26 | Ανταλλακτικά παγίων | ||
26.01 | Ανταλλακτικά παγίων έναρξης | ||
26.02 | Αγορές ανταλλακτικών παγίων | ||
26.03 | Εκπτώσεις αγορών ανταλλακτικών παγίων | ||
26.04 | Επιστροφές αγορών ανταλλακτικών παγίων | ||
26.05 | Απομείωση ανταλλακτικών | ||
26.06 | Ανταλλακτικά παγίων λήξης | ||
27 | Λοιπά αποθέματα | ||
27.01 | Λοιπά αποθέματα έναρξης | ||
27.02 | Αγορές λοιπών αποθεμάτων | ||
27.03 | Εκπτώσεις αγορών λοιπών αποθεμάτων | ||
27.04 | Επιστροφές αγορών λοιπών αποθεμάτων | ||
27.05 | Απομείωση λοιπών αποθεμάτων | ||
27.06 | Λοιπά αποθέματα λήξης | ||
Σημείωση | |||
1) Οι λογαριασμοί 25 «Υλικά συσκευασίας» και 26 «Ανταλλακτικά παγίων» είναι δυνατόν να παρακολουθούνται στο λογαριασμό Πρώτες ύλες και υλικά, όταν τα σχετικά ποσά δεν είναι σημαντικά.
2) Το κόστος αναλώσεων και το κόστος πωληθέντων είναι δυνατόν να παρακολουθείται στους λογαριασμούς της ομάδας 2
3) Στο τέλος της περιόδου, το «Κόστος πωληθέντων», όταν τηρείται, μεταφέρεται στο λογαριασμό 82.01 «Συγκέντρωση αποτελεσματικών λογαριασμών». Όταν δεν τηρείται λογαριασμός «Κόστος πωληθέντων», με το σχετικό ποσό πιστώνονται οι λογαριασμοί αποθεμάτων, με μεταφορά στο λογαριασμό 82.01 «Συγκέντρωση αποτελεσματικών λογαριασμών».
(3) ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
30 Πελάτες
30.01 Πελάτες – μη συνδεδεμένες οντότητες
30.01.01 Πελάτες μη συνδεδεμένες οντότητες – ονομαστικό ποσό
30.01.02 Μη δουλευμένοι τόκοι μη συνδεδεμένων πελατών
30.01.03 Προκαταβολές μη συνδεδεμένων πελατών
30.01.04 Απομείωση μη συνδεδεμένων πελατών
30.02 Πελάτες – συνδεδεμένες οντότητες
3 0.02.01 Συνδεδεμένοι πελάτες – ονομαστικό ποσό
30.02.02 Μη δουλευμένοι τόκοι συνδεδεμένων πελατών
30.02.03 Προκαταβολές συνδεδεμένων πελατών
30.02.04 Απομείωση συνδεδεμένων πελατών
31 Αξιόγραφα εμπορικών απαιτήσεων
31.01 Αξιόγραφα εμπορικών απαιτήσεων – μη συνδεδεμένες οντότητες
31.01.01 Αξιόγραφα εμπορικών απαιτήσεων μη συνδεδεμένων οντοτήτων – ονομαστικό ποσό
31.01.02 Μη δουλευμένοι τόκοι αξιόγραφων εμπορικών απαιτήσεων μη συνδεδεμένων οντοτήτων
31.01.03 Απομείωση αξιόγραφων εμπορικών απαιτήσεων μη συνδεδεμένων οντοτήτων
31.02 Αξιόγραφα εμπορικών απαιτήσεων – συνδεδεμένες οντότητες
31.02.01 Αξιόγραφα εμπορικών απαιτήσεων συνδεδεμένων οντοτήτων – ονομαστικό ποσό
31.02.02 Μη δουλευμένοι τόκοι αξιόγραφων εμπορικών απαιτήσεων συνδεδεμένων οντοτήτων
31.02.03 Απομείωση αξιόγραφων εμπορικών απαιτήσεων συνδεδεμένων οντοτήτων
32 Χορηγηθέντα δάνεια
32.01 Δάνεια χορηγηθέντα σε συνδεδεμένες οντότητες
32.02 Δάνεια χορηγηθέντα στο προσωπικό και στη διοίκηση
32.03 Λοιπά χορηγηθέντα δάνεια
32.04 Απομείωση χορηγηθέντων δανείων
33 Λοιπές απαιτήσεις
33.01 Έσοδα από πάσης φύσεως συμμετοχές εισπρακτέα
33.01.01 Έσοδα από πάσης φύσεως συμμετοχές εισπρακτέα – ονομαστικό ποσό
33.01.02 Απομείωση – έσοδα από πάσης φύσεως συμμετοχές εισπρακτέα
33.02 Αλλες απαιτήσεις από συνδεδεμένες οντότητες
33.02.01 Αλλες απαιτήσεις από συνδεδεμένες οντότητες – ονομαστικό ποσό
33.02.02 Απομείωση – άλλες απαιτήσεις από συνδεδεμένες οντότητες
33.03 Αλλες απαιτήσεις από μη συνδεδεμένες οντότητες
33.03.01 Αλλες απαιτήσεις από μη συνδεδεμένες οντότητες – ονομαστικό ποσό
33.03.02 Απομείωση – άλλες απαιτήσεις από μη συνδεδεμένες οντότητες
33.04 Εγγυήσεις
34 Επενδύσεις
34.01 Διακρατούμενες έως τη λήξη επενδύσεις
34.01.01 Διακρατούμενες έως τη λήξη επενδύσεις – ονομαστική αξία
34.01.02 Διακρατούμενες έως τη λήξη επενδύσεις – συμπληρωματικά ποσά
34.01.03 Απομείωση διακρατούμενων έως τη λήξη επενδύσεων
34.02 Διαθέσιμα για πώληση
34.02.01 Διαθέσιμα για πώληση
34.02.02 Απομείωση διαθέσιμων για πώληση
34.03 Εμπορικό χαρτοφυλάκιο
35 Χρηματοοικονομικά στοιχεία για αντιστάθμιση
35.01 Χρηματοοικονομικά στοιχεία για αντιστάθμιση εύλογης αξίας
35.02 Χρηματοοικονομικά στοιχεία για αντιστάθμιση ταμειακών ροών
36 Συμμετοχές
36.01 Συ μμετοχές σε θυγατρικές
36.01.01 Συμμετοχές σε θυγατρικές
36.01.02 Απομείωση συμμετοχών σε θυγατρικές
36.02 Συμμετοχές σε συγγενείς
36.02.01 Συμμετοχές σε συγγενείς
36.02.02 Απομείωση συμμετοχών σε συγγενείς
36.03 Συμμετοχές σε κοινοπραξίες
36.03.01 Συμμετοχές σε κοινοπραξίες
36.03.02 Απομείωσης συμμετοχών σε κοινοπραξίες
37 Προπληρωμένα έξοδα και δουλευμένα έσοδα περιόδου
37.01 Προπληρωμένα έξοδα
37.01.01 Προπληρωμένα έξοδα σε μη συνδεδεμένες οντότητες
37.01.02 Προπληρωμένα έξοδα σε συνδεδεμένες οντότητες
37.02 Δουλευμένα έσοδα περιόδου
37.02.01 Δουλευμένα έσοδα περιόδου από μη συνδεδεμένες οντότητες
37.02.02 Δουλευμένα έσοδα περιόδου από συνδεδεμένες οντότητες
38 Ταμειακά διαθέσιμα και ισοδύναμα
38.01 Ταμείο
38.02 Καταθέσεις όψεως
38.03 Καταθέσεις προθεσμίας
38.04 Λοιπά ταμειακά ισοδύναμα
39 Αναβαλλόμενοι φόροι ενεργητικού
Σημείωση
Όταν τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία παρακολουθούνται στο κόστος κτήσης, ο λογαριασμός 34 αναλύεται στους υπολογαριασμούς:
34.01 Χρεωστικοί τίτλοι
34.02 Λοιποί συμμετοχικοί τίτλοι
34.03 Λοιπά χρηματοοικονομικά στοιχεία
Οι ανωτέρω υπολογαριασμοί αναλύονται σύμφωνα με τις ανάγκες κάθε οντότητας.
(4) ΚΑΘΑΡΗ ΘΕΣΗ
40 Κεφάλαιο
41 Υπέρ το άρτιο
42 Καταθέσεις ιδιοκτητών
43 Ίδιοι τίτλοι
43.01 Αξία κτήσης ίδιων τίτλων
43.02 Αποτέλεσμα (κέρδος/ζημία) από τη διάθεση ίδιων τίτλων
44 Διαφορές εύλογης αξίας
44.01 Διαφορές εύλογης αξίας ενσώματων παγίων
44.02 Διαφορές εύλογης αξίας διαθέσιμων για πώληση
44.03 Διαφορές εύλογης αξίας στοιχείων αντιστάθμισης ταμειακών ροών
45 Συναλλαγματικές διαφορές
46 Αποθεματικά νόμων
47 Αφορολόγητα αποθεματικά
48 Αποθεματικά καταστατικού και λοιπά αποθεματικά
48.01 Αποθεματικά καταστατικού
48.02 Προαιρετικά αποθεματικά αποφάσεων γενικής συνέλευσης ιδιοκτητών
49 Αποτελέσματα εις νέο
(5) ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
50 Προμηθευτές
50.01 Προμηθευτές – μη συνδεδεμένες οντότητες
50.02 Προμηθευτές – συνδεδεμένες οντότητες
50.03 Προκαταβολές σε προμηθευτές – μη συνδεδεμένες οντότητες
50.03.01 Προκαταβολές σε προμηθευτές για μη κυκλοφορούντα στοιχεία – μη συνδεδεμένες οντότητες
50.03.02 Προκαταβολές σε προμηθευτές για αποθέματα – μη συνδεδεμένες οντότητες
50.03.03 Λοιπές προκαταβολές σε προμηθευτές – μη συνδεδεμένες οντότητες
50.04 Προκαταβολές σε προμηθευτές – συνδεδεμένες οντότητες
50.04.01 Προκαταβολές σε προμηθευτές για μη κυκλοφορούντα στοιχεία – συνδεδεμένες οντότητες
50.04.02 Προκαταβολές σε προμηθευτές για αποθέματα – συνδεδεμένες οντότητες
50.04.03 Λοιπές προκαταβολές σε προμηθευτές – συνδεδεμένες οντότητες
51 Αξιόγραφα εμπορικών υποχρεώσεων
51.01 Αξιόγραφα εμπορικών υποχρεώσεων – μη συνδεδεμένες οντότητες
51.02 Αξιόγραφα εμπορικών υποχρεώσεων – συνδεδεμένες οντότητες
52 Τραπεζικά δάνεια
52.01 Τραπεζικά δάνεια – μη συνδεδεμένες οντότητες
52.02 Τραπεζικά δάνεια – συνδεδεμένες οντότητες
53 Λοιπές υποχρεώσεις
53.01 Δάνεια από μη συνδεδεμένες οντότητες
5 3.02 Δάνεια από συνδεδεμένες οντότητες
53.03 Αποδοχές προσωπικού πληρωτέες
53.04 Υποχρεώσεις προς ιδιοκτήτες και διευθυντικό προσωπικό
53.05 Μερίσματα, προμερίσματα και άλλα ποσά συναφούς φύσης πληρωτέα
53.06 Άλλες υποχρεώσεις προς μη συνδεδεμένες οντότητες
53.07 Άλλες υποχρεώσεις προς συνδεδεμένες οντότητες
54 | Υποχρεώσεις από φόρους και τέλη |
54.01 | Φόρος εισοδήματος πληρωτέος |
54.01.01 | Φόρος εισοδήματος ετήσιας δήλωσης |
54.01.02 | Παρακρατούμενος φόρος εισοδήματος της οντότητας (αντίθετος) |
54.01.03 | Προκαταβολή φόρου εισοδήματος (αντίθετος) |
54.02 | Φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) |
54.02.01 | ΦΠΑ εκροών |
54.02.02 | ΦΠΑ εισροών |
54.02.03 | Καταβληθείς ΦΠΑ |
54.03 | Παρακρατούμενοι φόροι εισοδήματος τρίτων |
54.03.01 | Παρακρατούμενος φόρος από μισθωτή εργασία και συντάξεις |
54.03.02 | Παρακρατούμενος φόρος από επιχειρηματική δραστηριότητα |
54.03.03 | Παρακρατούμενος φόρος διανεμομένων μερισμάτων |
54.03.04 | Λοιποί παρακρατούμενοι φόροι εισοδήματος |
54.04 | Τέλη χαρτοσήμου |
54.05 | Λοιποί φόροι, τέλη και εισφορές |
55 | Υποχρεώσεις σε ασφαλιστικούς οργανισμούς |
55.01 | Υποχρεώσεις σε ασφαλιστικούς οργανισμούς κύριας ασφάλισης |
55.02 | Υποχρεώσεις σε ασφαλιστικούς οργανισμούς επικουρικής ασφάλισης |
56 | Δουλευμένα έξοδα και έσοδα επομένων χρήσεων |
56.01 | Έξοδα χρήσεως δουλευμένα |
56.01.01 | Έξοδα χρήσεως δουλευμένα – μη συνδεδεμένες οντότητες |
56.01.02 | Έξοδα χρήσεως δουλευμένα – συνδεδεμένες οντότητες |
56.02 | Έσοδα επόμενων χρήσεων |
56.02.01 | Έσοδα επόμενων χρήσεων – μη συνδεδεμένες οντότητες |
56.02.02 | Έσοδα επόμενων χρήσεων – συνδεδεμένες οντότητες |
57 | Προβλέψεις |
57.01 | Προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους |
57.02 | Λοιπές προβλέψεις |
57.02.01 | Προβλέψεις για εκκρεμοδικίες |
57.02.02 | Προβλέψεις για δοσμένες εγγυήσεις |
57.02.03 | Προβλέψεις για αποκατάσταση περιβάλλοντος |
57.02.04 | Προβλέψεις για διαφορές φορολογικού ελέγχου |
57.02.05 | Άλλες προβλέψεις |
57.03 | Προβλέψεις για συνδεδεμένες οντότητες |
58 | Κρατικές επιχορηγήσεις |
59 | Αναβαλλόμενοι φόροι παθητικού |
Σημείωση |
α) ανά βασική κατηγορία λογαριασμών, και συγκεκριμένα «Ενσώματα και άυλα πάγια
περιουσιακά στοιχεία», «Αποθέματα», «Έξοδα» και «Έσοδα», οι αξίες από τις οποίες προκύπτει ο φόρος.
β) η υπό (α) ανάλυση γίνεται ξεχωριστά για κάθε γεωγραφική περιοχή προέλευσης ή προορισμού των συναλλαγών, και συγκεκριμένα: «Συναλλαγές στο εσωτερικό της χώρας», «Ενδοκοινοτικές αποκτήσεις και παραδόσεις», «Συναλλαγές εκτός της ΕυρωπαϊκήςΈνωσης».
γ) η υπό (α) και (β) ανάλυση θα γίνεται ξεχωριστά ανά συντελεστή ΦΠΑ.
Ανάλογη ανάλυση ως ανωτέρω (α έως γ) παρέχεται και στους σχετικούς λογαριασμούς αγορών, εξόδων και εσόδων.
(6) ΕΞΟΔΑ ΚΑΙ ΖΗΜΙΕΣ
60 Παροχές σε εργαζόμενους
60.01 Μικτές αποδοχές
60.02 Εργοδοτικές εισφορές
60.03 Λοιπές παροχές
60.04 Προβλέψεις για παροχές μετά την έξοδο από την υπηρεσία (καθαρό ποσό)
60.05 Παροχές σε εργαζόμενους σε συνδεδεμένες οντότητες
61 Ζημιές επιμέτρησης περιουσιακών στοιχείων
61.01 Απομείωση ενσώματων παγίων (πλην βιολογικών)
61.02 Απομείωση βιολογικών περιουσιακών στοιχείων
61.03 Απομείωση άυλων παγίων
61.04 Απομείωση αποθεμάτων
61.05 Απομείωση χρηματοοικονομικών στοιχείων
61.05.01 Απομείωση πελατών
61.05.02 Απομείωση αξιόγραφων εμπορικών απαιτήσεων
61.05.03 Απομείωση διακρατούμενων μέχρι τη λήξη επενδύσεων
61.05.04 Απομείωση συμμετοχών σε θυγατρικές
61.05.05 Απομείωση συμμετοχών σε συγγενείς
61.05.06 Απομείωση συμμετοχών σε κοινοπραξίες
61.06 Απομείωση λοιπών περιουσιακών στοιχείων
61.07 Ζημίες από επιμέτρηση στην εύλογη αξία
61.07.01 Ζημιές εύλογης αξίας ενσώματων πάγιων στοιχείων
61.07.02 Ζημιές εύλογης αξίας βιολογικών περιουσιακών στοιχείων
61.07.03 Ζημιές εύλογης αξίας χρηματοοικονομικών στοιχείων
62 Χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές
62.01 Χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές από διακανονισμό
62.01.01 Χρεωστικές συν/τικές διαφορές διακανονισμού εμπορικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων
62.01.02 Χρεωστικές συν/τικές διαφορές διακανονισμού δανείων
62.01.03 Χρεωστικές συν/τικές διαφορές διακανονισμού λοιπών στοιχείων ισολογισμού
62.02 Χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές επιμέτρησης
62.02.01 Χρεωστικές συν/τικές διαφορές επιμέτρησης εμπορικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων
62.02.02 Χρεωστικές συν/τικές διαφορές επιμέτρησης δανείων
62.02.03 Χρεωστικές συν/τικές διαφορές επιμέτρησης λοιπών στοιχείων ισολογισμού
63 Ζημιές από διάθεση-απόσυρση μη κυκλοφορούντων περιουσιακών στοιχείων
63.01 Ζημιές από διάθεση-απόσυρση ενσώματων παγίων
63.02 Ζημιές από διάθεση-απόσυρση άυλων πάγιων στοιχείων
63.03 Ζημιές από διάθεση χρηματοοικονομικών στοιχείων
63.04 Ζημιές από διάθεση – απόσυρση περιουσιακών στοιχείων σε συνδεδεμένες οντότητες
64 Διάφορα λειτουργικά έξοδα
64.01 Αμοιβές για υπηρεσίες
64.01.01 Αμοιβές για υπηρεσίες – μη συνδεδεμένες οντότητες
64.01.02 Αμοιβές για υπηρεσίες – συνδεδεμένες οντότητες
64.02 Ενέργεια
64.03 Ύδρευση
64.04 Τηλεπικοινωνίες
64.05 Ενοίκια
64.05.01 Ενοίκια – μη συνδεδεμένες οντότητες
64.05.02 Ενοίκια – συνδεδεμένες οντότητες
64.06 Ασφάλιστρα
64.07 Μεταφορικά
64.08 Αναλώσιμα
64.09 Επισκευές και συντηρήσεις
64.10 Διαφήμιση και προβολή
64.11 Φόροι και τέλη (πλην φόρου εισοδήματος)
64.12 Λοιπά έξοδα
64.13 Διάφορα λειτουργικά έξοδα από συνδεδεμένες οντότητες
65 | Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα |
65.01 | Τόκοι τραπεζικών δανείων |
65.02 | Τόκοι δανείων από συνδεδεμένες οντότητες |
65.03 | Τόκοι λοιπών δανείων |
65.04 | Τόκοι λοιπών υποχρεώσεων και προβλέψεων |
65.05 | Λοιπά χρηματοοικονομικά έξοδα |
66 | Αποσβέσεις |
66.01 | Αποσβέσεις διαμορφώσεων γης |
66.02 | Αποσβέσεις κτηρίων – τεχνικών έργων |
66.03 | Αποσβέσεις μηχανολογικού εξοπλισμού |
66.04 | Αποσβέσεις μεταφορικών μέσων |
66.05 | Αποσβέσεις λοιπού εξοπλισμού |
66.06 | Αποσβέσεις επενδύσεων σε ακίνητα |
66.07 | Αποσβέσεις πάγιων βιολογικών περιουσιακών στοιχείων |
66.08 | Αποσβέσεις άυλων παγίων |
67 | Ασυνήθη έξοδα, ζημιές και πρόστιμα |
67.01 | Ζημιές φυσικών καταστροφών |
67.02 | Ζημιές άλλων καταστροφών |
67.03 | Άλλα ασυνήθη έξοδα και ζημίες |
67.04 | Πρόστιμα, προσαυξήσεις και ποινές |
67.05 | Ασυνήθη έξοδα και ζημιές από συνδεδεμένες οντότητες |
68 | Προβλέψεις (εκτός από προβλέψεις για το προσωπικό) |
68.01 | Προβλέψεις για εκκρεμοδικίες |
68.02 | Προβλέψεις για δοσμένες εγγυήσεις |
68.03 | Προβλέψεις για αποκατάσταση περιβάλλοντος |
68.04 | Προβλέψεις για διαφορές φορολογικού ελέγχου πλην φόρου εισοδήματος |
68.05 | Άλλες προβλέψεις |
68.06 | Προβλέψεις για συνδεδεμένες οντότητες |
69 | Φόρος εισοδήματος |
69.01 | Τρέχων φόρος (έξοδο) περιόδου |
69.02 | Αναβαλλόμενος φόρος (έξοδο) περιόδου |
69.03 | Προβλέψεις για διαφορές φορολογικού ελέγχου φόρου εισοδήματος |
Σημείωση για τα έξοδα και τις ζημιές:
1) Στους διαφόρους λογαριασμούς εξόδων και ζημιών της ομάδας 6 παρακολουθούνται τα αντίστοιχα κονδύλια κατ’ είδος με το συνολικό ποσό, πριν την μεταφορά ποσών σε κέντρα κόστους, προϊόντα ή υπηρεσίες.
2) Η αντιστροφή σχηματισμένης πρόβλεψης για παροχές σε εργαζόμενους συγχωνεύεται με το έξοδο της χρήσης στο λογαριασμό 60 «Παροχές σε εργαζόμενους».
(7) ΕΣΟΔΑ ΚΑΙ ΚΕΡΔΗ
70 Πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών
70.01 Πωλήσεις εμπορευμάτων (καθαρές) σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.01.01 Πωλήσεις εμπορευμάτων σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.01.02 Επιστροφές πωλήσεων εμπορευμάτων σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.01.03 Εκπτώσεις πωλήσεων εμπορευμάτων σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.02 Πωλήσεις εμπορευμάτων (καθαρές) σε συνδεδεμένες οντότητες
70.02.01 Πωλήσεις εμπορευμάτων σε συνδεδεμένες οντότητες
70.02.02 Επιστροφές πωλήσεων εμπορευμάτων σε συνδεδεμένες οντότητες
70.02.03 Εκπτώσεις πωλήσεων εμπορευμάτων σε συνδεδεμένες οντότητες
70.03 Πωλήσεις προϊόντων έτοιμων και ημιτελών (καθαρές) σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.03.01 Πωλήσεις προϊόντων έτοιμων και ημιτελών σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.03.02 Επιστροφές πωλήσεων προϊόντων έτοιμων και ημιτελών σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.03.03 Εκπτώσεις πωλήσεων προϊόντων έτοιμων και ημιτελών σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.04 Πωλήσεις προϊόντων έτοιμων και ημιτελών (καθαρές) σε συνδεδεμένες οντότητες
70.04.01 Πωλήσεις προϊόντων έτοιμων και ημιτελών σε συνδεδεμένες οντότητες
70.04.02 Επιστροφές πωλήσεων προϊόντων έτοιμων και ημιτελών σε συνδεδεμένες οντότητες
70.04.03 Εκπτώσεις πωλήσεων προϊόντων έτοιμων και ημιτελών σε συνδεδεμένες οντότητες
70.05 Πωλήσεις λοιπών αποθεμάτων (καθαρές) σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.05.01 Πωλήσεις λοιπών αποθεμάτων σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.05.02 Επιστροφές πωλήσεων λοιπών αποθεμάτων σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.05.03 Εκπτώσεις πωλήσεων λοιπών αποθεμάτων σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.06 Πωλήσεις λοιπών αποθεμάτων (καθαρές) σε συνδεδεμένες οντότητες
70.06.01 Πωλήσεις λοιπών αποθεμάτων σε συνδεδεμένες οντότητες
70.06.02 Επιστροφές πωλήσεων λοιπών αποθεμάτων σε συνδεδεμένες οντότητες
70.06.03 Εκπτώσεις πωλήσεων λοιπών αποθεμάτων σε συνδεδεμένες οντότητες
70.07 Πωλήσεις υπηρεσιών (καθαρές) σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.07.01 Πωλήσεις υπηρεσιών σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.07.02 Επιστροφές πωλήσεων υπηρεσιών σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.07.03 Εκπτώσεις πωλήσεων υπηρεσιών σε μη συνδεδεμένες οντότητες
70.08 Πωλήσεις υπηρεσιών (καθαρές) σε συνδεδεμένες οντότητες
70.08.01 Πωλήσεις υπηρεσιών σε συνδεδεμένες οντότητες
70.08.02 Επιστροφές πωλήσεων υπηρεσιών σε συνδεδεμένες οντότητες
70.08.03 Εκπτώσεις πωλήσεων υπηρεσιών σε συνδεδεμένες οντότητες
71 Λοιπά συνήθη έσοδα
71.01 Αποσβέσεις επιχορηγήσεων παγίων στοιχείων
71.02 Επιχορηγήσεις τόκων
71.03 Επιχορηγήσεις λοιπών εξόδων
71.04 Άλλα λειτουργικά έσοδα
71.05 Άλλα λειτουργικά έσοδα από συνδεδεμένες οντότητες
72 Πιστωτικοί τόκοι και συναφή έσοδα
72.01 Πιστωτικοί τόκοι πωλήσεων
72.02 Πιστωτικοί τόκοι δανείων και απαιτήσεων
72.03 Πιστωτικοί τόκοι από συνδεδεμένες οντότητες
72.04 Πιστωτικοί τόκοι άλλων επενδύσεων
73 Πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές
73.01 Πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές από διακανονισμό
73.01.01 Πιστωτικές συν/τικές διαφορές διακανονισμού εμπορικών απαιτήσεων και υποχρ/σεων
73.01.02 Πιστωτικές συν/τικές διαφορές διακανονισμού δανείων
73.01.03 Πιστωτικές συν/τικές διαφορές διακανονισμού λοιπών στοιχείων ισολογισμού
73.02 Πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές επιμέτρησης
73.02.01 Πιστωτικές συν/τικές διαφορές επιμέτρησης εμπορικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων
73.02.02 Πιστωτικές συν/τικές διαφορές επιμέτρησης δανείων
73.02.03 Πιστωτικές συν/τικές διαφορές επιμέτρησης λοιπών στοιχείων ισολογισμού
74 Έσοδα συμμετοχών
74.01 Μερίσματα από συμμετοχές σε συγγενείς
74.02 Μερίσματα από συμμετοχές σε θυγατρικές
74.03 Μερίσματα από συμμετοχές σε κοινοπραξίες
74.04 Μερίσματα από λοιπούς συμμετοχικούς τίτλους
75 Κέρδη από διάθεση μη κυκλοφορούντων περιουσιακών στοιχείων
75.01 Κέρδη από διάθεση ενσώματων παγίων
75.02 Κέρδη από διάθεση άυλων πάγιων στοιχείων
75.03 Κέρδη από διάθεση χρηματοοικονομικών στοιχείων
75.04 Κέρδη από διάθεση μη κυκλοφορούντων περιουσιακών στοιχείων σε συνδεδεμένες οντότητες
76 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων και απομειώσεων
76.01 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων για εκκρεμοδικίες
76.02 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων για δοσμένες εγγυήσεις
76.03 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων για αποκατάσταση περιβάλλοντος
76.04 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων για διαφορές φορολογικού ελέγχου πλην φόρου εισοδήματος
76.05 Κέρδη από αναστροφή άλλων προβλέψεων
76.06 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης ενσώματων παγίων (πλην βιολογικών)
76.07 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης βιολογικών περιουσιακών στοιχείων
76.08 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης άυλων παγίων
76.09 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης αποθεμάτων
76.10 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης χρηματοοικονομικών στοιχείων
76.10.01 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης πελατών
76.10.02 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης αξιόγραφων εμπορικών απαιτήσεων
76.10.03 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης διακρατούμενων μέχρι τη λήξη επενδύσεων
76.10.04 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης συμμετοχών σε θυγατρικές
76.10.05 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης συμμετοχών σε συγγενείς
76.10.06 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης συμμετοχών σε κοινοπραξίες
76.13 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης λοιπών περιουσιακών στοιχείων
77 Κέρδη από επιμέτρηση στην εύλογη αξία
77.01 Κέρδη εύλογης αξίας ενσώματων πάγιων στοιχείων
77.02 Κέρδη εύλογης αξίας βιολογικών περιουσιακών στοιχείων
77.03 Κέρδη εύλογης αξίας χρηματοοικονομικών στοιχείων
78 Φόρος εισοδήματος έσοδο
78.01 Τρέχων φόρος περιόδου έσοδο
78.02 Αναβαλλόμενος φόρος περιόδου έσοδο
78.03 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων για διαφορές φορολογικού ελέγχου φόρου εισοδήματος
79 Ασυνήθη έσοδα και κέρδη
79.01 Ασυνήθη έσοδα και κέρδη από μη συνδεδεμένες οντότητες
79.02 Ασυνήθη έσοδα και κέρδη από συνδεδεμένες οντότητες
79.03 Κέρδος από αγορά οντότητας σε τιμή ευκαιρίας
Σημείωση για τα έσοδα πωλήσεων
1) Οι πωλήσεις αναλύονται περαιτέρω σε πωλήσεις λιανικής και χονδρικής καθώς και πωλήσεις εσωτερικού και εξωτερικού, σύμφωνα με τις πληροφοριακές ανάγκες της διοίκησης και τις απαιτήσεις της φορολογικής αρχής ή άλλων δημόσιων αρχών.
(8) ΙΔΙΟΠΑΡΑΓΩΓΗ, ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
80 Έξοδα σε ιδιοπαραγωγή
80.01 Παροχές σε εργαζόμενους σε ιδιοπαραγωγή
80.02 Αποσβέσεις σε ιδιοπαραγωγή
80.03 Αλλα λειτουργικά έξοδα σε ιδιοπαραγωγή
80.04 Χρηματοοικονομικά έξοδα σε ιδιοπαραγωγή
80.05 Προβλέψεις σε ιδιοπαραγωγή
81 Δοσοληπτικοί λογαριασμοί υποκαταστημάτων αυτοτελούς παρακολούθησης
81.01 Χρεωστικοί δοσοληπτικοί λογαριασμοί υποκαταστημάτων / κεντρικού
81.02 Πιστωτικοί δοσοληπτικοί λογαριασμοί υποκαταστημάτων / κεντρικού
82 Αποτέλεσμα (κέρδη ή ζημίες) περιόδου
82.01 Συγκέντρωση αποτελεσματικών λογαριασμών
82.02 Καθαρό κέρδος περιόδου (μετά από φόρους)
82.03 Καθαρή ζημία περιόδου (μετά από φόρους)
Σημείωση για τα έξοδα σε ιδιοπαραγωγή
1) Τα έξοδα σε ιδιοπαραγωγή είναι το μέρος των εξόδων της περιόδου που αφορά ιδιοπαραγωγή πάγιων στοιχείων. Τα έξοδα σε ιδιοπαραγωγή είναι τεκμαρτό έσοδο που μειώνει τα έξοδα τα οποία εμφανίζονται με το συνολικό τους ποσό στην ομάδα 6.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Δ:
ΣΥΝΔΕΣΗ ΣΧΕΔΙΟΥ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤ/ΝΟΜΙΚΏΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ
Οι παρακάτω πίνακες παρέχουν καθοδήγηση για τη σύνδεση του σχεδίου λογαριασμών με την Κατάσταση Χρηματοοικονομικής Θέσης και την Κατάσταση Αποτελεσμάτων, λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις των άρθρων 16 και 17.
Πίνακας Δ.1: Σύνδεση σχεδίου λογαριασμών και του Ισολογισμού του υποδείγματος Β.1.1 (χρηματοοικονομικά στοιχεία στο κόστος)
Κονδύλι Ισολογισμού | Λογαριασμοί σχεδίου λογαριασμών | ||||||
Μη κυκλοφορούντα στοιχεία | |||||||
Ενσώματα πάγια | |||||||
Ακίνητα | 10 Γη11 Διαμορφώσεις γης υποκείμενες σε απόσβεση12 Κτήρια – τεχνικά έργα | ||||||
Μηχανολογικός εξοπλισμός | 13 Μηχανολογικός εξοπλισμός | ||||||
Λοιπός εξοπλισμός | 14 Μεταφορικά μέσα15 Λοιπός εξοπλισμός | ||||||
Επενδύσεις σε ακίνητα | 16 Επενδύσεις σε ακίνητα | ||||||
Βιολογικά περιουσιακά στοιχεία | 17 Πάγια βιολογικά περιουσιακά στοιχεία | ||||||
Λοιπά ενσώματα στοιχεία | (εφόσον υπάρχει κάποια ιδιαίτερη κατηγορία) | ||||||
Αυλα πάγια στοιχεία | |||||||
Δαπάνες ανάπτυξης | 18.01 Δαπάνες ανάπτυξης | ||||||
Υπεραξία | 18.02 Υπεραξία | ||||||
Λοιπά άυλα | 18.03 Λοιπά άυλα | ||||||
Προκαταβολές και μη κυκλοφορούντα στοιχεία υπό κατασκευή | 50.03.01 Προκαταβολές σε προμηθευτές για μη κυκλοφορούντα στοιχεία – μη συνδεδεμένες οντότητες50.04.01 Προκαταβολές σε προμηθευτές για μη κυκλοφορούντα στοιχεία – συνδεδεμένες οντότητες18.01 Δαπάνες ανάπτυξης (μόνο το μέρος δαπανών υπό εξέλιξη) | ||||||
Χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία | |||||||
Δάνεια και απαιτήσεις | 30.01 Πελάτες – μη συνδεδεμένες οντότητες, πλην 30.01.03 Προκαταβολές μη συνδεδεμένων πελατών30.02 Πελάτες – συνδεδεμένες οντότητες, πλην 30.02.03 Προκαταβολές συνδεδεμένων πελατών31 Αξιόγραφα εμπορικών απαιτήσεων
32 Χορηγηθέντα δάνεια 33 Λοιπές απαιτήσεις Σημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το μακροπρόθεσμο μέρος |
||||||
Χρεωστικοί τίτλοι | 34.01 Χρεωστικοί τίτλοι | ||||||
Συμμετοχές σε θυγατρικές, συγγενείς και κοινοπραξίες | 36.01 Συμμετοχές σε θυγατρικές36.02 Συμμετοχές σε συγγενείς36.03 Συμμετοχές σε κοινοπραξίες | ||||||
Λοιποί συμμετοχικοί τίτλοι | 34.02 Λοιποί συμμετοχικοί τίτλοι | ||||||
Λοιπά | 34.03 Λοιπά χρηματοοικονομικά στοιχεία35 Χρηματοοικονομικά στοιχεία για αντιστάθμιση | ||||||
_ | 39 Αναβαλλόμενοι φόροι ενεργητικού 59 Αναβαλλόμενοι φόροι παθητικούΣημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται το συμψηφιστικό υπόλοιπο των δύο λογαριασμών όταν αυτό είναι | ||||||
Χρεωστικό | |||||||
Κυκλοφορούντα περιουσιακά στοιχεία | |||||||
Αποθέματα | |||||||
Έτοιμα και ημιτελή προϊόντα | 21.04 Προϊόντα λήξης23.02 Παραγωγή σε εξέλιξη λήξης | ||||||
Εμπορεύματα | 20.06 Εμπορεύματα λήξης | ||||||
Πρώτες ύλες και διάφορα υλικά | 24.06 Αποθέματα λήξης πρώτων υλών και υλικών 25.06 Υλικά συσκευασίας λήξης 26.06 Ανταλλακτικά παγίων λήξης | ||||||
Βιολογικά περιουσιακά στοιχεία | 22 Βιολογικά περιουσιακά στοιχεία (κυκλοφορούντα) | ||||||
Προκαταβολές για αποθέματα | 50.03.02 Προκαταβολές σε προμηθευτές για αποθέματα -μη συνδεδεμένες οντότητες 50.04.02 Προκαταβολές για αποθέματα –συνδεδεμένες οντότητες | ||||||
Λοιπά | 27.06 Λοιπά αποθέματα λήξης | ||||||
Χρηματοοικονομικά στοιχεία και προπληρωμές | |||||||
Εμπορικές απαιτήσεις | 30.01 Πελάτες – μη συνδεδεμένες οντότητες, πλην 30.01.03 Προκαταβολές μη συνδεδεμένων πελατών30.02 Πελάτες – συνδεδεμένες οντότητες, πλην 30.02.03 Προκαταβολές συνδεδεμένων πελατών31 Αξιόγραφα εμπορικών απαιτήσεων Σημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το βραχυπρόθεσμο μέρος | ||||||
Δουλευμένα έσοδα περιόδου | 37.02 Δουλευμένα έσοδα περιόδου | ||||||
Λοιπές απαιτήσεις | 32 Χορηγηθέντα δάνεια33 Λοιπές απαιτήσεις50.03.03 Λοιπές προκαταβολές σε προμηθευτές – μη συνδεδεμένες οντότητες
50.04.03 Λοιπές προκαταβολές σε προμηθευτές – συνδεδεμένες οντότητες Σημειώσεις α) Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το βραχυπρόθεσμο μέρος των σχετικών λογαριασμών, β) Ο λογαριασμός 50.03.03 και 50.04.03 μπορεί, αναλόγως του περιεχομένου του, να εμφανίζεται στο κονδύλι «Προπληρωμένα έξοδα» |
||||||
Λοιπά χρηματοοικονομικά στοιχεία | 34.01 Χρεωστικοί τίτλοι34.02 Λοιποί συμμετοχικοί τίτλοι34.03 Λοιπά χρηματοοικονομικά στοιχεία | ||||||
Προπληρωμένα έξοδα | 37.01 Προπληρωμένα έξοδα 50.03.03 Λοιπές προκαταβολές σε προμηθευτές – μη συνδεδεμένες οντότητες50.04.03 Λοιπές προκαταβολές σε προμηθευτές -συνδεδεμένες οντότητεςΣημείωση. Ο λογαριασμός 50.03.03 και 50.04.03 μπορεί, αναλόγως του περιεχομένου του, να εμφανίζεται στο κονδύλι «Λοιπές απαιτήσεις» | ||||||
Ταμειακά διαθέσιμα και ισοδύναμα | 38 Ταμειακά διαθέσιμα και ισοδύναμα | ||||||
Καθαρή θέση | |||||||
Καταβλημένο κεφάλαιο | |||||||
Κεφάλαιο | 40 Κεφάλαιο | ||||||
Υπέρ το άρτιο | 41 Υπέρ το άρτιο | ||||||
Καταθέσεις ιδιοκτητών | 42 Καταθέσεις ιδιοκτητών | ||||||
Ίδιοι τίτλοι | 43 Ίδιοι τίτλοι | ||||||
Διαφορές εύλογης αξίας | |||||||
Διαφορές αξίας ενσωμάτων παγίων | 44.01 Διαφορές εύλογης αξίας ενσώματων παγίων | ||||||
Διαφορές αξίας διαθέσιμων για πώληση | 44.02 Διαφορές εύλογης αξίας διαθέσιμων για πώληση | ||||||
Διαφορές αξίας στοιχείων αντιστάθμισης ταμειακών ροών | 44.03 Διαφορές εύλογης αξίας στοιχείων αντιστάθμισης ταμειακών ροών | ||||||
Αποθεματικά και αποτελέσματα εις νέο | |||||||
Αποθεματικά νόμων ή καταστατικού | 46 Αποθεματικά νόμων48 Αποθεματικά καταστατικού και λοιπά αποθεματικά | ||||||
Αφορολόγητα αποθεματικά | 47 Αφορολόγητα αποθεματικά | ||||||
Αποτελέσματα εις νέο | 49 Αποτελέσματα εις νέο | ||||||
Συναλλαγματικές διαφορές | 45 Συναλλαγματικές διαφορές | ||||||
Προβλέψεις | |||||||
Προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους | 57.01 Προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους 57.03 Προβλέψεις για συνδεδεμένες οντότητες | ||||||
Λοιπές προβλέψεις | 57.02 Λοιπές προβλέψεις57.03 Προβλέψεις για συνδεδεμένες οντότητες | ||||||
Μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις | |||||||
Δάνεια | 52 Τραπεζικά δάνειαΣημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το μακροπρόθεσμο μέρος | ||||||
Λοιπές μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις | 50.01 Προμηθευτές – μη συνδεδεμένες οντότητες50.02 Προμηθευτές – συνδεδεμένες οντότητες 51 Αξιόγραφα εμπορικών υποχρεώσεων53 Λοιπές υποχρεώσεις
Σημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το μακροπρόθεσμο μέρος των σχετικών υποχρεώσεων |
||||||
Κρατικές επιχορηγήσεις | 58 Κρατικές επιχορηγήσεις | ||||||
Αναβαλλόμενοι φόροι | 39 Αναβαλλόμενοι φόροι ενεργητικού 59 Αναβαλλόμενοι φόροι – υποχρέωσηΣημείωση:Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται το συμψηφιστικό υπόλοιπο των δύο λογαριασμών, όταν αυτό είναι πιστωτικό | ||||||
Βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις | |||||||
Δάνεια | 52 Τραπεζικά δάνειαΣημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζονται μόνο το βραχυπρόθεσμο μέρος | ||||||
Βραχυπρόθεσμο μέρος μακροπροθέσμων δανείων | 52 Τραπεζικά δάνειαΣημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το σχετικό μέρος των δανείων | ||||||
Εμπορικές υποχρεώσεις | 50.01 Προμηθευτές (εκτός από συνδεδεμένες οντότητες)50.02 Προμηθευτές – συνδεδεμένες οντότητες51 Αξιόγραφα εμπορικών υποχρεώσεων
Σημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το Βραχυπρόθεσμο Μέρος |
||||||
Φόρος εισοδήματος | 54.01 Φόρος εισοδήματος πληρωτέος | ||||||
Λοιποί φόροι και τέλη | 54.02 Φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ)54.03 Παρακρατούμενοι φόροι εισοδήματος τρίτων54.04 Τέλη χαρτοσήμου
54.05 Λοιποί φόροι, τέλη και εισφορές |
||||||
Οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης | 55 Υποχρεώσεις σε ασφαλιστικούς οργανισμούς | ||||||
_ | 53 Λοιπές υποχρεώσεις30.01.03 Προκαταβολές μη συνδεδεμένων πελατών 30.02.03 Προκαταβολές συνδεδεμένων πελατώνΣημειώσεις
α) Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το βραχυπρόθεσμο μέρος των σχετικών λογαριασμών β) Οι λογαριασμοί 30.01.03 και 30.02.03 μπορεί, αναλόγως του περιεχομένου τους, να εμφανίζονται στο κονδύλι «Έσοδα επόμενων χρήσεων» |
||||||
Έξοδα χρήσεως δουλευμένα | 56.01 Έξοδα χρήσεως δουλευμένα | ||||||
Έσοδα επόμενων χρήσεων | 56.02 Έσοδα επόμενων χρήσεων30.01.03 Προκαταβολές μη συνδεδεμένων πελατών30.02.03 Προκαταβολές συνδεδεμένων πελατών
Σημείωση Ο λογαριασμός 30.03 μπορεί, αναλόγως του περιεχομένου του, να εμφανίζεται στο κονδύλι «Λοιπές υποχρεώσεις». |
||||||
Σημείωση
Πίνακας Δ.2: Σύνδεση σχεδίου λογαριασμών και του Ισολογισμού του υποδείγματος Β.1.2
(χρηματοοικονομικά στοιχεία στην εύλογη αξία)
Κονδύλι Ισολογισμού | Λογαριασμοί σχεδίου λογαριασμών | ||||
Ενσώματα πάγια | |||||
Ακίνητα | 10 Γη11 Διαμορφώσεις γης υποκείμενες σε απόσβεση12 Κτήρια – τεχνικά έργα | ||||
Μηχανολογικός εξοπλισμός | 13 Μηχανολογικός εξοπλισμός | ||||
Λοιπός εξοπλισμός | 14 Μεταφορικά μέσα15 Λοιπός εξοπλισμός | ||||
Επενδύσεις σε ακίνητα | 16 Επενδύσεις σε ακίνητα | ||||
Βιολογικά περιουσιακά στοιχεία | 17 Πάγια βιολογικά περιουσιακά στοιχεία | ||||
Λοιπά ενσώματα στοιχεία | (εφόσον υπάρχει κάποια ιδιαίτερη κατηγορία) | ||||
Αυλα πάγια στοιχεία | |||||
Δαπάνες ανάπτυξης | 18.01 Δαπάνες ανάπτυξης | ||||
Υπεραξία | 18.02 Υπεραξία | ||||
Λοιπά άυλα | 18.03 Λοιπά άυλα | ||||
Προκαταβολές και μη κυκλοφορούντα στοιχεία υπό κατασκευή | 50.03.01 Προκαταβολές σε προμηθευτές για μη κυκλοφορούντα στοιχεία – μη συνδεδεμένες οντότητες50.04.01 Προκαταβολές σε προμηθευτές για μηκυκλοφορούντα στοιχεία – συνδεδεμένες οντότητες
18.01 Δαπάνες ανάπτυξης (μόνο το μέρος δαπανών υπό εξέλιξη) |
||||
Χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία | |||||
Δάνεια και απαιτήσεις | 30.01 Πελάτες – μη συνδεδεμένες οντότητες, πλην 30.01.03 Προκαταβολές μη συνδεδεμένων πελατών30.02 Πελάτες – συνδεδεμένες οντότητες, πλην 30.02.03 Προκαταβολές συνδεδεμένων πελατών31 Αξιόγραφα εμπορικών απαιτήσεων
32 Χορηγηθέντα δάνεια 33 Λοιπές απαιτήσεις Σημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το μακροπρόθεσμο μέρος |
||||
Διακρατούμενες έως τη λήξη επενδύσεις | 34.01 Διακρατούμενες έως τη λήξη επενδύσεις | ||||
Συμμετοχές σε θυγατρικές, συγγενείς και κοινοπραξίες | 36.01 Συμμετοχές σε θυγατρικές36.02 Συμμετοχές σε συγγενείς36.03 Συμμετοχές σε κοινοπραξίες | ||||
Διαθέσιμα για πώληση | 34.02 Διαθέσιμα για πώληση | ||||
Στοιχεία προοριζόμενα για αντιστάθμιση | 35 Χρηματοοικονομικά στοιχεία για αντιστάθμιση | ||||
Αναβαλλόμενοι φόροι | 39 Αναβαλλόμενοι φόροι ενεργητικού 59 Αναβαλλόμενοι φόροι παθητικούΣημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται το συμψηφιστικό υπόλοιπο των δύο λογαριασμών, όταν αυτό είναι χρεωστικό | ||||
Κυκλοφορούντα περιουσιακά στοιχεία | |||||
Αποθέματα | |||||
Έτοιμα και ημιτελή προϊόντα | 21.04 Προϊόντα λήξης23.02 Παραγωγή σε εξέλιξη λήξης | ||||
Εμπορεύματα | 20.06 Εμπορεύματα λήξης | ||||
Πρώτες ύλες και διάφορα υλικά | 24.06 Αποθέματα λήξης πρώτων υλών και υλικών 25.06 Υλικά συσκευασίας λήξης 26.06 Ανταλλακτικά παγίων λήξης | ||||
Βιολογικά περιουσιακά στοιχεία | 22 Βιολογικά περιουσιακά στοιχεία (κυκλοφορούντα) | ||||
Προκαταβολές για αποθέματα | 50.03.02 Προκαταβολές σε προμηθευτές για αποθέματα -μη συνδεδεμένες οντότητες 50.04.02 Προκαταβολές για αποθέματα -συνδεδεμένεςοντότητες | ||||
Λοιπά | 27.06 Λοιπά αποθέματα λήξης | ||||
Χρηματοοικονομικά στοιχεία και προπληρωμές | |||||
Εμπορικές απαιτήσεις | 30.01 Πελάτες – μη συνδεδεμένες οντότητες, πλην 30.01.03 Προκαταβολές μη συνδεδεμένων πελατών30.02 Πελάτες – συνδεδεμένες οντότητες, πλην 30.02.03 Προκαταβολές συνδεδεμένων πελατών31 Αξιόγραφα εμπορικών απαιτήσεων Σημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το βραχυπρόθεσμο μέρος | ||||
Δουλευμένα έσοδα περιόδου | 37.02 Δουλευμένα έσοδα περιόδου | ||||
Αοιπές απαιτήσεις | 32 Χορηγηθέντα δάνεια33 Λοιπές απαιτήσεις50.03.03 Λοιπές προκαταβολές σε προμηθευτές – μη συνδεδεμένες οντότητες
50.04.03 Λοιπές προκαταβολές σε προμηθευτές – συνδεδεμένες οντότητες Σημειώσεις: α) Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το βραχυπρόθεσμο μέρος των σχετικών λογαριασμών, β) Ο λογαριασμός 50.03.03 και 50.04.03 μπορεί, αναλόγως του περιεχομένου του, να εμφανίζεται στο κονδύλι «Προπληρωμένα έξοδα» |
||||
Εμπορικό χαρτοφυλάκιο | 34.03 Εμπορικό χαρτοφυλάκιο | ||||
Προπληρωμένα έξοδα | 37.01 Προπληρωμένα έξοδα 50.03.03 Λοιπές προκαταβολές σε προμηθευτές – μη συνδεδεμένες οντότητες50.04.03 Λοιπές προκαταβολές σε προμηθευτές -συνδεδεμένες οντότητεςΣημείωση. Ο λογαριασμός 50.03.03 και 50.04.03 μπορεί, αναλόγως του περιεχομένου του, να εμφανίζεται στο κονδύλι «Λοιπές απαιτήσεις» | ||||
Ταμειακά διαθέσιμα και ισοδύναμα | 38 Ταμειακά διαθέσιμα και ισοδύναμα | ||||
Καθαρή θέση | |||||
Καταβλημένο κεφάλαιο | |||||
Κεφάλαιο | 40 Κεφάλαιο | ||||
Υπέρ το άρτιο | 41 Υπέρ το άρτιο | ||||
Καταθέσεις ιδιοκτητών | 42 Καταθέσεις ιδιοκτητών | ||||
Ίδιοι τίτλοι | 43 Ίδιοι τίτλοι | ||||
Διαφορές εύλογης αξίας | |||||
Διαφορές αξίας ενσωμάτων παγίων | 44.01 Διαφορές εύλογης αξίας ενσώματων παγίων | ||||
Διαφορές αξίας διαθέσιμων για πώληση | 44.02 Διαφορές εύλογης αξίας διαθέσιμων για πώληση | ||||
Διαφορές αξίας στοιχείων αντιστάθμισης ταμειακών ροών | 44.03 Διαφορές εύλογης αξίας στοιχείων αντιστάθμισης ταμειακών ροών | ||||
Αποθεματικά και αποτελέσματα εις νέο | |||||
Αποθεματικά νόμων ή καταστατικού | 46 Αποθεματικά νόμων48 Αποθεματικά καταστατικού και λοιπά αποθεματικά | ||||
Αφορολόγητα αποθεματικά | 47 Αφορολόγητα αποθεματικά | ||||
Αποτελέσματα εις νέο | 49 Αποτελέσματα εις νέο | ||||
Συναλλαγματικές διαφορές | 45 Συναλλαγματικές διαφορές | ||||
Προβλέψεις | |||||
Προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους | 57.01 Προβλέψεις για παροχές σε εργαζομένους 57.03 Προβλέψεις για συνδεδεμένες οντότητες | ||||
Λοιπές προβλέψεις | 57.02 Λοιπές προβλέψεις57.03 Προβλέψεις για συνδεδεμένες οντότητες | ||||
Μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις | |||||
Δάνεια | 52 Τραπεζικά δάνειαΣημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το μακροπρόθεσμο μέρος | ||||
Λοιπές μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις | 50.01 Προμηθευτές – μη συνδεδεμένες οντότητες50.02 Προμηθευτές – συνδεδεμένες οντότητες 51 Αξιόγραφα εμπορικών υποχρεώσεων53 Λοιπές υποχρεώσεις
Σημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το μακροπρόθεσμο μέρος των σχετικών υποχρεώσεων |
||||
Κρατικές επιχορηγήσεις | 58 Κρατικές επιχορηγήσεις | ||||
Αναβαλλόμενοι φόροι | 39 Αναβαλλόμενοι φόροι ενεργητικού 59 Αναβαλλόμενοι φόροι – υποχρέωσηΣημείωση:Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται το συμψηφιστικό υπόλοιπο των δύο λογαριασμών, όταν αυτό είναι πιστωτικό | ||||
Βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις | |||||
Δάνεια | 52 Τραπεζικά δάνειαΣημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζονται μόνο το βραχυπρόθεσμο μέρος | ||||
Βραχυπρόθεσμο μέρος μακροπροθέσμων δανείων | 52 Τραπεζικά δάνειαΣημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το σχετικό μέρος των δανείων | ||||
Εμπορικές υποχρεώσεις | 50.01 Προμηθευτές (εκτός από συνδεδεμένες οντότητες)50.02 Προμηθευτές – συνδεδεμένες οντότητες 51 Αξιόγραφα εμπορικών υποχρεώσεωνΣημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το βραχυπρόθεσμο μέρος | ||||
Φόρος εισοδήματος | 54.01 Φόρος εισοδήματος πληρωτέος | ||||
Λοιποί φόροι και τέλη | 54.02 Φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ)54.03 Παρακρατούμενοι φόροι εισοδήματος τρίτων54.04 Τέλη χαρτοσήμου
54.05 Λοιποί φόροι, τέλη και εισφορές |
||||
Οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης | 55 Υποχρεώσεις σε ασφαλιστικούς οργανισμούς | ||||
Λοιπές υποχρεώσεις | 53 Λοιπές υποχρεώσεις30.01.03 Προκαταβολές μη συνδεδεμένων πελατών 30.02.03 Προκαταβολές συνδεδεμένων πελατώνΣημειώσεις
α) Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται μόνο το βραχυπρόθεσμο μέρος των σχετικών λογαριασμών β) Οι λογαριασμοί 30.01.03 και 30.02.03 μπορεί, αναλόγως του περιεχομένου τους, να εμφανίζονται στο κονδύλι «Έσοδα επόμενων χρήσεων» |
||||
Έξοδα χρήσεως δουλευμένα | 56.01 Έξοδα χρήσεως δουλευμένα | ||||
56.02 Έσοδα επόμενων χρήσεων30.01.03 Προκαταβολές μη συνδεδεμένων πελατών30.02.03 Προκαταβολές συνδεδεμένων πελατών
Σημείωση Ο λογαριασμός 30.03 μπορεί, αναλόγως του περιεχομένου του, να εμφανίζεται στο κονδύλι «Λοιπές υποχρεώσεις». |
|||||
Σημείωση
Πίνακας Δ.3. Σύνδεση σχεδίου λογαριασμών και της Κατάστασης Αποτελεσμάτων κατά λειτουργία του υποδείγματος Β.2.1
Κονδύλι Κατάστασης αποτελεσμάτων | Λογαριασμοί σχεδίου λογαριασμών | |||
Κύκλος εργασιών (καθαρός) | 70 Πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών | |||
Κόστος πωλήσεων | Προσδιορίζεται βάσει σχετικού αρχείου υπολογισμού (μπορεί να παρακολουθείται εντός ή εκτός του σχεδίου λογαριασμών). Στο κόστος πωληθέντων περιλαμβάνεται το αναλογούν, κατά περίπτωση, κόστος αναλώσεων και μέρος των παρακάτω λογαριασμών:60 Παροχές σε εργαζόμενους61.04 Απομείωση αποθεμάτων
64 Διάφορα λειτουργικά έξοδα 65 Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα 66 Αποσβέσεις 68.02 Προβλέψεις για δοσμένες εγγυήσεις 68.03 Προβλέψεις για αποκατάσταση περιβάλλοντος 68.05 Άλλες προβλέψεις 68.06 Προβλέψεις για συνδεδεμένες οντότητες 76.02 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων για δοσμένες εγγυήσεις 76.03 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων για αποκατάσταση περιβάλλοντος 76.05 Κέρδη από αναστροφή άλλων προβλέψεων 76.09 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης αποθεμάτων 80.01 Παροχές σε εργαζόμενους σε ιδιοπαραγωγή 80.02 Αποσβέσεις σε ιδιοπαραγωγή 80.03 Άλλα λειτουργικά έξοδα σε ιδιοπαραγωγή 80.04 Χρηματοοικονομικά έξοδα σε ιδιοπαραγωγή 80.05 Προβλέψεις σε ιδιοπαραγωγή Σημείωση: Ο λογαριασμός 65 «Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα» μπορεί να επιβαρύνει το κόστος παραγωγής – κόστος πωληθέντων στην περίπτωση προϊόντων και υπηρεσιών μακράς περιόδου παραγωγής ή κατασκευής, κατά την επιλογή της οντότητας. |
|||
Λοιπά συνήθη έσοδα | 71 Λοιπά συνήθη έσοδα | |||
Έξοδα διοίκησης | Προσδιορίζεται βάσει σχετικού αρχείου υπολογισμού (εκτός εάν το σχετικό κονδύλι παρακολουθείται εντός του σχεδίου λογαριασμών). Στα έξοδα διοίκησης περιλαμβάνεται το αναλογούν μέρος των λογαριασμών: 60 Παροχές σε εργαζόμενους64 Διάφορα λειτουργικά έξοδα66 Αποσβέσεις
68.04 Προβλέψεις για διαφορές φορολογικού ελέγχου, πλην φόρου εισοδήματος 68.06 Προβλέψεις για συνδεδεμένες οντότητες 76.05 Κέρδη από αναστροφή άλλων προβλέψεων. |
|||
Έξοδα διάθεσης | Προσδιορίζεται βάσει σχετικού αρχείου υπολογισμού (εκτός εάν το σχετικό κονδύλι παρακολουθείται εντός του σχεδίου λογαριασμών). Στα έξοδα διάθεσης περιλαμβάνεται το αναλογούν μέρος των λογαριασμών:60 Παροχές σε εργαζόμενους66 Αποσβέσεις
64 Διάφορα λειτουργικά έξοδα |
|||
Λοιπά έξοδα και ζημιές | 62 Χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές67 Ασυνήθη έξοδα και ζημιές68.01 Προβλέψεις για εκκρεμοδικίες
Στο κονδύλι αυτό περιλαμβάνεται επίσης το μέρος των παρακάτω λογαριασμών που δεν επιβαρύνουν το κόστος παραγωγής – κόστος πωληθέντων ή άλλα κονδύλια της κατάστασης αποτελεσμάτων: 64.11 Φόροι και τέλη (πλην φόρου εισοδήματος) 68.03 Προβλέψεις για αποκατάσταση περιβάλλοντος 68.04 Προβλέψεις για διαφορές φορολογικού ελέγχου πλην φόρου εισοδήματος 68.05 Άλλες προβλέψεις 68.06 Προβλέψεις για συνδεδεμένες οντότητες Σημείωση Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται το μέρος του 64.11 που αφορά φόρους και τέλη που δεν ενσωματώνονται στο λειτουργικό κόστος (π.χ. φόρος ακίνητης περιουσίας) |
|||
Απομειώσεις περιουσιακών στοιχείων (καθαρό ποσό) | 61.01 Απομείωση ενσώματων παγίων (πλην βιολογικών)61.02 Απομείωση βιολογικών περιουσιακών στοιχείων61.03 Απομείωση άυλων παγίων
61.05 Απομείωση χρηματοοικονομικών στοιχείων 61.06 Απομείωση λοιπών περιουσιακών στοιχείων 76.06 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης ενσώματων παγίων (πλην βιολογικών) 76.07 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης βιολογικών περιουσιακών στοιχείων 76.08 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης άυλων παγίων 76.10 Κέρδη από αναστροφή απομείωσηςχρηματοοικονομικών στοιχείων 76.11 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης λοιπών περιουσιακών στοιχείων |
|||
Κέρδη & ζημίες από διάθεση μη κυκλοφορούντων στοιχείων | 75 Κέρδη από διάθεση μη κυκλοφορούντων περιουσιακών στοιχείων63 Ζημιές από διάθεση-απόσυρση μη κυκλοφορούντων περιουσιακών στοιχείων | |||
Κέρδη & ζημίες από επιμέτρηση στην εύλογη αξία | 77 Κέρδη από επιμέτρηση στην εύλογη αξία 61.07 Ζημίες από επιμέτρηση στην εύλογη αξία | |||
Έσοδα συμμετοχών και επενδύσεων | 72.04 Πιστωτικοί τόκοι άλλων επενδύσεων 74 Έσοδα συμμετοχών | |||
Κέρδος από την αγορά οντότητας ή τμήματος σε τιμή ευκαιρίας | 79.03 Κέρδος από την αγορά οντότητας ή τμήματος σε τιμή ευκαιρίας | |||
Λοιπά έσοδα και κέρδη | 73 Πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές76.01 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων για εκκρεμοδικίες79.01 Ασυνήθη έσοδα και κέρδη από μη συνδεδεμένες οντότητες
79.02 Ασυνήθη έσοδα και κέρδη από συνδεδεμένες οντότητες Περιλαμβάνονται επίσης οι παρακάτω λογαριασμοί, στο βαθμό που δεν αφορούν το κόστος παραγωγής – κόστος πωληθέντων: 76.03 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων για αποκατάσταση περιβάλλοντος 76.04 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων για διαφορές φορολογικού ελέγχου πλην φόρου εισοδήματος 76.05 Κέρδη από αναστροφή άλλων προβλέψεων |
|||
Πιστωτικοί τόκοι και συναφή έσοδα | 72.01 Πιστωτικοί τόκοι πωλήσεων72.02 Πιστωτικοί τόκοι δανείων και απαιτήσεων72.03 Πιστωτικοί τόκοι από συνδεδεμένες οντότητες | |||
Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα | 65 Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα80.04 Χρηματοοικονομικά έξοδα σε ιδιοπαραγωγήΣημείωση:
Το ποσό του λογαριασμού 65 «Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα» μπορεί να μειώνεται και με το ποσό που αφορά το κόστος κτήσης προϊόντων και υπηρεσιών μακράς περιόδου παραγωγής ή κατασκευής. |
|||
Φόροι εισοδήματος | 78 Φόρος εισοδήματος (έσοδο)69 Φόρος εισοδήματος (έξοδο) | |||
Σημειώσεις:
Πίνακας Δ.4: Σύνδεση σχεδίου λογαριασμών και της Κατάστασης Αποτελεσμάτων κατ’ είδος του υποδείγματος Β.2.2
Κονδύλι Κατάστασης αποτελεσμάτων | Λογαριασμοί σχεδίου λογαριασμών | ||
Κύκλος εργασιών(καθαρός) | 70 Πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών | ||
Μεταβολές αποθεμάτων (εμπορεύματα, προϊόντα, ημικατ/μένα) | Ως διαφορά των σχετικών ποσών του Ισολογισμού (αποθέματα λήξης μείον αποθέματα έναρξης) | ||
Λοιπά συνήθη έσοδα | 71 Λοιπά συνήθη έσοδα | ||
Ιδιοπαραχθέντα πάγια στοιχεία | 80 Έξοδα σε ιδιοπαραγωγή | ||
Αγορές εμπορευμάτων και υλικών | Παρατίθεται το σύνολο των καθαρών αγορών της χρήσης:20.02 Αγορές εμπορευμάτων χρήσης20.03 Εκπτώσεις αγορών εμπορευμάτων
20.04 Επιστροφές αγορών εμπορευμάτων 24.02 Αγορές πρώτων υλών και υλικών χρήσης 24.03 Εκπτώσεις αγορών πρώτων υλών και υλικών 24.04 Επιστροφές αγορών πρώτων υλών και υλικών 25.02 Αγορές υλικών συσκευασίας χρήσης 25.03 Εκπτώσεις αγορών υλικών συσκευασίας 25.04 Επιστροφές αγορών υλικών συσκευασίας 26.02 Αγορές ανταλλακτικών παγίων χρήσης 26.03 Εκπτώσεις αγορών ανταλλακτικών παγίων 26.04 Επιστροφές αγορών ανταλλακτικών παγίων 27.02 Αγορές χρήσης λοιπών αποθεμάτων 27.03 Εκπτώσεις αγορών λοιπών αποθεμάτων 27.04 Επιστροφές αγορών λοιπών αποθεμάτων |
||
Παροχές σε εργαζόμενους | 60 Παροχές σε εργαζόμενους | ||
Αποσβέσεις | 66 Αποσβέσεις | ||
Λοιπά έξοδα και ζημιές | 62 Χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές 64 Διάφορα λειτουργικά έξοδα 67 Ασυνήθη έξοδα και ζημιές 68.01 Προβλέψεις για εκκρεμοδικίεςΣτο κονδύλι αυτό περιλαμβάνεται επίσης το μέρος των παρακάτω λογαριασμών που δεν επιβάρυνε το κόστος παραγωγής – κόστος πωληθέντων:68.03 Προβλέψεις για αποκατάσταση περιβάλλοντος
68.04 Προβλέψεις για διαφορές φορολογικού ελέγχου πλην φόρου εισοδήματος 68.05 Αλλες προβλέψεις 68.06 Προβλέψεις για συνδεδεμένες οντότητες Σημείωση: Στο κονδύλι αυτό εμφανίζεται το μέρος του 64.11 που αφορά φόρους και τέλη που δεν ενσωματώνονται στο λειτουργικό κόστος (π.χ. φόρος ακίνητης περιουσίας) |
||
Απομειώσεις περιουσιακών στοιχείων(καθαρό ποσό) | 61.01 Απομείωση ενσώματων παγίων61.02 Απομείωση βιολογικών περιουσιακών στοιχείων61.03 Απομείωση άυλων παγίων
61.05 Απομείωση χρηματοοικονομικών στοιχείων 61.06 Απομείωση λοιπών περιουσιακών στοιχείων 76.06 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης ενσώματων παγίων (πλην βιολογικών) 76.07 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης βιολογικών περιουσιακών στοιχείων 76.08 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης άυλων παγίων 76.10 Κέρδη από αναστροφή απομείωσηςχρηματοοικονομικών στοιχείων 76.11 Κέρδη από αναστροφή απομείωσης λοιπών περιουσιακών στοιχείων |
||
Κέρδη & ζημίες από διάθεση μη κυκλοφορούντων στοιχείων | 75 Κέρδη από διάθεση μη κυκλοφορούντων περιουσιακών στοιχείων63 Ζημιές από διάθεση-απόσυρση μη κυκλοφορούντων περιουσιακών στοιχείων | ||
Κέρδη και ζημιές από επιμέτρηση στην εύλογη αξία | 61.07 Ζημίες από επιμέτρηση στην εύλογη αξία77 Κέρδη από επιμέτρηση στην εύλογη αξία | ||
Έσοδα συμμετοχών και επενδύσεων | 72.04 Πιστωτικοί τόκοι άλλων επενδύσεων74 Έσοδα συμμετοχών | ||
Κέρδος από την αγορά οντότητας σε τιμή ευκαιρίας | 79.03 Κέρδος από την αγορά οντότητας σε τιμή ευκαιρίας | ||
Λοιπά έσοδα και κέρδη | 73 Πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές76.01 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων για εκκρεμοδικίες79.01 Ασυνήθη έσοδα και κέρδη από μη συνδεδεμένες οντότητες
79.02 Ασυνήθη έσοδα και κέρδη από συνδεδεμένες οντότητες Στο κονδύλι αυτό περιλαμβάνονται επίσης οι παρακάτω λογαριασμοί, στο βαθμό που δεν αφορούν το κόστος παραγωγής – κόστος πωληθέντων: 76.03 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων για αποκατάσταση περιβάλλοντος 76.04 Κέρδη από αναστροφή προβλέψεων για διαφορές φορολογικού ελέγχου πλην φόρου εισοδήματος 76.05 Κέρδη από αναστροφή άλλων προβλέψεων |
||
Πιστωτικοί τόκοι και συναφή έσοδα | 72.01 Πιστωτικοί τόκοι πωλήσεων72.02 Πιστωτικοί τόκοι δανείων και απαιτήσεων72.03 Πιστωτικοί τόκοι από συνδεδεμένες οντότητες | ||
Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα | 65 Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα80.04 Χρηματοοικονομικά έξοδα σε ιδιοπαραγωγήΣημείωση:
Το ποσό του λογαριασμού 65 «Χρεωστικοί τόκοι και συναφή έξοδα» μπορεί να μειώνεται και με το ποσό που αφορά το κόστος κτήσης προϊόντων και υπηρεσιών μακράς περιόδου παραγωγής ή κατασκευής. |
||
Φόροι εισοδήματος | 78 Φόρος εισοδήματος (έσοδο) 69 Φόρος εισοδήματος (έξοδο) | ||